United States or Botswana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να κάμη κούνιαν τέλος, υπό τον πλάτανον του Αγίου Γεωργίου τον υψηλόκλαδον, να κουνισθή, ν' αερισθή όλη εις τον αέρα εκείνον, οπού ήρχετο αγνός από το πέλαγος. Εκείνη εις την κούνιαν, και ο αέρας να την τραγουδή . . . Έκαμε τον σταυρόν της εγερθείσα νύκτα-νύκτα. Έλαβε το καλαθάκι της, εκείνο το λεπτόπλεκτον, το κυμαίον.

Αλλ' όταν επαναληφθέντος του πηδηκτού, είδε τον Τερερέν ιστάμενον παρά την εστίαν και απαντώντα εις τα δίστιχα του νέου όστις εχόρευεν εις τον «κάβον», ενόμισεν ότι έπρεπε να χορεύση διά να εξουδετερώση την επίδειξιν του εχθρού δι' άλλης επιδείξεως. Αυτός δεν ήξευρε να τραγουδή, αλλά και ο Τερερές δεν ήξευρε να χορεύη.

Ο άνθρωπος εκεί αφίνει το αίσθημά του ελεύθερον να πετά, να πηδά, να χορεύη, να τραγουδή, ως πετώσι και πηδώσι και χορεύουσι και τραγουδούσι τα ελεύθερα πουλιά κυνηγούμενα μεταξύ των μίαν ωραίαν πρωίαν από 'κλάδου εις κλάδον.

Επεριπάτησα όλην εκείνην την νύκτα χωρίς να ηξεύρω πού υπάγω, και το ταχύ στεκόμενος εις ένα τόπον διά να αναπαυθώ, βλέπω ένα ενδεδυμένον με φόρεμα πολλά παράξενον ο οποίος πλησιάζοντας κοντά μου με εχαιρέτησε, και μου έδωσεν ένα κλωνάρι δάφνης, που είχεν εις το χέρι, έπειτα άρχισε να τραγουδή διά να του κάμω καμμίαν ελεημοσύνην.

Μετ' ολίγην ώραν λοιπόν, όταν ο καπνός του κρασιού του ανέβη εις την κεφαλήν, ήρχισε να τραγουδή κατά την συνήθειάν του, και να κινή τα ποδάρια του εις τους ώμους μου, ωσάν να ήθελε να χορεύση.

ΓΑΛ. Να μας δείξης τον 'δικό σου ο οποίος είνε καλλίτερος και ξέρει να τραγουδή και να παίζη λύραν καλλίτερα. ΔΩΡ. Εγώ δεν είπα ότι έχω εραστήν, ούτε καυχώμαι ότι είμαι αξιέραστος. Αλλά εραστήν ωσάν τον Κύκλωπα, ο οποίος μυρίζει ως τράγος, τρώγει ωμά κρέατα, ως λέγουν, και μάλιστα τους ανθρώπους τους ερχομένους εδώ, σου τον χαρίζω και σε αφίνω να τον ανταγαπάς. 2. &Κύκλωπος και Ποσειδώνος.&

Εγώ μην έχοντας κανένα δηνάριον, έτσι και δεν ημπορούσα να του δώσω. Αυτός ελογίασε να μη γροικώ την Περσικήν γλώσσαν. Όθεν άρχισε να τραγουδή Αραβικά, μα καταλαμβάνοντας ότι εγώ δεν είχα τίποτα να του δώσω, μου είπεν· Αδελφέ, δεν ημπορώ να καταλάβω, εσύ να είσαι χωρίς δηνάρια; Βέβαια έτσι είνε του απεκρίθηκα· εγώ δεν έχω επάνω μου ούτε άσπρον, και δεν ηξεύρω πού να κτυπήσω το κεφάλι μου.

Αφού είδε πως ο Άδμητος είχε νεκρόν στο σπίτι, αυτός εν τούτοις τόλμησε ναρθή να καταλύση. Έπειτα δεν τον έφθασαν εκείνα που του πήγα να φάη, αλλ' εζήτησε και άλλα να του φέρω. Επήρε εις το χέρι του το ξύλινο ποτήρι και ήρχισε μαύρο κρασί να πίνη ως που η φλόγα επότισε το σώμα του και τώκαμε καμίνι. Τότε με μύρτα εστόλισεν αμέσως το κεφάλι και ήρχισε να τραγουδή σαν σκύλλος που ουρλιάζει.

Γιατί να μην είτανε κι όλο το τραγούδι γραμμένο επίτηδες γι' αυτόν, αφού μπορούσε και το τραγουδούσε και χαιρότανε τόσο πολύ; Το τραγούδι αυτό δεν είχε το δικαίωμα να το τραγουδή άλλος από το Σβεν και δεν μπορούσε αλήθεια να το τραγουδή κανείς άλλος όπως αυτός, αυτός που στάθηκε ο μικρός αδερφός στη ζωή, ο μικρός αδερφός στο θάνατο και που έμεινε και θα μείνη πάντα μ' αυτό τόνομα.

Ο γέρο-Λευθέρης ο Κουσερής ήτο εν ευθυμία, και μετά μικρόν ήρχισε να τραγουδή τα οικεία αυτώ παλαιά μερακλίδικα τραγούδια: Απ' τα πολλά μου βάσανα, κι' απ' τα πολλά μου πάθη, 'ς ένα δενδρί ακούμβησα, κ' εκείνο εμαράθη. Και πάλιν: Όλοι κακό μου θέλουνε, η πέτραις και τα ξύλα, σαν ακουμβήσω σε δενδρί μαραίνονται τα φύλλα.