United States or South Africa ? Vote for the TOP Country of the Week !
Τότες στον Αχιλέα 214 τρέχει η αμάλαγη θεά, του Δία η θυγατέρα, και πάει κοντά του στέκεται και του μιλάει διο λόγια 215 «Τώρα πια ολπίζω, ξακουστέ λεβέντη μου Αχιλέα, με δόξα πίσω ολόλαμπρη θα πάμε στα καράβια σφάζοντας πριν τον Έχτορα, τ' αμπούχτιστο κοντάρι. Τι τώρα δε γλυτώνει πια, και κόσμο α θε χαλάσει 220 ο Φοίβος, και στου Δία ομπρός αν κυλιστεί τα πόδια.
Μα αν πάρα σούναι μισητός τ' Ατρέα ο γιος, κι' εκείνος 300 κι' αφτά τα δώρα του, μα εμάς λυπήσου καν τους άλλους π' όλους μάς έσφιξε ο οχτρός, κι' εμείς θα σε τιμούμε σάμπως θεό· τι σ' ολωνών θ' ανυψωθείς τα μάτια — σ' το τάζω — τώρα σφάζοντας τον Έχτορα, γιατί ήρθε κοντά πολύ, σαν πούναι τος γιομάτος άγρια λύσσα, 305 τι λέει, κανένας ίσος του δεν είναι απ' τους Αργίτες, όσοι κι' αν ήρθανε ως εδώ με την αρμάδα οχ τ' Άργος.»
Και η Πηνελόπ' η φρόνιμη 'ς εκείνον αποκρίθη• «Πήγαινε, κράξε αυτόν εδώ, να τά 'πη όλα εμπρός μου. και ας παίζουν κείν', είτ' έμπροθεν 'ς την θύρα καθισμένοι 530 ή αυτού μέσα 'ς τα δώματα, αφού καλόκαρδ' είναι. ότι έχουν όλ' ανέγγικτα 'ς το σπίτι τ' αγαθά τους, τον σίτον, το γλυκό κρασί• τρέφονται μόν' οι δούλοι• κ' εκείνοι εδώ 'ς το σπίτι μας ολοκαιρής συχνάζουν, και βώδια σφάζοντας, αρνιά κ' ερίφια σαρκωμένα, 535 συντρώγουν και το φλογερό κρασί μας καταπίνουν, χαμένα, και όλα φθείρουν τα• ότι άνδρας δεν υπάρχει, ως ο Οδυσσέας άλλοτε, το σπίτι αυτό να σώση. αλλ' αν εις την πατρίδα του γυρίσ' ο Οδυσσέας, με τον υιόν του εκδίκησι της αδικιάς θα πάρη». 540
Μα αφτό η χαλκένια αρματωσά τού τόκρυβε όλο τ' άλλο, πανώρια, π' απ' τον Πάτροκλο την πήρε σφάζοντάς τον, μά 'δειχνε εκεί που τα κλειδιά χωρίζουν σνίχι κι' ώμους, στη γούβα, εκεί που η κονταριά πιο γλήγορα σκοτώνει· 325 εκεί τον κάρφωσε καθώς του ρήχνουνταν, κι' ως πέρα βγήκε ο χαλκός διαβαίνοντας τον τροφαντό λαιμό του δίχως η άκρη η σουγλερή να αγγίξει το λαρύγγι . 328
Θάρρος, παιδιά! έλα ας μείνουμε μια στάλα ως που να δούμε, τάχα μαντέβει ψέματα ο Κάρχας ή κι' αλήθια. 300 Τι το θυμόσαστε καλά ακόμα αφτό — μαρτύροι είστε όλοι εσείς που η συνοδιά δεν άρπαξε του χάρου — σα χτες προχτές, τη σύναξη σαν είχαν τα καράβια μες στην Αβλίδα για να βγουν τους Τρώες να βαρέσουν, εμείς στους άγιους τους βωμούς, στο κεφαλάρι γύρω, 305 σφάζοντας βόδια απ' τους θεούς ζητούσαμε βοήθια στον ήσκιο ωραίας πλατανιάς, όθε έτρεχε καθάριο το ρέμα — τότες φάνηκε μεγάλο 'να σημάδι.
Επτά καπετανέοι, πολεμόχαροι άντρες, σφάζοντας μες σε μαυροσίδερην ασπίδα ταύρο και στο σφαχτάρι γγίζοντας τα χέρια, στον Άρη, Ενυώ και Φόβο, π’ αγαπούν τους γόνους, όρκους δώσανε, ή, αφού την κατασκάψουν με βία την πόλη των Καδμείων ν’ αφανίσουν, ή σκοτωμένοι με το αίμα τους τη γη να βρέξουν.
Λέξη Της Ημέρας