United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΓΡΗΓΟΡΗΣ Όποιος είναι άνω κάτω σαλεύει. Και η παλληκαριά είναι να μη σαλεύσης απ' εκεί όπου ευρέθης. ΣΑΜΨΩΝ Δεν σαλεύω κ' εγώ αν απαντήσω κ' ένα σκυλί απ' εκείνο το σπίτι· ή άνδρα, ή γυναίκα τύχω δεν σαλεύω! ΓΡΗΓΟΡΗΣ Λοιπόν είσαι δειλός; Μόνον οι δειλοί κολνούν εις τον τοίχον. ΣΑΜΨΩΝ Καλά λέγεις· και διά τούτο σπρώχνομεν εις τον τοί- χον τας γυναίκας, οπού είναι αδύνατα αγγεία.

Μή τοι δεν εγίνετο χάριν ημών ο πάταγος όλος εκείνος; Ερύθημα χαράς και συγκινήσεως επορφύρωσε τας παρειάς μου, όμοιον προς το ερωτότροπον εκείνο ερύθημα, το βάπτον τας παρειάς δειλής κορασίδος, ήτις βλέπει συνωθουμένους περί εαυτήν σμήνος όλον χορευτών, και αγνοεί έτι τις πρώτος θέλει παρασύρει αυτήν εις τον μεθυστικόν στρόβιλον του χορού.

Διέταξεν ακολούθως τους αιχμαλώτους τούτους να ορύξωσι τας διώρυχας όλας όσαι υπάρχουσι σήμερον εις την Αίγυπτον· ακουσίως λοιπόν ούτοι κατέστησαν την χώραν ταύτην αδιάβατον εις τους ίππους και τας αμάξας άτινα προηγουμένως διέτρεχον αυτήν καθ' όλας τας διευθύνσεις διότι από της εποχής εκείνης η Αίγυπτος καί τοι ούσα ομαλή, δεν έχει πλέον ούτε ίππους ούτε αμάξας.

Ο Ζευς μου έρριψε φοβερόν βλέμμα οργής και μου είπε• Τις πόθεν είς ανδρών, πόθι τοι πόλις ηδέ τοκήες; Εγώ δε όταν ήκουσα την φωνήν του Διός παρ' ολίγον ν' αποθάνω εκ του φόβου και έμενα άναυδος και ξεκουφαμένος υπό της βροντώδους εκείνης φωνής.

Ασμένως δε καί τοι δημοσιευθείσαν καταχωρίζω ενθάδε, αΐδιον μεν του διαθέτου μνημόσυνον καλόν δε παράδειγμα προς ημάς απαραίτητον έχοντας ανάγκην τοιαύτης διδασκαλίας, κόσμον δε του βιβλιαρίου μου τούτου.

Λοιπόν κ' εγώ, αν πιασθώ με τους Μοντέκιδες, θα σπρώξω τους άνδρας από τον τοίχον, και τας γυναίκας εις τον τοί- χον. ΓΡΗΓΟΡΗΣ Ο πόλεμος είναι μεταξύ των αυθεντών μας και των ανδρών οπού τους δουλεύουν. ΣΑΜΨΩΝ Τι με μέλει! Εγώ θα κάμω τον τύραννον αφού πια- σθώ με τους άνδρας, θα καταπιασθώ και τας γυναίκας. Δεν θ' αφήσω κορίτζι. ΓΡΗΓΟΡΗΣ θα τας κόψης όλας;

Εντοσούτω φυσική τις δειλία φαίνεται εις παν ό,τι τα Ευαγγέλια λέγουσι περί του Νικοδήμου· δειλία ήτις δεν δύναται να κατανικηθή εξ ολοκλήρου ούτε υπό της ειλικρινούς επιθυμίας να γνωρίση και να φιλιωθή μ' Εκείνον τον οποίον εγνώριζεν ως προφήτην, καί τοι δεν τον ανεγνώρισε παρευθύς ως τον επηγγελμένον Μεσσίαν.

Ενώ δε ευρισκόμην εις αυτήν την στενοχωρίαν και σχεδόν έκλαια, παρουσιάσθη ο φυσικός Εμπεδοκλής, ο οποίος εφαίνετο ως καρβουνιάρης στακτωμένος και κατακαμμένος. Εγώ, όταν τον είδα, πρέπει να το ομολογήσωεταράχθηκα ολίγον και ενόμισα ότι έβλεπα φάντασμα της σελήνης, αυτός όμως• Μη φοβείσαι, μου είπε, Μένιππε, ού τις τοι θεός ειμί, τι μ' αθανάτοισιν εΐσκεις;

Οπωςδήποτε, η δευτέρα των ερμηνειών τούτων φαίνεται κοινώς ήδη παραδεδεγμένη. «Ο Μάκβεθ δεν έχει τέκνα, άρα δεν δύναμαι να τον εκδικηθώ αρκούντως». Ο Γερβίνος όμως, καί τοι αποδίδων εις τον Μάκβεθ την φράσιν του Μακδώφ, δεν παραδέχεται το αιτιολογικόν τούτο &άρα&, αλλά φαίνεται εξηγών αυτήν ως εκφερομένην υπό το κράτος λύπης αφάτου: «ο Μάκβεθ δεν έχει τέκνα, διά τούτο είχε την καρδίαν να φονεύση τα ιδικά μου». Ο έλλην αναγνώστης δύναται να παραδεχθή εν τη μεταφράσει μου οίαν δήποτε των δύο ερμηνειών προκρίνει.

Και επειδή δεν της είχεν απευθύνει ακόμη τον λόγον, ηγέρθη και υπεκλίθη ενώπιόν της και είπε τα έπη με τα οποία ο Οδυσσεύς εχαιρέτησε την Ναυσικάν, «Γονούμαί σε . . . θεά ή θνηνή . . . Ει δε συ έσει θνητών επιχθονίων, τρισμάκαρές τοι πατήρ και πότνια μήτηρ, τρισμάκαρες δε και κασίγνητοι . . .» Και αυτή η Πομπονία ησθάνθη την ευφυά φιλοφροσύνην του ματαιοδόξου εκείνου.