Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Διοικητικά, οικονομικά, δικαστικά, ως και νομοθετικά. Ο κάθε Ύπαρχος έπρεπε να του δίνη λόγο για όλα. Αυτός μόνος είχε το δικαίωμα να συσταίνη του Αυτοκράτορα όποιον έκρινε άξιο να διοριστή Ύπαρχος ή Αντέπαρχος. Έτσι και τα οικονομικά, αυτός τα κυβερνούσε όλα. Ό,τι δοσίματα συναζόντανε στο τμήμα του, από τα χέρια του περνούσανε στο βασιλικό ταμείο.

Μα η Χλόη κι ο Δάφνης, θυμούμενοι τις χαρές που είχαν αφίσει, πώς εφιλιόνταν, πώς αγκαλιάζονταν, πώς μαζί εβάζανε στο στόμα τους το φαΐ, περνούσανε νύχτες άγρυπνες, και πικραμένες και την άνοιξη προσμένανε σαν ξαναγεννημό από το θάνατο.

Το χώνεμα όμως αυτό δεν είταν και δίχως τα δυσάρεστά του. Επειδή όσο και να χριστιανίζουνταν οι δικοί μας, τα συστήματά τους δεν μπορούσανε να χριστιανιστούν κι αυτά σε μια και σε δυο γενεές, μόνο περνούσανε μέσα στον καινούριο κόσμο σαν κρύφιο φαρμάκι μαζί με το αίμα τους.

— Ω! καλά, είπε ο Αγαθούλης, δεν υπάρχει λοιπόν άλλος ευτυχής από μένα, όταν θα ξαναϊδώ τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη. — Είναι πάντα καλό να ελπίζη κανείς, είπε ο Μαρτίνος. Ωστόσο οι μέρες, οι μήνες περνούσανε. Ο Κακαμπός δεν ερχότανε καθόλου κι' ο Αγαθούλης ήτανε τόσο βυθισμένος στη λύπη του, που ούτε καν συλλογίστηκε, πως η Πακέττα κι' ο αδερφός Γαρουφάλης δεν ήρθανε να τον ευχαριστήσουνε.

Ο άσχημος άνθρωπος δεν μπόρεσε να βαστάξη στη φλόγα της αγάπης. Τον έκαιγε μέρα και νύκτα. Και όσο περνούσανε μέρες, από την πίκρα και τον καϋμό του γινότανε ολοένα ασχημότερος. Οι διαβάτες δεν τον κυττάζανε πια. Γυρίζανε το κεφάλι τους με τρομάρα. Τα σκυλιά τον γαυγίζανε από μακρυά.

Βάλανε μέσα στη μηχανή τον Αγαθούλη και τον Κακαμπό· βάλανε ακόμα δυο μεγάλα κόκκινα πρόβατα με σέλλες και με χαλινάρια για να τους χρησιμέψουνε για καβάλλα, εάν θα περνούσανε τα βουνά, είκοσι πρόβατα σαμαρωμένα, κατάφορτα από τρόφιμα, άλλα τριάντα φορτωμένα με διάφορα δώρα από ό,τι ο τόπος έχει πιο αξιοπερίεργο και πενήντα φορτωμένα μάλαμα, πετράδια και διαμάντια.

Η χλιάδα του ατμού και η μυρουδιά του σαπουνιού και του σώματος του γεμίζανε το λουτήρα. Σα σε όνειρο περνούσανε μπροστά του τα περασμένα., Η αρχαία θρησκεία των Ελλήνων και των Ρωμαίων ξαναζούσε μέσα του και έστηνε βωμούς. Η ωραία αυτή ειδωλολατρεία, έλεγε, βγήκεν ασφαλώς από το νερό, και μάλιστα από τους μαρμάρινους λουτήρες των Ομηρικών ηρώων.

Σα να μην έσωνε το κακό της φωτιάς, έμπαινε κι ο λαός όπου έβρισκε κι άρπαζε. Οι φρονιμώτεροι πάλε κ' οι πλουσιώτεροι έπιαναν αυτοί καΐκια και περνούσανε στην Ασιατική τη μεριά. Αληθινή κόλαση.

Θυμάται ακόμα και κάποια λόγια που λέγανε στο σπίτι «Αυτό το καράβι θα φέρη τα προικιά της Ταρσίτσας». Δεν καταλάβαινε τότε τι θα πη προικιά, μα της έφτανε πως κάτι θα της έφερνε το καράβι και ταγαπούσε και το καμάρωνε. Έτσι ανάκατα και χωρίς τάξη, τα πρώτα υστερνά και τα υστερνά πρώτα, περνούσανε μπροστά στα μάτια της Ταρσίτσας οι μέρες της ζωής της.

Νιοί Μεθυμνιώτες πλούσιοι, θέλοντας να περάσουν την εποχή του τρύγου με ξενομερίτικη διασκέδαση, αφού ερρίξανε στη θάλασσα ένα καΐκι και καθίσανε στο κουπί τους δούλους, περνούσανε γιαλό-γιαλό από τις εξοχές των Μιτυληνιών, που ήτανε κοντά στη θάλασσα.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν