United States or Guernsey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο χαντζής του εδιηγήθη πως τέτοιες χαρές δεν γίνονται ούτε διά καμμίαν νίκην, που έκαμαν εναντίον των εχθρών του, ούτε διά κανένα άλλο ευτυχισμένον συμβεβηκός· κάθε ημέραν ο λαός εορτάζει κάποιαν νέαν χαράν· και τούτο συμφώνως διά να αρέσουν εις την κλίσιν του βασιλέως, ο οποίος έτσι αγαπά κατά πολλά, με το να είνε του πλέον καλλιτέρου χαρακτήρος, που εις τον κόσμον ευρίσκεται· όθεν του εδόθη δι' αυτήν την αιτίαν το επίθετον του βασιλέας χωρίς θλίψιν.

ΑΣΤ. Κι' είσαι γιαμά απ' τ' άι βασιλειού τον τόπο; για δι' αύτο είσαι και χαντζής — ν' άμπ' ο διάολος μέσα σην καβούκα σουκαι πες μου μουρέ εσύ, πώς εγίνηκε ο λαβωμός του Κρητικού; ΑΝΑΤ. Αρτίκ πινσάτο, μινσάτο, εγώ ντε ξέρω, αρβανίτη χτύπησε κηρτικό, βέρσελλαμ .

Έτσι την έσυρ' από το καπίστρι, κι αφίνοντας εκεί το σαμάρι της με τη καβάλα μου ολόβολη, κολυμπημένα 'ςτο νερό μέσα, γύρισα μαζύ με τη μούλα τον κατήφορο 'ςτο χάνι του Τρίκκα. Το χάνι ήτον κλεισμένο. Έλειπε 'ςτο χωριό του ο Παλιοχωρίτης χαντζής. Στου κατωγιού του την πόρτα στέκοντανένα παραστάτη ριζωμένος ο ξάδερφός μου, ζυφτάρι καμωμένος από τη βροχή.

Όθεν διά νυκτός καβαλλικεύοντας ένα του καλόν άλογον, και χωρίς να πάρη τινά εις την συντροφιάν του εμίσευσε διά την Μπάσρα· Φθάνοντας δε εκεί ύστερον από μερικών ημερών περιπάτημα, επήγε και εκόνευσεν εις ένα χάνι κοντά εις την πόρτα του κάστρου, και αφού αναπαύθη ολίγον έκραξε τον χαντζή, ο οποίος ήτον ένας σεβάσμιος γέρων, και του λέγει· αλήθεια ευρίσκεται εδώ ένας άνθρωπος, που ονομάζεται Αμπτούλ, ο οποίος υπερβαίνει τους μεγαλυτέρους βασιλείς εις την γενναιότητα και μεγαλοπρέπειαν; Ναι, αυθέντη μου, απεκρίθη ο χαντζής, και αν ήθελα έχω χίλια στόματα, δεν ήθελα δυνηθή να διηγηθώ τα πλούτη του, τα γενναία του κατορθώματα, και τες χάρες που καθημερινώς δείχνει εις όσους εις αυτόν συντρέχουν.

Και πολλαίς φοραίς την αυγήν, ο Χαντζής ο Μπολμάς, ο μέθυσος αχθοφόρος, πηγαίνων εις την καλύβην του, περνώντας μπροστά από την εκκλησίαν, το είδε το κρεββάτι, με πεθαμένον μέσα, με κεριά αναμμένα γύρω-γύρω, οπού μόνον του, χωρίς να το κρατή κανένας, έφευγεν από τον νάρθηκα, κ' επήγαινε προς το νεκροταφείον, με τον πεθαμένον μέσα, με τα κεριά αναμμένα γύρω-γύρω.

Ακούοντας από τον Χαντζήν ο Βεδρεδίν αυτήν την διήγησιν, λέγει προς τον βεζύρην του. Από τον ευγενικόν χαρακτήρα που ο Χαντζής μου εφανέρωσε διά τον βασιλέα του Αστραχάν, εγώ είμαι βέβαιος πως του λόγου σου είσαι πληροφορημένος πως αυτός βεβαίως είνε χωρίς θλίψιν.