Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025


Μετά χαράς, είπεν ο ξενοδόχος, και υπήγε με το ποτήρι εις την γραίαν, η οποία ήτο στυλωμένη εις το κάρον. — Ο εγγονός σου μου είπε να σου φέρω νερόν, εφώναξεν ο ξενοδόχος. Η αποθαμένη γραία ούτε απεκρίθη, ούτε εκινήθη. — Δεν ακούεις; εφώναξεν ο ξενοδόχος με όλην του την δύναμιν. Ο εγγονός σου σού στέλλει το ποτήρι τούτο!

Εδέχθη μετά πάσης χαράς το κάλεσμα, και δεν έλειψεν εις τον καιρόν του γεύματος να έλθη εις το σπήτι μου, καθώς μου έταξεν. Εκαθίσαμε το λοιπόν εις την τράπεζαν οι δυο μας μόνον, και επεράσαμεν όλην εκείνην την ημέραν ευφραινόμενοι, και πίνοντες διάφορα εκλεκτά κρασιά.

Τι κάμνει; Ειπέ μου, δεν με θεωρεί αισχρόν μαχαιροβγάλτην, αφού της εκηλίδωσα τα νειάτα της χαράς μας με αίμα της συγγενικόν, με ιδικόν της αίμα; Τι γίνεται η μυστική γυναίκα μου; τι λέγει εις τον ανεμοστρόβιλον του έρωτός μας τούτον;

Άρχισε να τρέχη έξαφνα ακράτητη, σα νάχε κάμη φτερά, μέσα στα γρασίδια. . . . Έσκυβε κ' έκοβε ένα λουλούδι και πάλι σηκωνότανε γλήγορα κ’ έτρεχε και ξανάσκυβε παρακάτω, σα να την έστελνε τόνα λουλούδι στάλλο με μαντάτα, ή λες και φοβότανε μήπως φύγουν από 'κει που στέκονταν ή μαραθούν-και δεν τα προφθάση. . . Ο Νίκος ερχόνταν αποπίσω με το βήμα ανοιχτό, κρυφοπηδούμενο, με το πρόσωπο σαν ανθισμένο από μίαν ευτυχία πούχε ξεσκάσει μονομιάς απ’ όλα τα μπουμπούκια: κάθε τόσο, άθελα το κορμί του έκανε μπροστά να τρέξη μαζί με τη Λιόλια, να πάη κοντά της-μα πάλι σιγάλευε τα βήματτα του λες και τα βάραινε η πολλή χαρά Τρέχε, κοριτσάκι! τρέχε ! και σκύβε βαθιά στο χώμα και μάζευε τα λουλούδια της χαράς σου, μήπως και σου μαραθούν και δεν τα προφθάσης!. . . Και πάλι τρέξε ! Σε κυνηγά η μοίρα σου· κ' εκεί που πας τρέχοντας, πάλι θα τηνέ βρης να σε περιμένη. . . Αχ, η μοίρα των κοριτσιών! αλάλητη ευτυχία είναι ή χαλασμός ;-ή και τα δυο μαζί !. . . Κόβε λουλούδια, κοριτσάκι, κόκκινα λουλούδια σαν το αίμα των παρθένων και σα χείλια που τα ματώνουν τα φιλιά ! Μάζευε κίτρινα άστρα σαν τουρανού, γιατί σε λίγο η ψυχή σου θα γίνη ουρανός κι αυτά θα τη φωτίσουνε!

Χωρίς άλλο ήτο όνειρον εξ ουρανών διά την εις τα έθιμα της πατρίδος μου πίστιν ατίμητος αμοιβή. Συμμετέσχον τότε, χαίρων της χαράς του φιλικού δείπνου. Ο Παπά-Γιάννης ο εφημέριος του Νεκροταφείου με το θάρρος οπού είχε της γνωριμίας, έλαβε πάραυτα θέσιν παρά την τράπεζαν, και ανέζησε πάραυτα πότος εκπνέων. — Χριστός γεννάται, εκραύγασεν ο ιερεύς όλος χαρά· και εγέλα όλος.

Όταν δε ήλθες εδώ εις την Αυλίδα και ο πανελλήνιος στρατός ηναγκάσθη να μείνη εδώ ελλείψει ουρίου άνεμου, οι δε Έλληνες ηξίουν να διαλυθή ο στόλος, ίνα μη ανωφελώς καθήμεθα εδώ, συ κατάπληκτος και αμηχανών προ της θείας ταύτης συμφοράς, ένεκα της οποίας έχανες την ευκαιρίαν της φιλοδοξίας σου, όπως, άρχων χιλιαρίθμου στόλου, καλύψης διά δοράτων την πεδιάδα του Πριάμου, ήρχεσο και με ηρώτας «Τι να πράξω; Πως να εύρω τρόπον να μη χάσω την αρχηγίαν ταύτην και την εξ αυτής μεγίστην δόξανΌταν δε ο Κάλχας εχρησμοδότησε να θυσιάσης την κόρην σου εις την Αρτέμιδα και τότε μόνον θ' αποπλεύση ο στόλος, συ μετά χαράς εδέχθης να θυσιάσης την κόρην.

Έν μόνον σημείον παρ' Αυτού, και ο Σίμων μετά πολλές χαράς θα απέβαλλε τον τοιούτον μολυσμόν από της σκέπης της στέγης του. Ο Φαρισαίος δεν εξεστόμισε τας σκέψεις ταύτας, αλλ' η ψυχρά στάσις του και η περιφρονητική εκφρασις του προσώπου του, έδειξαν ό,τι εν τη καρδία του συνέβαινεν. Ο Κύριος εγνώρισε τας σκέψεις του, αλλά δεν απεδοκίμασε παραχρήμα την ανελεήμονα διάθεσίν του.

Μή τοι δεν εγίνετο χάριν ημών ο πάταγος όλος εκείνος; Ερύθημα χαράς και συγκινήσεως επορφύρωσε τας παρειάς μου, όμοιον προς το ερωτότροπον εκείνο ερύθημα, το βάπτον τας παρειάς δειλής κορασίδος, ήτις βλέπει συνωθουμένους περί εαυτήν σμήνος όλον χορευτών, και αγνοεί έτι τις πρώτος θέλει παρασύρει αυτήν εις τον μεθυστικόν στρόβιλον του χορού.

Μα το να πάω μαζί σου εγώ, μετά χαράς πηγαίνω· μα κι' άλλους ας σηκώσουμε, το μαχητή Διομήδη με το Δυσσέα, του Οϊλιά τον Αία, και το Μέγη. 110 Μα ας τρέξει, αν έχεις άθρωπο, κι' αφτούς να κράξει ακόμα, τον άρχοντα το Δομενιά, τον Αία του Τελαμώνα· τι αφτών στην άκρη βρίσκουνται μηδέ σιμά τα πλοία.

Και αυτοί ωσάν είδαν την φυλάκισίν μου, εμίσευσαν μετά χαράς μεγάλης.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν