Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Μα τώρα ενόμιζε πως ήταν υποχρεωμένος κι αυτός να φανή άξιος· να κάμη όσο μπορούσε μεγαλείτερη την υποδοχή του. Για τούτο δεν έπαυε να παρακινή τους άλλους να δείξουν με ξελαρυγγιάσματα τη χαρά τους. — Κύριε λέησον, μωρέ παιδιά! — Κύριε ελέησον!... Κύριε ελέησον!... Κύριε ελέησον!... Βγαίνει αμέσως φωνή από το πλήθος και σκεπάζει τη φλυαρία του τζίτζικα.

Και αν δεν σ' εύρω, αν δεν σε ίδω πλέον, αν σε χάσω διά πάντοτε, Αϊμά, είξευρε ότι δεν δύναμαι πλέον να ζω και ότι ο κόσμος είνε μαύρος δι' εμέ, μαύρος ο ουρανός, ο οποίος με σκεπάζει, Αϊμά, μαύρη η γη, οπού πατώ, μαύρον το φως που με φωτίζει, όλα μαύρα, κατάμαυρα. Από σε περιμένω το φως, από σε την δρόσον, από σε τον αέρα, Αϊμά, και χωρίς εσέ όλα είνε σκότος, όλα βάσανος, και όλα κόλασις.

Αντρίκια, γυναικίσια, παιδιακίσια, και γέρικα. Τάβλεπε ο Μιχάλης συλλογισμένος και τα χείλη του κρυφοσφύριζαν. Ρώταγε άραγες η ψυχή του σαν πόσα κόκκαλα εκεί μέσα τα είχε το βόλι σκισμένα; δεν το ρώταγε; Θεός το ξέρει. Τα χείλη του χαμηλοσφύριζαν όμως. Ίσως το γνωστικό εκείνο το σφύριγμα που σκεπάζει κάποτες βαθιούς στοχασμούς και βαθύτερους πόνους. Εκεί απάνω τονε φωνάζει ο Πανάγος.

Το πρωί είναι άπειρο το φως, το πρωί γεμίζει ο ουρανός χαμογέλοια, βάζει ρούχα καινούρια και γιορτάζουν τα περιβόλια. Λέλα, κάθου, μη σηκωθής. Μείνε, μείνε ακκουμπισμένη στη συκιά που σε σκεπάζει, ολόχρουσό μου κεφαλάκι. Τα φύλλα κουνιούνται αγάλια αγάλια και σου λεν καλημέρα. Τι ωραία που είσαι! Τρέμει η καρδιά μου που θα ραγίση.

Η επική διήγηση του ποιήματος μόλις διακρίνεται, γιατί η λυρική μουσική τη σκεπάζει, την πνίγει, κάποτε. Ο Γύφτος είναι σα μια πρόφαση, για να πήτε πιο ξάστερα και πιο ελεύθερα εκείνο που στοχάζεσθε. Αλλά τι καλά διαλεγμένη που είναι η πρόφαση αυτή.

Μετά την άπονον πράξιν επανέρχεται εις την Δανίαν, και αναγγέλλει εις τον Κλαύδιον την επιστροφήν του με επιστολήν, της οποίας η δουλική φράσις σκεπάζει υποκριτικώς τον φονικόν σκοπόν του.

Μπορεί κανείς να ιδή στο δωμάτιο της Βασίλισσας από ένα στενό παραθυράκι που βρίσκεται πειο ψηλά στο τείχος. Αλλά μια μεγάλη κουρτίνα τεντωμένη κατά μήκος της αιθούσης σκεπάζει τη θέα. Ένας από τους τρεις σας ας μπη αύριο με τρόπο στον κήπο. Θα κόψη ένα μακρύ κλαδί και θα το ξεμυτίση στην άκρη. Ας σκαρφαλώση τότε ως το ψηλό παράθυρο κι' ας παραμερίση λίγο με το κλαδί το πανί της κουρτίνας.

Ορίζει λοιπόν κατ' αρχάς τον έρωτα και τελειώνει απαριθμών τα κακά τα οποία, προξενεί ο εραστής εις τον αγαπώμενον νέον, εν ώ από την αισχύνην, διά το αισχρόν θέμα, σκεπάζει το πρόσωπόν του. Αλλ' ο Φαίδρος είναι αδύνατον ν' αρκεσθή έως εδώ. Ζητεί από τον Σωκράτην να του απαριθμήση και τα καλά τα οποία προξενεί εις τον αγαπώμενον ο μη ερών.

Είναι φοβερό ν’ ακούση κανείς, πως γίνεται αυτό το κηρί! Εκείνος, που έχει ανάγκη από τέτοιο κηρί, πηγαίνει και ξεκοιλιάζει έναν άνθρωπο, του αρπάζει την ξυγγοπάνα, που σκεπάζει τα εσωτικά του και φεύγει. Αλλά για να είναι χρήσιμη αυτή η ξυγγοπάνα, πρέπει ο άνθρωπος που την είχε, να είταν ζωντανός την ώρα, που ο φονιάς την τραβούσε από μέσα.

Τα είδες εσύ ποτέ σου αυτά, παπά-Νικόλα μου; Εγώ τα είδα. Μάλιστα. Εκεί είνε λοιπόν και ο Αράπης θαμμένος, και του ανάπτουν και καντήλι οι Τούρκοι και τον έχουν τον τάφον του με κάγκελλα συγυρισμένον και ένα εύμορφον κλήμα τον σκεπάζει με τα πλατειά τα φύλλα του.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν