Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025


Τι έγιναν εκείνα τα χρόνια, μαννούλα μου! — Τι έγιναν εκείνα μαθές, παιδάκι μου! . . . Και τότε ίστατο και την έβλεπε και αυτός σιωπηλός και ακίνητος. Την εκύτταζεν, ως εν απορία προς το αιώνιον πρόβλημα της ζωής, το οποίον ιδού ανωρθούτο ενώπιόν του μαύρον, ως φάντασμα, ως ο σκελετός εκείνος με το δρέπανον . . . — Διατί να γηράσκωμεν! και διατί να αποθνήσκωμεν!

Και τότε όμως δεν πρέπει να κρίνη το ποιητικόν όνειρον εκ των συστατικών αυτού, αλλ' εκ της αισθήσεως ην επροξένει αυτώ, ενώ το έβλεπε.

Το ψηλό το κυπαρίσσι, που έβλεπε πίσω απ' το βουνό, το μεγάλο κάμπο, αποκρίθηκε: — Το χορτάρι που πατεί γίνεται κόκκινο απ' το αίμα των ποδαριών του μα περπατάει ακόμα. Ύστερα τον έχασε και το ψηλό το κυπαρίσσι, που έβλεπε το μακρυνό κάμπο. Και είπανε όλα τα δένδρα μαζή και τα λουλούδια κ' οι κύκνοι: — Τι να γίνεται το δυστυχισμένο το βασιλόπουλο!...

Βράζοντας ο Θεόφιλος από ζούλια, που έβλεπε το Χρυσόστομο παντοδύναμο στην Πόλη, ανεβαίνει στην Χαλκηδόνα με μερικούς Επισκόπους, για νάχη, την πλειονοψηφία στη Σύνοδο που αποφασίστηκε να συστηθή και να κρίνη το Χρυσόστομο, καθώς και με κάμποσους θαλασσινούς, για να μπορή στην ανάγκη να το γυρίση και στη βία. Κωμωδία μονάχη εκείνη η Σύνοδο.

Υπήρχε πολλή χάρη, πολλή κομψότητα στο κυμάτισμά τους αυτό. Γυναίκες οι σημαίες, ή από γυναικείο χέρι φτιασμένες, ή σε γυναικεία χάδια παραδομένες. Ο Ρένας έβλεπε: Τι ήτανε λοιπόν το ηλιοβασίλεμα αυτό! Ήτανε θεότητα καμιά, ή άψυχο και άσκοπο ανακάτεμα χρωμάτων; Ποια λύπη στην ύπαρξη της σκάφης που ξεκίνησε μεγάλη από την πρύμη του θωρηκτού, κι' έμεινε τώρα ένα μαύρο σημάδι στη μέση του κόλπου!

Και την νύκτα, ενώ οι άλλοι εκοιμώντο, αυτός έκλαιε και διηγείτο την θλίψιν του προς τα άστρα, εις την ακτινοβολίαν των οποίων έβλεπε το γλυκύτατον φεγγοβόλημα των βλεμμάτων και των μειδιαμάτων της Πηγής. Εν τω μεταξύ το φέσι του Θωμά εξηκολούθει να μένη καρφωμένον εις την αυτήν θέσιν.

Η Βασιλοπούλα εγύρισεν εις το παλάτι της πολλά ευχαριστημένη, και δεν έβλεπε την ώραν πότε να απολαύση το ποθούμενον επειδή και τότε της ήλθε εις τον νουν η μεγάλη ωραιότης εκείνου του Βασιλοπούλου που είδεν εις τον ύπνον της, διά το οποίον όλην εκείνην την ημέραν ευρίσκονταν ανήσυχη, και ούτε την νύκτα μίαν στιγμήν δεν ημπορούσε να αναπαυθή.

Οι σύντροφοί του ολίγον βραδυκίνητοι είχον αποκεφαλισθή. Ο Μαναή έβλεπε τον ναόν εις το χώρισμα δύο λόφων. Οι λευκοί μαρμάρινοι τοίχοι του και αι χρυσαί λόγχαι της στέγης του, έλαμπον και απήστραπτον εις τας ακτίνας του ηλίου. Ενόμιζες ότι ήτο βουνόν φωτεινόν, κάτι υπεράνθρωπον, συντρίβοv όλα με τον πλούτον και το μεγαλείον του. Τότε έτεινε τους βραχίονας προς την Σιών.

Ο Φωκάς συνελήφθη υπό του στρατού και απεκδυθείς την βασιλικήν πορφύραν ωδηγήθη εις την ναυαρχίδα του Ηρακλείου, και εκεί εφονεύθη, ενώ ο λαός της Κωνσταντινουπόλεως έβλεπε τα γινόμενα από την παραλίαν.

Αν έβλεπε κανένα μαραγκόν του ταρσανά στολισμένον, με γαλάζια γιαλιστερή βράκα, με το φέσι κατακόκκινο, και μακριά φούντα, έλεγε: «Κόρδα και φούντα, και τάσπρα, πούν' ταΑν επερνούσε καμμιά νειόνυφη, με ολόχρυσα κεντήματα και ποδογύρια, που η κορμοστασιά της δεν της εφαίνοταν τόσο νόστιμη: «Τι τέμπλα, τι ανέμη, θα 'πω; κουρμαντέλα, να μην αβασκαθή, το κορμί της!..»

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν