Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
Εσκεπτόμην μόνον μετά πόσης χαράς θα φέρω την ορφανήν κόρην εις της μητρός μου τας αγκάλας. Προς το εσπέρας επανήλθεν ο Αγάς φέρων την Δέσποιναν, ανεχώρησε δε μόνος με τους δύο κοφίνους του Γιάννη επί του ζώου του. Αφού ανεχώρησε μ' έκραξεν ο Ζενάκης εις το δωμάτιόν του. Η Δέσποινα έτρεξε προς εμέ άμα εισήλθα.
Όταν ηύξησαν είχον τα αυτά παιγνίδια, τας αυτάς χαράς, τας αυτάς τέρψεις, ως δύο δενδράκια αυξάνοντα επί του αυτού τόπου, το έν πλησίον του άλλου, πίνοντα το ίδιον νερό και υφιστάμενα τας αυτάς ατμοσφαιρικάς μεταβολάς.
Εσκίρτα λοιπόν και αυτός επί της άμμου και εξέπεμπε μυκηθμούς χαράς, ούτως ώστε η Ευρώπη ετόλμησε και να τον ιππεύση.
Ω βασιλέα αστόχαστε και αδύνατε, διατί να μη φυλάξης την σιωπήν; ηξεύρεις εσύ ποία ήτον η φωτιά, εις την οποίαν έρριξα το παιδί; εκείνη ήταν μία Λάμια, της οποίας εμπιστεύθηκα την ανατροφήν εκείνου του βασιλοπούλου· και η σκύλλα που είχες ιδεί ήτον μία Νεράιδα, η οποία μετά χαράς έλαβε το βάρος διά να αναθρέψη την βασιλοπούλα, και διά να πιστωθή, υπόμεινε διά να ιδής.
Γύρω του η ζωή έπαιρνε μια νέα όψη: ένα κύμα χαράς έμοιαζε να πλημμυρίζει το σπίτι όταν ερχόταν ο ντον Πρέντου: ήταν τα δειλά γέλια της ντόνα Έστερ, οι κουβέντες των αρραβωνιασμένων, τα σχέδια, οι φλυαρίες, οι ξαφνικές σιωπές από σεβασμό προς τον άρρωστο. Τότε εκείνος ένιωθε πως τους ήταν εμπόδιο και επιθυμούσε να φύγει.
Αλλά αμέσως ήλθεν ο γέλως εις τα χείλη, χαράς ακτίνες ετοξεύθησαν από τα μάτια της, έξω έλαμπεν ο ήλιος τόσον ωραίος και αύριον ήτο ο γάμος αυτής και του Ρούντυ. Ο Ρούντυ ήτο ήδη εις το δωμάτιον, όταν εισήλθεν η Μπαμπέττα, και μετ' ολίγον μετέβησαν εις Βίλλνευβ. Και οι δυο ήσαν ευτυχέστατοι και ο Μυλωθρός επίσης εγέλα και ακτινοβολούσεν εις ευθυμίαν: καλός πατήρ ήτο αυτός και ψυχή λαμπρά.
Μου απαντά: — Φύτευσε· δεν σημαίνει· εγώ σε βοηθώ. Τότε έλαβον ένα κλάδον και τον εφύτευσα· έβαλε δε ρίζας ακαριαίως και εις δένδρον γιγάντιον ανεπτύχθη, με γλυκυτάτους καρπούς. Κραυγή χαράς διεύφυγεν από όλα τα στήθη, πάντες δε έλαβον ράβδους, και ραβδίσαντες τους κλάδους του δένδρου, εγεύθησαν τους καρπούς του απλήστως.
Και σιγά σιγά τη θέση της έκπληξης την πήρε ένα κύμα χαράς, μια επιθυμία να γελάσει: και γέλασε, και όλος ο ουρανός τριγύρω γέμισε χρώματα, γαλάζιο και τριανταφυλλί, και οι παπαδίτσες τραγουδούσαν ανάμεσα στους θάμνους. «Να», σκεφτόταν. «Ο Θεός με ξαλάφρωσε από τον ένα σύντροφό μου. Τι βάρος μου πήρε!»
Φαίνεται ότι εγεννήθην διά να καταστήσω υμάς με την προστασίαν των θεών ευδαίμονας και ελευθέρους. Δεν σας νομίζω κατωτέρους των Μήδων ούτε εις τα πολεμικά ούτε εις τα άλλα. Επαναστατήσατε λοιπόν αμέσως κατά του Αστυάγους.» Οι Πέρσαι, επιτυχόντες αρχηγόν, μετά χαράς εδέχθησαν να ελευθερωθώσι, διότι προ πολλού εδυσφόρουν δουλεύοντες υπό τους Μήδους.
Αλλ' ο μπάρμπα-Στεφανής, μόλις ήκουσε την ερώτησιν του ιερέως, και χωρίς να σκεφθή πλέον του δευτερολέπτου, με την χονδρήν, ταχείαν, κ' εμπερδεμμένην προφοράν του ανέκραξε· — Μπράβο! μπράβο! ακούς! ακούς! Στο Κάστρο; μετά χαράς! όρεξι νάχης, όρεξι νάχης, παπά! — Να, άνθρωπος! είπεν ο παπάς. Έτσι σε θέλω, Στεφανή! Τι λες, είνε κίνδυνος;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν