Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025


Και οι μεν Πελοποννήσιοι συνάζοντες τους νεκρούς τους έθαπτον ταχέως και όπως ηδύναντο, και εκείνοι, εις τους οποίους είχε δοθή η άδεια να αποχωρήσουν επερίμεναν την κατάλληλον στιγμήν, διά να εκτελέσουν τούτο κρυφά.

Και νιώθω εδώ στην άδεια σου μεριά τόσο τον τόπο γύρω ρημαγμένο, κάτι μέσα μου ως να είδα γκρεμισμένο, κάτι ακριβό σα να έχασα με μια. Και στον κομμένο τον κορμό καθίζω και σκύβω το κεφάλι θλιβερό· στον άδοξό σου θάνατο να βρω τραγούδι, ω ψηλό δέντρο, δεν πασχίζω. Άλλος που σ' έχει σαν εμέ αγαπήσει, ας σε κλάψη σα γίγαντα νεκρό· βουβός εγώ αποπάνω μου θωρώ τον ήλιο ως γέρνει ατάραχος να δύση.

Μηγαρή δεν είχα και του Γεροδήμου την άδεια; Ορίστε τι έγραφε επάνω στο ξώφυλλο: «Αυτό το χερόγραφο δεν είναι μήτε αληθινές ιστορίες, μήτε παραμύθια. Είναι και τα δυο. Όποιος το πρωτοδιαβάση ως το τέλος, είναι ο κληρονόμος μου. Ας το κάμη ό,τι θέλει.

Φονειάδες λυσσασμένοι Τον έσπρωχναν να περπατή και τα γεράματά του Περιγελούσανε σκληρά: — » Τη λαγουριά σου χτύπα... «Εμπρός... κ' οι λύκοι, ποιστικέ, θα φαν τα πρόβατά σου.» — Τον έσυραν 'σε μια αδειά... Πέφτειτη γη... Σταυρόνει Τα χέρια να τον κόψουνε... «Εμπρός... εμπρός... Δεσπότη Δεν έχεις σβέρκο για σπαθί... Ακαίρηος θα πεθάνεις.» — Μουγκρίζει ο ανεμοστρόβιλος.

Αποκρίνεται ο Θοδορίχος πως ήθελε μερικούς μήνες ακόμα για ναναπαυτή κι αυτός και το στράτεμά του. Έπειτα του πρότεινε πράματα που δεν μπορούσε ο Πρέσβης να τα παραχωρήση δίχως του Αυτοκράτορα την άδεια, κ' έτσι χωρίστηκαν άπραγοι. Ο Σαβινιανός ως τόσο τοίμαζε το στρατό του.

Δε σου το είπα; Ο άντρας της πόδι δεν πατάει εδώ μέσα. Ας διαβάσουμ' εμείς το λοιπό. Βέβαιο πως έχουμε την άδεια του Αφέντη, αν όχι της λυγερής του. «... Μοι εστάθη των αδυνάτων χθες. Μη δυσανασχέτει. Έσο βεβαία περί της σήμερον ...» Όμορφο ραβασάκι! Μήτ' αρχή, μήτε τέλος, μήτ' όνομα, μήτε χωριό.

Οι επικοί, έλαβον την βαρύηχον σάλπιγγα, οι υμνογράφοι την θείαν έμπνευσιν, οι τραγικοί, τα δάκρυα, οι βουκολικοί, τους στεναγμούς του Ζεφύρου και των ποιμενίδων, οι ρήτορες τα σοφίσματα και οι ιστοριογράφοι, ολόκληρον το ανθρώπινον γένος ως βοράν· εις δε τους σατυρικούς, διά τους οποίους δεν έμενε πλέον τίποτε εις τον πάτον του καλαθιού, εδόθη ως αποζημίωσις η άδεια να παρηγορώνται, περιπαίζοντες τα πάντα.

Να ήξερες πόσο μιλώ για σε μαζί του, έλεγε, όταν ο Σβεν έδινε τέλος του πατέρα την άδεια να τον αφήση από την αγκαλιά του, κ' έκανε θέση της μαμάς

Και την άκουγα να ξεσπά σε λυγμούς, σα να βρισκότανε σε μεγάλη αγωνία: Αν δεν είχα εσέ, πιστεύεις πως θα μπορούσα να ζήσω; Πόσο βάσταξε η εποχή αυτή δεν μπορώ να το θυμηθώ σωστά. Τη θυμούμαι μόνο σαν ένα μοναδικό φοβερό χειμώνα χωρίς χιόνι, σα μια μακριά σκοτεινή γραμμή στη ζωή μας, στη ζωή που μου φαινόταν άδεια και χωρίς νόημα.

Η άδεια μου εδόθη και κατασκευάσας εκ του προχείρου πλάστιγγα έστησα τα βαρέλια μου εις την πλατείαν του χωρίου. Την επιούσαν οι δημογέροντες με διέταξαν να τους συνοδεύσω εις Καταρράκτην, χωρίον ολίγας ώρας απέχον του ιδικού των, όπου ήδρευε Τούρκος Αγάς.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν