United States or Burkina Faso ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δε πιεζόμενος αήρ εισχωρών διά του αυλού μέχρι του λέβητος, πού ήτο γεμάτος αναμμένα κάρβουνα, θείον και πίσσαν, τοιαύτην φλόγα ανέδωκεν, ώστε ήναψεν η ξυλεία του τείχους και κανείς δεν ηδύνατο να μείνη εκεί πλησίον. Εγκαταλιπόντες λοιπόν αυτό οι πολιορκούμενοι ετράπησαν εις φυγήν και τοιουτοτρόπως εκυριεύθη υπό των πολεμίων.

Δεν έβαλα στο νου μου . . . τίποτε. Επέζευξεν. Εξεφόρτωσε το ζεμπίλι με τα τρόφιμα και την φλάσκαν με το κρασί. Έβγαλε από το ζεμπίλι έν κηρίον σπαρματσέτον, έτριψε πυρείον και το ήναψεν. Έως να καθήσωμεν προς το κατώφλιον της μικράς εκκλησίας και να στρώσωμεν το τραπέζι, ησθάνθημεν ότι ο Μπαλής, το άλογον, όπου το είχεν αφήσει λυτόν ο Κωσταντής, μας έφυγε.

Αλλά το παιδί τους είπε πως είνε τώρα από κάτω η χώρα. Του έδωσαν και ένα τάλλαρο. — Νά το, είπεν ο παις, επιδείξας το δολλάριον. — Και 'πήγε ς' τη χώρα; ηρώτα ανυπομόνως η θεια Μυγδαλίτσα. Είνε ο γυιος μου! Είνε του γυιου μου το καράβι! Διώρθωσε τον φανόν της και τον ήναψεν. Ησπάσθη τας Εικόνας, απεχαιρέτισε τους ποιμένας και ανεχώρησε.

Αύτη ήναψεν επτά κηρία εις τα δύο μανουάλια του ναΐσκου, εμπρός εις τας εικόνας του Χριστού, της Παναγίας, του Προδρόμου, και της Αγίας Αναστασίας. Εφαίνετο, ότι ήθελε μετά την αναχώρησιν του παπά, να τελέση αυτή νέαν λειτουργίαν, πλέον μυστηριώδη.

Κατά της γενικής ταύτης προγραφής διαμαρτυρόμενος ο κ. Άγγελος Βλάχος επεχείρησε ν' αντιτάξη την ποιητικήν φυσιογνωμίαν του Γεωργίου Ζαλοκώστα, ως ισχυρόν επιχείρημα μετ' άλλων πολλών ανισχυροτέρων, εις τα οποία απήντησεν ο Ροΐδης και ανταπήντησεν ο κ. Βλάχος και ήναψεν όντως η μακρά συζήτησις, εις ην και άλλοι έλαβον μέρος και όλοι παρηκολούθουν μετ' ενδιαφέροντος.

Αντί να κοιμηθώ, εξήλθα της οικίας αθορύβως. Ήμεθα οι μόνοι αυτής κάτοικοι• ο αγαθός οικοδεσπότης έμενεν εντός του πλοίου του. Από της άκρας της πόλεως, όπου ήτο η κατοικία μας, κατέβην προς τον λιμένα, όσω δ' επλησίαζα προς αυτόν, έβλεπα ανθρώπους προς κίνησιν. Ηρώτησα τι τρέχει και έμαθα ότι η Ύδρα ήναψεν αφ' εσπέρας φανούς. ― Και τι σημαίνουν οι φανοί;― Κατέρχεται στόλος Τουρκικός!

Τότε πρώτον την είδα την ηρωικήν νήσον, ήτις ήτο πεπρωμένον να καταστραφεί, ως η Χίος και αυτή. Αλλά τα Ψαρά ενέπηξαν εις τα σπλάγχνα της Τουρκίας πληγήν φοβεράν, ενώ εκ της Χίου γόοι μόνον και στεναγμοί αντήχησαν. Κατεστράφησαν τα Ψαρά, αλλ' αφού πρώτον ήναψεν εις το πέλαγος αθάνατον πυρκαϊάν ο δαυλός του Κανάρη!

Εισήλθομεν, επροσκυνήσαμεν τας εικόνας, κι' ο Νικολός ήναψεν ευλαβώς τα κανδήλια. Μέσα εις το ζεμπίλι του, χωρίς να το σκεφθώ εγώ, είχε βάλει και έν μολύβδινον παγούρι με έλαιον. Εξήλθομεν κ' εκυττάξαμεν γύρω-γύρω τον τόπον. Όλοι οι λόφοι, αι κλιτύες και τα πλάγια, ελαιοφυτευμένα, γλαυκά, δροσερά, ευώδη.

Ενώ δε ήτο βυθισμένος εις τους βαθείς διαλογισμούς του, το πυρ το εν αυτώ ήναψεν, και ωμίλησεν επί τέλους με την γλώσσαν του. Από παιδικής σχεδόν ηλικίας υπήρξεν εκουσίως ερημίτης. Εν τη απομονώσει του είχε κατανοήσει τα άρρητα μυστήρια της φύσεως. Εκεί ο αόρατος κόσμος κατέστη δι' αυτόν πραγματικότης.

Μετά το γεύμα, το οποίον ποτέ δεν ήτο νοστιμώτερον και το οποίον διέκρινε ένα μοναδικόν διά των βλεμμάτων αλληλοφάγωμα, ο σύζυγος ετεντώθη επί του σοφά κ' εκάπνισεν επί πολύ, παρούσης, εννοείται, της συμβίας, ήτις αδιάκοπα του «έδιδε φωτιάναναρριπίζουσα την φλόγα που του ήναψεν εξ' αρχής, με ζήλον, ακατάπαυστα και εις βαθμόν οπού . . . Αλλά συγχώρησε, αναγνώστα, να μην προχωρήσω· θα ήτο αδιακρισία μου να προβώ εις περαιτέρω αποκαλύψεις· άλλως τε, είσαι, υποθέτω, έξυπνος κ' εμπορείς διά της φαντασίας ν' αναπαραστήσης την επακολουθήσασαν σκηνήν, δίδων εις την αθώαν διήγησίν μου το τέλος οπού της αρμόζει.