Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Μετά την αναχώρησίν του, ο διευθυντής με εισήγαγεν εις το εντευκτήριον, στενόν μεν, αλλά καθαρώτατον. Μεταξύ άλλων αντικειμένων προδιδόντων λεπτοτάτην φιλοκαλίαν, έβλεπα και μερικά βιβλία, σχέδια, αγγεία με άνθη και όργανα μουσικής. Μία φλόγα εύμορφη και εύθυμη εστριφογύριζε μέσα στο τζάκι. Νέα γυναίκα σπανίου κάλλους εκάθητο εις το πιάνο και ετραγουδούσε μέρη του Βελλίνη.

Αντί να κοιμηθώ, εξήλθα της οικίας αθορύβως. Ήμεθα οι μόνοι αυτής κάτοικοι• ο αγαθός οικοδεσπότης έμενεν εντός του πλοίου του. Από της άκρας της πόλεως, όπου ήτο η κατοικία μας, κατέβην προς τον λιμένα, όσω δ' επλησίαζα προς αυτόν, έβλεπα ανθρώπους προς κίνησιν. Ηρώτησα τι τρέχει και έμαθα ότι η Ύδρα ήναψεν αφ' εσπέρας φανούς. ― Και τι σημαίνουν οι φανοί;― Κατέρχεται στόλος Τουρκικός!

Τρέμων διότι έβλεπα σβεννυμένην και την αμυδράν μου ταύτην ελπίδα, την τελευταίαν αναμφιβόλως, υπήγειρα την κεφαλήν μου, όπως κυττάξω το στήθος μου. Ο επίδεσμος εκάλυπτεν επιμελώς τα μέλη και τον κορμόν μου, καθ' όλα τα σημεία, άφινε δε μόνον το μέρος, όπερ θα συνηντάτο ακριβώς μετά της άκρας του εκκρεμούς.

Οι δυο ίσκιοι ζώνανε ολάκερη τη ζωή μου και το σφάλμα μου είτανε πως δεν μπορούσα να πάρω τον ήλιο από τον ουρανό, για να διώξω τον έναν από τους ίσκιους. Αυτό είταν το σφάλμα μου κ' η αυταπάτη μου. Γιατί δεν έβλεπα με ανοιχτά μάτια. Δεν άκουγα με αυτιά που ακούγανε. Έβλεπα μόνο τον πόθο μου, άκουγα μόνο τη φωνή του ονείρου μου, που νοσταλγούσε τη ζωή.

Πώς δεν εκράτησε τότε την χείρα μου αμφιβολία τις; Την έβλεπα αγωνιώσαν, κινδυνεύουσαν να συναποθάνη με το αγέννητον έτι τέκνον της, και την απεκοίμισα διά του αιθέρος. Την απεκοίμισα πεποιθώς ότι θ' αφυπνισθή και θα ίδη ευτυχής και σώα το βρέφος, χάριν του οποίου εκινδύνευεν η ύπαρξίς της. Δεν αφυπνίσθη εκείνη.

Εσένα συλλογιούμαι σ' όλο μου το ταξίδι. Στη Σύρα, που περπατούσα με το φεγγάρι, εσένα είχα στο νου μου, και θαρρούσα πως δεν έβλεπα ζωή πουθενά και πως σέρνουμουν και γω σ' έναν κόσμο πεθαμμένο. Άξαφνα κατέβαινα στο γιαλό, μήτε τον κατήφορο φοβούμουνα μήτε το σκοτάδι μήτε τους βράχους. Με θωρούσαν και κρυφολαλούσαν. Ποιος είναι τούτος ο τρελλός; -Όχι! δεν είμαι τρελλός.

Αλλ' όταν ήρχισα να ενηλικιούμαι, έβλεπα ότι οι νόμοι διατάσσουν, αντιθέτως προς τους ποιητάς, να μη μοιχεύωμεν, ούτε να στασιάζωμεν, ούτε ν' αρπάζωμεν. Ευρέθηκα λοιπόν εις μεγάλην αμφιβολίαν, μη γνωρίζων ποίαν διαγωγήν ν' ακολουθήσω.

Α! δεν θ' απολαύση άρα γε ο φυλακισμένος μια φορά αυτή την ηδονή; Και καθώς μελαγχολικός έβλεπα κάτω σε μια θέση που με την Καρολίνα κάτω από μια ιτιά είχα αναπαυθή σε περίπατο ένα καλοκαίρικαι αυτή ήτανε καταπλημμυρισμένη και μόλις την κατάλαβα Γουλιέλμε! Και τα λιβάδια της; έλεγα· και ο κήπος της στο εξοχικό σπίτι της; πόσο κατεστράφηκε τώρα από τον ορμητικό χείμαρρο η σκιά μας! έλεγα.

Εκεί επάνω, είπεν η Βεάτη, και έκαμεν αόριστον χειρονομίαν. — Πού; εκεί; επέμεινεν ο Σκούντας δεικνύων διά της χειρός. Η Βεάτη ηναγκάσθη να δείξη το υπερώον. — Ας έβλεπα μόνον το δωμάτιόν της, είπεν ο Σκούντας, και δεν επιμένω να της ομιλήσω. — Υπομονή, είπεν η Βεάτη· όταν νυχτώση, ειμπορούμεν ναναβώμεν μαζή, προσέθηκε ταπεινή τη φωνή. — Α, σας παρακαλώ, είπεν ικετικώς ο Σκούντας.

Δε μας ξάφνισε λοιπόν διόλου, όταν ο γιατρός μας είπε μια μέρα τη γνώμη του, δηλαδή πως μόνο μια νέα εγχείριση μπορούσε να σώση την Έλσα. Είμαστε κείνη την ημέρα σα να είχε καταδικαστή σε θάνατο η ζωή μας όλη κ' έβλεπα πως η Έλσα αποχαιρετούσε όλα γύρω της.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν