Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Έτσι κίνησε για της Λυκιάς τα μέρη, κι' η χάρη των αθανάτων θεών τον οδηγούσε. Και πια σαν ήρθε στη Λυκιά π' αφροδροσίζει ο Ξάνθος, καλόκαρδα τον δέχτηκε του τόπου ο βασιλέας· μέρες εννιά τον φίλεβε και βόδια εννιά του σφάζει. Και τότες, με τη δέκατη τριανταφυλλένια αβγούλα, 175 τόνε ξετάζει και ζητάει να δει σαν τι σημάδια πέρα απ' την Κόρθο τούφερνε κι' απ' το γαμπρό του Προίτο.
Και συλλογιέμαι, κι' η καρδιά διπλόγνωμα με σέρνει· 435 πότες μου λέει πως άρπαξ' τον απ' τη σφαγή και σύρ' τον, έστι όσο ζει, ως μες στης Λυκιάς την πλούσια του πατρίδα, και πότες, τώρα πια ας σφαχτεί με του Πατρόκλου τ' όπλο.»
Ποιος της Λυκίας τους ήρωας, τον Κύκνο από το χρώμα και ποιος τους γυιούς του Πρίαμου θα γνώριζεν ωστόσο αν δεν υμνούσαν ποιηταί τους παλαιούς πολέμους; Ούτ' ο Οδυσσεύς που εγύριζε χαμένος δέκα χρόνια και στα στερνά και ζωντανός κατέβηκε στον Άδη κ' εξέφυγε κι απ' τη σπηληά του άγριου Κυκλομμάτη, μα κι ούτε κι ο χοιροβοσκός ο Εύμαιος, κι ο βουκόλος Φιλοίτιος, ούτε κι αυτός ο ηρωικός Λαέρτης θε νάχαν την πολύχρονη και την τρανή των δόξα αν δεν τους αποθέωναν του Ομήρου τα τραγούδια.
Ο Απόλοχος κι' αφτός με κάνει εμένα — ναι εκείνου γιος παινιέμαι εγώ πως είμαι — και στην Τροία να πολεμήσω μ' έστειλε και τόσα περικάλια μούκανε, πάντα στη σφαγή να φαίνουμαι απ' τους πρώτους κι' απ' όλους πιο καλύτερος, μην τύχει και ντροπιάσω «το γένος των πατέρων μου π' ατρόμητα κοντάρια και μες στην Κόρθο στάθηκαν και στης Λυκιάς τους κάμπους. 210 Λοιπόν να η φύτρα κι' η γενιά που μ' έσπειραν εμένα.»
Εις δε την άκραν του ναού προς την θύραν συνειλεγμένα ικανά γραΐδια του χωρίου ήλθον εις την Εκκλησίαν ν' ακούσουν την θαυμαστήν διήγησιν «της γρηάς με το λαδικό». Ω πόσον δραματικώς θαυμαστή είνε η διήγησις αύτη Συμεών του Μεταφραστού! Μετά την κοίμησιν του Αγίου έκλαμπρος ναός ανηγέρθη εις τα Μύρα της Λυκίας, την πατρίδα του, όπου και η μυρόβλητος σορός του αγίου λειψάνου κατέκειτο.
Είπε και του πατέρα εφτύς το λόγο ακούει ο Φοίβος, και κάτου τρέχει οχ τα βουνά της Ίδας ως στον κάμπο, κι' όξω μακριά το Σαρπηδό απ' τις ρηξές σηκώνει, πολύ μακριά, μ' αγνό νερό τον πλαίνει ποταμήσο, του αλείφει λάδι αθάνατο, του βάζει αιώνια ρούχα, 680 και στέλνει διο οδηγούς γοργούς μαζί να τον σηκώσουν, το Χάρο κι' Ύπνο, δίδυμα διο αδέρφια, που σε λίγο ως στης Λυκιάς τον πήγανε μες στα χωριά τα πλούσια.
Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Του κάκου• στα πιο μακρυνά όλης της γης μας μέρη, εις της Λυκίας τα Πάταρα, που είναι το μαντείον του Απόλλωνος, ή στης σκληρές κι' άνυδρες Αμμωνιάδες, στο άλλο μαντείον του θεού, αν την γυναίκα στείλης, αδύνατον απ' το γραφτό της Μοίρας να γλυτώση γιατί η ζωή της σώθηκε κ' η ώρα πλησιάζει, που θε ναρθή ο θάνατος γοργά να τηνε πάρη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν