Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Κάτω απ τα ρειπωμένα τα τειχιά, στα φρύδια γύρωθε του βράχου, πυκνές οι αγριαμυγδαλίτσες, εκρέμαγαν τα φουντωτά κλωνάρια τους πάνω στο γιαλό, κ' εκαθρεφτίζονταν με χάρη. Ασπρουδερά κι ολόχαρα τα κουνελάκια, που βόσκουν άφτονα μες το νησί, εξέβγαιναν βόσκοντας πάνω στου βράχου το στεφάνι.

Ο Μαρτίνος έλεγε: — Θυμούμαι, πως αρρώστησα κ' εγώ στο Παρίσι στο πρώτο μου ταξίδι· ήμουνα πολύ φτωχός· έτσι δεν είχα ούτε φίλους, ούτε γυναίκες ούτε γιατρούς κ' έγιανα. Εν τω μεταξύ χάρη στα γιατρικά και τις αφαίμαξες η αρρώστια του Αγαθούλη χειροτέρεψε. Ένας παπάς της συνοικίας ήρθε με πολύ γλυκάδα να του ζητήση ένα γραμμάτιο πληρωτέον στο νεκροφόρο.

Κάμε το σταυρό σου, Κεριάκο, γιατί μας έρχεται μεγάλο θανατικό. Κατέβηκε η Αγιά Μαρίνα στον ύπνο μου και μου το φανέρωσε. Κερ. Τη χάρη της νάχουμε! Τι 'νε τούτα που ακούγω! Νά γιατί με ξεκούφανε απόψε κι ο σκύλος! Τα παιχνίδια περνούσαν, κι αυτός δος του κι ούρλιαζε, όλο ούρλιαζε. Έσκυψε κ' η κόρη μου να πάρη την αληκάτη της, και τι να δη σιμά στο λυχνάρι!

«Ύστερα μώλεγε κρυφά να σου ζητώ τη χάρη Να μ' αξιώσης μια φορά ένα σπαθί να ζώσω Και να μην έρθη ο θάνατος να μ' εύρη, να με πάρη Πριν πολεμήσω ελεύθερος, για σε πριν το ματώσω. Πατέρα παντοδύναμε! Άκουσες την ευχή μου Μου φύτεψες μες την καρδιά, αγάπη, πίστη, ελπίδα, Έδωκες μιαν αχτίδα σου, αθέρα στο σπαθί μου Και μούπες, τώρα πέθανε για με, για την πατρίδα.» »Έτοιμος είμαι, Πλάστη μου!

Στάθηκε ο Παυλής και τήραγε την τόση τη χάρη, τήραγε το χωριό, τον κάμπο, το πέλαγο, και τα δυο τα ρημοννήσια, τις βαρκούλες και τα περάματα στα βάθια του κόρφου, και του φάνηκαν όλα σαν κόσμος καινούργιος, και το καίγουνταν που δεν ήρθε προτήτερα να τον ανακαλύψη αυτόν τον καινούργιο τον κόσμο, και το παραξενεύουνταν, πώς γίνεται να πηγαινοέρχουνται τόσοι και τόσοι από τόμορφο το χωριό, και να μην έρθη κανένας τρελλαμένος από τα μάγια του και με το ζόρι να τους πάρη και να τους δείξη τόμορφο το χωριό!

Μα αν των θεώνε πάλι μας δώκει η χάρη το καστρί να πάρουμε των Τρώων, μπαίνεις και πλοίο με χαλκό και μάλαμα φορτώνεις ξέχειλο, σα μοιράζουμε το πράμα, και γυναίκες 280 όπιες σ' αρέσουν Τρώισες ως είκοσι διαλέγεις, απ' τη Λενιό ύστερα τις πιο λαχταριστές στα κάλλη.

Αλλ' η νεαρά κόρη έπεσε πράγματι ασθενής και είχε δεινόν πυρετόν. Όταν ο πατέρας ήλθε παρά την κλίνην της και της ανήγγειλεν ότι έκαμε αγάπην με την μητέρα της, διά να χαρή, ήτον αργά πλέον. Η τρυφερά παιδίσκη εμαράνθη εξ αγνώστου νόσου, και ούτε φάρμακον ούτε νοσηλεία ίσχυσε να την ανακαλέση εις τον πρόσκαιρον κόσμον.

Κένταγε κι’ ωριοκένταγε με χάρη και με γνώση Δυο άσπρα σπίτια τρίπατα μ’ αυλές και με παραύλια, Με τοίχους μαρμαρόχτιστους, με μαρμαρένιες σκάλες, Και παραθύρια με γυαλιά και γυάλινους εξώστες, Τώνα στα πόδια του Χριστού, τ’ άλλο στης Παναγίας... Το πρώτον είταν του Γαμπρού, το δεύτερο της Νύμφης, Γεμάτα κόσμο και τα δυο κι’ από χαρά γεμάτα, Και στες πλατύχωρες αυλές χορούς και πανηγύρια, Και ψησταριές μ’ αμέτρητα κριάρια σουβλισμένα.

Χάρη σε σας, για δέφτερη φορά ξαναγεννήθηκε ο αθρώπινος νους και φωτίστηκε η επιστήμη. Μα δε σας έφταξε μόνο αφτό· την αρχαία τη γλώσσα δεν τη φυλάξετε μόνο στο χαρτί· έμεινε στα χείλια σας απάνω. Εκεί, ακόμη και σήμερα, βασιλέβει. Όταν κανείς συλλογιέται τέτοιο πράμα, μόλις του φαίνεται δυνατό, κι όταν το λέει, μόλις μπορεί ο ίδιος να πιστέψη τα λόγια του.

Όσο για το Φραβίττα, ειδωλολάτρης όντας αυτός κι όχι Αρειανός, η μόνη χάρη που ζήτησε τότες του Αρκαδίου είτανε να τον αφήση να προσκυνάη τους θεούς του κατά τις δοξασίες του. Έστερξε ο Αρκάδιος στην παρακαλεσιά του γέρου, κ' έκαμε ίσως τότες την πιο αρχοντικιά πράξη του.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν