Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025
Οι άλλοι αμέσως τότε το πήραν με το στόμα: Έχεις δυο μάτια όμορφα που αγγελικά κοιτάζουν κι όποιος γυρίσει και τα δει μέσ' στην καρδιά τον σφάζουν. Το είπαν το ξαναείπαν όλοι με όρεξη, με πάθος, με το πρόσωπο σουφρωμένο, με το στόμα ολάνοιχτο, με «αχ!» και με «βάι, αμάν!» Και το μπουζούκι το ξαναπήρε πάλι γλυκά, απαλά με το γκρου, γκρου του. Ο μπουζουκιτζής σκυμμένος έπαιζε πάντα.
Αλλά τι άλλο τον βλέπετε να κάνη όλοι οι κατοικούντες εις το σπήτι; Άμα νυκτώση, είπεν ο Ευκράτης, ο Πέλιχος κατεβαίνει από το βάθρον του και περιφέρεται εις το σπήτι, τον συναντούν δε όλοι και ενίοτε τον ακούουν να τραγουδή, αλλά δεν επείραξε ποτέ κανένα• πρέπει μόνον οποίος τον συναντά να παραμερίζη, αυτός δε περνά χωρίς να ενοχλήση τον συναντώμενον.
Την αποταχυνή σαν τονέ συνεχάρηκαν όλοι τον Αναστάσιο, πρόβαλε στη στοά που είχε έξω από τη μεγάλη αίθουσα, και κει έκαμε όρκο πως κανενός δε θα φυλάξη κάκια και πως θα βασιλέψη με δικαιοσύνη και με συνείδηση. Έκλινε ο στρατός τάρματα και τις σημαίες, και ζητωκραύγασε ο λαός.
Διότι εξ ίσου υπάρχει η ευθύνη και εις τας πράξεις του κακού, αν όχι εις το αποτέλεσμα. Λοιπόν, εάν, καθώς λέγουν όλοι, είναι εκούσιαι αι αρεταί — διότι και των διαθέσεων μας είμεθα κάπως οι ίδιοι υπεύθυνοι, και διότι έχομεν κάποιαν ιδιότητα να καθιστώμεν το αποτέλεσμα τοιούτον ή τοιούτον — , τότε και αι κακίαι θα είναι εκούσιαι. Διότι συμβαίνουν ομοίως.
Άξαφνα ακούμε μια φωνή από μακρυά σαν τρόμπα-μαρίνα. Τι φωνή ήταν εκείνη; Ακόμα βουίζουν ταυτιά μου. «Ζη ο Μέγας Αλέξανδρος;» Κερώσαμε όλοι. Άξαφνα σα φώτησι Θεού να μου ήρθε. Μια και δυο απάνω στο άλμπουρο. Παίρνω μια δυνατή ανάσσα και φωνάζω με όλη μου τη δύναμη. «Ζη και βασιλεύει!» Και πάλι τα ίδια. Τρεις φορές η Γοργόνα, τρεις κ' εγώ. Και περάσαμε.
— Μα, μάνα· δεν κρένεις καλά, έλεγε ο Ζώης. Δε γλέπεις που δε μας χωρεί τώρα το παλιόσπιτο; Τώρ' αξήσαμαν και θ' αξήσουμε ακόμα με φαμλιά και με δούλους. Πού να ζήσουμ' εδώ μέσα 'ς αυτό το κοτέτσι όλοι μαζί. Για βάλε με το νου σου πως έχουμε και κάποιο καλό όνομα κι όλας όξω τώρα, και τσότσου παρά 'ςτη σακούλα... Άσε με να το ρίξω, δεν είνε λόγι' αυτά που λες.
Εμείς οι γλωσσολόγοι — μα γιατί μόνο τάχατις οι γλωσσολόγοι; — όλοι μας εμείς που μάθαμε να σπουδάζουμε καμιά επιστήμη, όποια κι αν είναι, ας πούμε και ψυχολογία, κάπου κάπου τέτοια χαρά μας περεχύνει. Είδος χαρά ξεχωριστή και που δε μοιάζει με καμιάν άλλη. Είμαστε και μεις λιγάκι σαν τους αστρονόμους.
Έχε γεια, μαννούλα μου, έχετε γεια όλοι σας, Φροσύνη, Γιάνη, αγάπη μου, έχετε γεια . . . — Αχ, μωρέ, πικρός που είνε αυτός ο αναθεματισμένος ο χωρισμός! Ένα πράμα κομπώνει εδώ στο λαιμό μου, εδώ, εδώ. ...» Και δεν μπόρεσε άλλα να πη. ΤΗΝ πέρασε την ζωή του κι ο γέρος ο Ανέστης στη ξενιτειά, ζωή παραδαρμένη, καραβοτσακισμένη ζωή.
Πρέπει να ξεθάψω και να μετρήσω πάλιν τα χρήματα για να δω μήπως έχω κάμη κανένα λάθος. Αλλ' ακούω πάλιν θόρυβον• τι συμβαίνει; με πολιορκούν και με κατατρέχουν όλοι. Πού είνε το μαχαίρι μου; Αν πιάσω κανένα... Ας θάψω πάλιν τα χρήματα. ΠΕΤ. Είδες, Μίκυλλε, την κατάστασιν του Σίμωνος. Ας πάμε τώρα και εις άλλον, ενόσω είνε ακόμη ολίγη νύκτα. ΜΙΚ. Τι ζωή περνά ο κακομοίρης!
Την αυγήν εκείνος ο θηριώδης γίγαντας όταν εξύπνησεν, εσηκώθη και εβγήκεν έξω από το παλάτι, και ημάς μας άφησεν εκεί, αλλ' όταν εκαταλάβαμεν πως αυτός εξεμάκρυνεν απ' εκεί, τότε όλοι ομού με μίαν φωνήν αρχίσαμεν να κλαίωμεν και να θρηνούμεν τόσον απαρηγόρητα που ηχολογούσεν από τις φωνές εκείνο το θανατηφόρον δι' ημάς παλάτι, και με όλον ότι ημείς είμεθα πολλοί εις τον αριθμόν και ο εχθρός που άρχισε να μας καταφάγη ήτον ένας, δεν εσυμβουλεύθημεν με τον θάνατόν του να ελευθερωθώμεν, αλλ' εστοχαζόμασθε άλλους τρόπους, όμως όλοι τέλος πάντων εφάνησαν ανωφελείς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν