Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025


ΧΟΡΟΣ Αλλοίμονο, η δόλια! θλίψιν αισθάνομαι βαρειά για το χρησμό που εδόθη στ' αφεντικά μου. Τι λοιπόν να κάμω τώρα πρέπει; Με φοβερίζει ο θάνατος. ΚΡΕΟΥΣΑ Γιατί ο λόγος τούτος; κι' ο φόβος σας αυτός γιατί; ΧΟΡΟΣ Τι τάχα: να το ειπούμε ή να το σιωπήσουμε; Να κάνουμε τι τάχα; ΚΡΕΟΥΣΑ Πες μου, μην έχης συφορά καμμιά να ειπής για μένα; ΧΟΡΟΣ Θα σου το ειπώ και δυο φορές ακόμα κι' αν πεθάνω.

Λοιπόν δεν είμαι «πατριώτης». Αλλά γεννήθηκα Έλληνας και Έλληνας θα μείνω, θέλοντας και μη, ως που να πεθάνω. Αναγνωρίζω τη σκλαβιά μου και δε νομίζω πως υπάρχει ε λ ε ύ τ ε ρ η θ έ λ η σ η, γιατί αν ύπαρχε θα μπορούσα να γίνω κοσμοπολίτης. Ο κ.

Χωρίστηκε ο Κιοσέ πασάς.. Χτυπάει την Αλαμάνα... Άστραψ' η πρώτη τουφεκιά... Χαράτο καρυοφύλλι!... Να μην πεθάνω εδώ με σας, αν δεν ην' του Καλύβα.

Βογγομαχούσεν Αστενής Κατάκειτος στην κλήνη, Του χάρου παίρει, δίνει· Και λυπημένη, και πικρή Η μαύρη σύζυγός του Θρηνούσε στο πλευρό του. Σε τούτο μπαίνει κι' ο γιατρός Και το σφυγμό του πιάνει, Τον ερωτάει· τι κάνει. Οχ! τι να κάμω, δεν μπορώ, Χειρότερα όσο πάνω· Φοβούμαι θα πεθάνω. Μη δα το θάνατον εφτύς Στοχάζεσαι, δειλιάζεις, Και του πατρός σου ομιάζεις.

Του κάκου, είταν αλήθεια! Γκρεμίστηκε η Χριστίνα με το μωρό. Να τος ο γκρεμνός! Να το τό βάραθρο! Τι να κάμω τώρα! Ίσως ζη η Χριστίνα, ίσως δεν έπαθε τίποτις, ίσως λογοθύμησε· ας κάμω πως κατεβαίνω, να δω, να την εύρω, να ζήσω ή να πεθάνω μαζί της. Και κει που έκαμνα να κατέβω, — μπαμ! και σφυρίζει ένα βόλι στ' αυτί μου. Αυτό το βόλι μ' έκαμε έξω φρενώ· γένηκα στ' αλήθεια τρελλός.

Εδώ και ζωντανός αν είμαι θα κάθουμαι, κι αν πεθάνω θα κοίτουμαι». Δεν μπορέσανε μηδέ τότες οι βάρβαροι να χαλάσουν τη Μητρόπολή του, πλημμύρισαν όμως όλη την άλλη χώρα κι από πλούσια την αφήκαν παντέρημη. Το τέλος του Συνεσίου δεν το γνωρίζουμε, είνε όμως κατιτί να γνωρίζουμε πως έζησε κ' έπραξε τέτοιος Επίσκοπος τότε στα μεσηβρινά μας μέρη, καθώς στα βορεινότερα αναφάνηκε ο Χρυσόστομος.

Και μια ακτίνα του παρελθόντος εισέδυσε στη ψυχή μου, όπως ένας αιχμάλωτος που ονειρεύεται κοπάδια, λιβάδια και δόξες! Εστάθηκα! — Δεν κατηγορώ τον εαυτόν μου γιατί έχω το θάρρος να πεθάνω.

Δεν είμαι σε θέση να παντρευτώ: είμαι ένας κουρελής, έχω άλλες υποχρεώσεις εγώ και το ξέρεις. Κοίταξε λοιπόν, μπορώ να μιλήσω μπροστά σ’ αυτόν τον άνθρωπο που ξέρει τα πάντα για μένα, όπως εσύ, και με συμπονά. Εγώ πρέπει να πληρώσω το χρέος από τις θείες μου. Γι’ αυτό ήθελα να πεθάνω, επειδή η απελπισία ξεχείλισε την καρδιά μου.

Κι' αφορμής συχνά το κάνουν, Και αυτά κακό δε βάνουν. Αμ εγώ, κυρ Γάιαδρέ μου Που δεν έμαθα ποτέ μου Από όλ' αυτά κανένα, Τι καλό θωρώ για μένα; Και τι άλλο όχ το μαχαίρι Του αφέντη μου το χέρι Καρτερώ για να μου δώση, Όπου να με ξεφορτώση; Αν φωνάξω δε σου φταίγω, Άφινέ με καν να κλαίγω, Κι' ως μπορώ να ξεθυμάνω, Επειδή και θα πεθάνω.

Και την τελευταία την στιγμήν αν μετανοιώση, στον Ηρακλέα αν δεχτή να θυσιάση, το λόγο μου σου δίνω να τόνε συχωρέσω. Άλλο από τούτο να μπορέσω δεν γίνεται να κάνω. Θέλω να πεθάνω! Θέλω να πεθάνω!

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν