Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Και ο Κλεινίας ευχαριστήθηκε υπερβολικά και εγέλασε, πράγμα το οποίον έκαμε τον Κτήσιππον να φουσκώση και να γίνη δέκα φορές τόσος από την χαράν του· κατά την ιδέαν μου όμως ο Κτήσιππος, τετραπέρατος καθώς είναι, θα τα κρυφάκουσεν αυτά απ' αυτούς τους ιδίους και έμαθε το μυστικό τους· διότι αληθινά σ' αυτό το είδος της σοφίας κανείς εις τον κόσμον δεν μπορεί να τους παραβγή.
Είναι τόσος καιρός που την περίμενα! — Φίλε ο Θεός να σας προστατεύη. Τι νέα έχετε από τη Βασίλισσα; — Αλλοίμονο! Κακά νέα. Ο Βασιληάς την αγαπάει και την τιμάει. Μα αυτή από τότε πώφυγες, μαραίνεται και κλαίει για σένα. Α! γιατί να γυρίσης κοντά της; Γυρεύεις πάλι το θάνατό της και το δικό σου; Τριστάνε λυπήσου τη Βασίλισσα, άφησέ την στην ησυχία της. — Φίλε, είπεν ο Τριστάνος.
Γονάτισε 'ς την άκρη Του βράχου κ' έγνεψε 'ψηλά. Δεν του 'μιλούν τα χείλη, Μιλάει η καρδιά του, η ψυχή, Μιλάει του Παντοδύναμου, 'μιλάει τα λόγια εκείνα, Οπού τα λένε προσευχή, Αγνά 'σάν τα τριαντάφυλλα, αθώα 'σάν τα κρίνα. Ήταν εκείν' η προσευχή για όλο μας το Γένος. Και τόσος του ήταν 'ς την καρδιά, ο πόνος σωρειασμένος Οπού τον έκοψ' ίδρωτας.
Τι νομίζεις ότι θα έπραττεν ο Δημόκριτος εάν έβλεπε ταύτα; Θα ηδύνατο να γελάση όσον ήτο άξιος ο Πρωτεύς; Αλλά τόσος γέλως φαίνεται και της ευθυμίας του Δημοκρίτου ανώτερος. Γέλα εν τοσούτω και συ, φίλε μου, και μάλιστα όταν ακούσης τους άλλους να τον θαυμάζουν. Απόλλων, Ζευς, Φιλοσοφία, Ηρακλής, Ερμής, Άνθρωποι, Κύριος, Ορφεύς, Φυγάδες, Φιλοξενών.
Από πού κι ως πού όμως ο τόσος ο θυμός; Από τον τίτλο Ιστορία της Ρωμιοσύνης, που έβαλε ο Αργύρης στο βιβλίο του, να δηγηθή τα ιστορικά της Ρωμιοσύνης από τον Κωσταντίνο το Μεγάλο ίσα με τον Ιουστινιανό. Σπουδαία αφτά. Για να τα ξετάσουμε λιγάκι. Ρωμιός θα πη Ρωμαίος.
ΑΡΓΓΑΝ Αυτή η πανούργα θα με πεθάνη, αγάπη μου. ΜΠΕΛΙΝΑ Κουνήσου απ' τη θέσι σου! ΑΡΓΓΑΝ Αυτή φταίει για όλη τη χολή που βγάζω. ΜΠΕΛΙΝΑ Μη στενοχωρήσαι τόσο πολύ. ΑΡΓΓΑΝ Είνε τόσος καιρός που σου λέω να τη διώξης. ΜΠΕΛΙΝΑ Θεέ μου! δεν υπάρχει υπηρέτης, δεν υπάρχει υπηρέτρια, παιδί μου, που να μην έχουν τα ελαττώματά τους.
Πώς έτρεχον το πρωί, εις την πεδιάδα πέραν, έξω της πολίχνης, τόσος κόσμος, άνδρες και παιδία, και ολίγαι γυναίκες προσέτι; Έτρεχον ανά την ευρείαν λεκάνην, την σχηματιζομένην μεταξύ δύο βουνών και ενός βορεινού όρμου και του λιμένος του μεσημβρινού, πλήθος πολύ σφόδρα.
ΠΑΤΕΡ ΙΩΑΝΝΗΣ Δεν ήτο τρόπος να σταλθή. Ιδού· εδώ το έχω ούτε μου ήτο δυνατόν να σου το στείλω 'πίσω. Τόσος τους έπιασε πολύς επιδημίας φόβος. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Ω συμφορά! Το γράμμα μου ασήμαντον δεν ήτο, αλλ' είχε, μα το ράσον μου, μεγάλην σημασίαν, και ίσως η αναβολή κακόν μεγάλον φέρη. Πήγαινε τώρα, πήγαινε, ω πάτερ Ιωάννη, εύρε λοστόν, και φέρε τον αμέσως ‘ς το κελλί μου.
— Μανδρόσκυλον. — Είνε μεγάλος; — Είνε τόσος, είπεν ο χωρικός, σημειώσας ύψος τι από του εδάφους διά της χειρός. — Δεν γνωρίζει ο σκύλος σου τα ίχνη; επανέλαβεν ο αρχηγός. — Δεν ξέρω αν τα γνωρίζη. — Δεν έκαμε αυτήν την τέχνην ποτέ; — Είνε μανδρόσκυλος, επανέλαβεν υπερηφάνως ο βοσκός. — Τέλος ειμπορείς, συ ή ο σκύλος σου, να οδηγήσητε αυτό το απόσπασμα; — Ειμπορούμεν, αφέντη.
Διά ταύτα η χώρα είνε ακατοίκητος. Αλλά πώς να κατοικηθή όταν έχη κλίμα τόσον φρικτόν και είνε τόσον ξηρά και άφορος; Είνε τόσος ο καύσων και τόσον φλογερός και πεπυρακτωμένος ο αήρ και τόσον βράζει η άμμος, ώστε η χώρα εκείνη αποβαίνει εντελώς άβατος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν