Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Κτύπος δεν ηκούσθη πλέον. Φωνή κλαυθμηρά, συριγμός βραχνός, ως ο του συρίζοντος βορρά, όστις κατά την αυτήν ώραν εις το παράθυρόν μου εμαίνετο, απήντησεν εις την ερώτησίν μου, και ρίγος καθ' ολόκληρον το σώμα μου ησθάνθην, και αι τρίχες της κεφαλής μου ωρθώθησαν, και εις τας φλέβας μου εσταμάτησε παγωμένον το αίμα.
Διότι ουδείς ακόμη ησθάνθη ρίγος εντός των βλεφάρων• των δε ζώων τα οποία δεν έχουσιν αίμα οι οφθαλμοί είναι σκληρόδερμοι, και το δέρμα τούτο είναι η σκέπη των οφθαλμών. Αλλά και τούτο είναι μωρολογία. Τω όντι τι είναι, η ένωσις φωτός με φως; Πώς δύναται να γείνη τούτο; Διότι βέβαια δεν συνενούται το τυχόν σώμα με τυχόν σώμα.
Αλλ' η κίνησις αύτη έκαμε να πέση εις τα οπίσω η κουκούλα, ήτις εκάλυπτε την κεφαλήν του, και όλον το φως έπεσεν επί του προσώπου του. Ο Γλαύκος, όστις εκάθητο εκεί πλησίον, ιδών την μορφήν του Χίλωνος, ανεπήδησεν από το κάθισμά του και εστάθη έμπροσθεν αυτού. — Δεν με αναγνωρίζεις, Κήφισσε; ηρώτησεν. Η φωνή του είχε τι τόσω το τρομερόν, ώστε ρίγος διέτρεξεν όλους τους παρεστώτας . . .
Τούτο δε ενέπλησε τρόμου τα πνεύματα όλων των ιδόντων. Οι χλευασμοί και οι μυκτηρισμοί των Ιουδαίων ιερέων και των εθνικών στρατιωτών είχον περιορισθή εις το πρώτον μέρος της Σταυρώσεως. Τα τελευταία στάδιά της φαίνονται να επροξένησαν ρίγος τρόμου και φρίκης εις τους ενόχους και τους αθώους.
Εθεώρησε τότε τα πέλαγος μήπως διακρίνη άλλην λέμβον πλέουσαν, πλην ο πόντος ηπλούτο άγριος, έρημος. Οι οφθαλμοί του έκαμνον άσπρα-άσπρα. Έκλεισεν αυτούς ιλιγγιών. Εσκέφθη τότε ότι αύριον ήσαν Χριστούγεννα. Η δημοπρασία θα εγίνετο την άλλην ημέραν. Δεν θα έλθη έως αύριον βράδυ καμμία βάρκα; Επραΰνθη προς την σκέψιν του ταύτην. Και ησθάνθη τότε το ρίγος του κρυερού, χιονώδους ανέμου.
Α μπα! δεν ήταν τίποτα· ανατριχίλα ήταν, θα περάση. Δεν ήταν δα και τόσο γριά να πέφτη με το παραμικρό στο κρεββάτι! Μα το ρίγος σέρνονταν σα φίδι παγωμένο στο κορμί της. Οι σαγονιές της χτυπούσαν άναψαν τα μάγουλά της. Δέχτηκε τέλος να πέση στο κρεββάτι. Η Ελπίδα πήρε μια μάλλινη αντρωμίδα και τη σκέπασε καλά. — Έτσι θα ζεσταθής, Κυρά· της είπε σα να μιλούσε σε χαδιάρικο παιδί.
— Ξέρω κ' εγώ; Ίσως... την συγκοπήν. — Έλα, βρε, μην είσαι ανόητος. Πόσες ώρες είνε που έφαες; — Θάνε τέσσερες και πλέον. — Ου! η πέψις έχει γίνει. Δεν υπάρχει κανείς φόβος. — Γιάννη, έχω κακά προαισθήματα... Αισθάνομαι ρίγος. — Τι θες να αισθάνεσαι, αφού είσαι γυμνός; Έλα πέσε. Κ' εγώ είμαι έτοιμος. — Φοβούμαι. Έχουν γίνει τόσα δυστυχήματα. — Δυστυχήματα;
Αλλ' ο φιλόσοφος απείχεν αυτής υπέρ τα πεντακόσια βήματα. Η Αϊμά ησθάνθη ρίγος, και τυλιχθείσα εις το περιώμιόν της έσπευσε να επανέλθη έμφοβος εις το σπήλαιον. Ήναψε τον λύχνον, διότι το σκότος επήλθεν ήδη προ της νυκτός. Φαίνεται δε ότι την ημέραν εκείνην είχε συμβή έκλειψις ηλίου. Μετ' ολίγον ήλθε και ο φιλόσοφος.
Ηθέλησε ν' ανάψη φως, αλλά τον εμπόδισα και εξηκολουθήσαμεν εις το σκότος την συνομιλίαν. Ρίγος χαράς τον κατέλαβεν ότε είπα ότι η κόρη του ζη, ότι την είδα εις Τήνον και ότι θα επιστρέψωμεν εκεί ομού. Είπα διά τι ήλθα εις τον Πύργον και εζήτησα την συνδρομήν του. Ηγέρθη αμέσως, ητοιμάσθη εν βία και ήνοιξε την θύραν της καλύβης. Πριν εξέλθωμεν τον εκράτησα της χειρός.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν