United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πολλοί μεταξύ των συμμαθητών μου ήσαν οι επιδιώκοντες την εύνοιαν και την συντροφίαν της εύμορφης Σεμίρας, προ πάντων τον χειμώνα, εις τους παγερούς κοιτώνας του Λυκείου.

Ο βασιλεύς με λύπην έκαμε καθώς επιθυμούσα, και αρμάτωσεν ένα καλό καράβι, γεμίζοντάς το από τα αναγκαία της τροφής και δίδοντάς μου μεγάλα χαρίσματα, και ανθρώπους διά να μου είνε εις συντροφίαν και λαμβάνοντας το θέλημα από τον βασιλέα και από την βασιλοπούλαν Μάλκαν, οι οποίοι με μεγάλην τους θλίψιν με άφησαν, εμίσευσα.

Συντροφιά με τους γλάρους. Ω! την ηγάπησα την συντροφιάν την λευκήν των γλάρων. Είνε αθώα, ως είνε κάτασπρα τα πτερά των. Σε διασκεδάζουν χωρίς να σε κουράζουν. Αγάπη κουράζουσα δεν είνε αγάπη. Σε συντροφεύουν χωρίς να σε ενοχλούν. Αθορύβως, σιωπηλώς. Ευγενώς. Είνε καλόγνωμος η συντροφιά των γλάρων. Εμφανίζονται ενώπιόν σου εκεί όπου δεν τους περιμένεις. Ως παλαιοί σου φίλοι.

Δεν εστάθηκα πολύν καιρόν εις το Μπαγδάτι· αλλ' ανταμώθηκα με μίαν συντροφιάν από χατζήδες, και επήγα εις την Μέκκαν και αφού επροσκύνησα εκείνους τους τόπους, συντροφεύθηκα με τους χατζήδες Ταρτάρους, και απερνώντας από τούτην την χώραν, μου άρεσε, και αποφάσισα να κατοικήσω εις αυτήν, και είνε έως τώρα χρόνια σαράντα που ευρίσκομαι εδώ, και περνώ μίαν ζωήν καλογηρικήν ή μοναχικήν, και με κανένα δεν έχω αντάμωσιν.

Ο πατέρας μου τον καιρόν που ευρίσκονταν εδώ εις την Σαμαρκάντα, ήτον κονεμένος εις τον οίκον ετούτον του πενθερού μου Μουζαφέρ, που από πολύν καιρόν τον εγνώριζεν. Αυτοί όντας αντάμα εσυμφώνησαν ανάμεσόν τους ετούτην την υπανδρειάν· και ο πατέρας μου ξαναγυρίζοντας εις την Καρακοράμ με έστειλεν εδώ με πολλήν συντροφιάν εδικών μου δούλων.

Και λέγοντας αυτά τα λόγια έγινεν άφαντη. Όθεν κατά το παρόν συνεπληρώθησαν οι δέκα χρόνοι, και εγώ πηγαίνω εις αναζήτησιν της γυναικός μου της Εξωτικής· και περνώντας από εδώ συναπάντησα τούτος τον πραγματευτήν με τον σεβάσμιον αυτόν γέροντα, που φέρει την έλαφον, και έμεινα εις συντροφιάν των.

Τέλος πάντων εκατάλαβα ύστερον από κανένα χρόνον, ότι η πατρική μου περιουσία ήτον πολλά ωλιγοστευμένη· ο φόβος διά να μην πέσω εις δυστυχίαν με έκαμε να σταθώ διά να την εμποδίσω. Και ούτως αποφάσισα μη κάμω καμμίαν συντροφίαν, και να υπάγω να πραγματευθώ εις το βασίλειον της Γολκόνδας.

ΤΥΒΑΛΤΗΣ Εσύ παληόπαιδον, εσύ θα τον ακολουθήσης, εσύ, που είχε συντροφιάν εκείνος κ' εδώ κάτω! ΡΩΜΑΙΟΣ Το ποιος θα 'πάγη, το σπαθί θα το αποφασίση. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Ρωμαίε, φύγε· πήγαινε! Νεκρός είν' ο Τυβάλτης, κι ο κόσμος εσηκώθηκε. Τι στέκεσαι και βλέπεις; Ο πρίγκηψ σ' εθανάτωσε αν σε συλλάβη... Φύγε! ΡΩΜΑΙΟΣ Ω! Είμαι τ' αναγέλασμα της Μοίρας! ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Τι προσμένεις;

Όθεν διά νυκτός καβαλλικεύοντας ένα του καλόν άλογον, και χωρίς να πάρη τινά εις την συντροφιάν του εμίσευσε διά την Μπάσρα· Φθάνοντας δε εκεί ύστερον από μερικών ημερών περιπάτημα, επήγε και εκόνευσεν εις ένα χάνι κοντά εις την πόρτα του κάστρου, και αφού αναπαύθη ολίγον έκραξε τον χαντζή, ο οποίος ήτον ένας σεβάσμιος γέρων, και του λέγει· αλήθεια ευρίσκεται εδώ ένας άνθρωπος, που ονομάζεται Αμπτούλ, ο οποίος υπερβαίνει τους μεγαλυτέρους βασιλείς εις την γενναιότητα και μεγαλοπρέπειαν; Ναι, αυθέντη μου, απεκρίθη ο χαντζής, και αν ήθελα έχω χίλια στόματα, δεν ήθελα δυνηθή να διηγηθώ τα πλούτη του, τα γενναία του κατορθώματα, και τες χάρες που καθημερινώς δείχνει εις όσους εις αυτόν συντρέχουν.

Ο βασιλεύς υπάγει μίαν φοράν την εβδομάδα διά να επισκεφθή την βασιλοπούλαν, έπειτα γυρίζει εις την Γάζναν. Και η Σχυρίνα δεν έχει διά συντροφιάν άλλο παρά μίαν κυβερνήτριάν της και ολίγες σκλάβες. Εγώ ευχαριστώντας τον χωριάτην, που μου έδωσε να καταλάβω αυτές τες υπόθεσες, εκίνησα και επήγα εις την χώραν διά να την ιδώ.