Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Αυγούστου 2024


Εις αυτούς έδειξεν η θεά ότι προτιμότερον ο άνθρωπος να αποθνήσκη ή να ζη διότι οι μεν Αργείοι, περιστοιχίζοντες αυτούς, εμακάριζον τους νέους διά την δύναμίν των, αι δε Αργείαι εμακάριζον την μητέρα έχουσαν τοιούτους υιούς· τότε αύτη, πλήρης χαράς διά την πράξιν και τους λόγους εκείνους, έστη προ του αγάλματος ικετεύουσα την θεάν να δώση εις τους υιούς της Κλέοβιν και Βίτωνα, οίτινες τόσον την είχον τιμήσει, ό,τι δύναται να συμβή ευτυχέστερον εις τον άνθρωπον.

Δεν κατεγίνετο εις το τι κάμνουν ή λέγουν αι φίλαι της, ούτε εις το τι φορούν· έδιδεν εις τα φορέματα και εις τα λούσα τόσην σημασίαν, όσην εχρειάζετο διά να είνε τακτικά και με φιλοκαλίαν ενδυμένη. Η μητέρα της την εκαμάρωνεν ευτυχής και όσοι την εγνώριζαν την ανέφερον ως παράδειγμα λαμπράς κόρης.

Δεν ακούς που σου το λέγω, μητέρα; Είπε πάλ' εκείνος. Είναι το αίμα που τον πιάνει! Το αίμα, που έχυσε στον δρόμο του, εστοιχειώθηκε τώρα, και δεν τον αφήνει να περάση. Προχθές αναγκάσθηκε να γυρίσ' από τα μισόδρομα και ν' αφήση την πόστα. Ακούεις, είδε κάποιον που τον παραμόνευε: Χωρίς άλλο ήταν το αίμα.

Μάναψε και περισσότερο τη μανία του κυνηγιού ο Βασίλης με τις υπερβολές πούλεγε για μένα. Η μητέρα μου φαινότανε χαρούμενη, δεν έκαμε όμως την υπόσχεση που μούχε δώσει για το δίκαννο. Ήθελε, ως έλεγε, να μαγοράση ένα τσιφτέ ελαφρό, για τα χέρια μου· κεπειδή τέτοιος δε βρισκότανε στο χωριό, θα παράγγελνε να μου το φέρουν από την πόλη. Ως τόσο θάτον στη διάθεσή μου το τουφέκι του Βασίλη.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Χρησμός φοβίζει με δεινός, θεοσταλμένος. ΑΓΓΕΛΟΣ Είναι κρυφός; Ή που μπορώ κι εγώ να μάθω; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Όχι κρυφός. Εμάντευσεν ο Φοίβος τάχα με την μητέρα πως γραφτό να σμίξω το αίμα, κι επίσης του πατέρα μου το αίμα να χύσω° από την Κόρινθο μακριά κι ευτυχισμένος ζούσα. Μα είναι γλυκύτατο την όψι πάντα να βλέπη την τρισποθητή των δυό γονιών του.

Είχα δα, η κατακαημένη, και τη μεγάλη μου κόρη Ευτυχίτσα, που την έχασα πρόπερσυ, μακάρι να της έμοιαζε ! Αχ! φώναξε η Λιόλια, και τόχα τάξει να το βγάλω Βεργινία !-μα τώρα πάει πια-τώρα ξέρω πως δε θα ζήση- . . και το πήρε στα χέρια της να το φιλήση κ' εκείνην τη στιγμή το παιδί άνοιξε τα κερένια του ματόφυλλα και φάνηκαν τα ματάκια του αναποδογυρισμένα σα να κύτταζε τη μητέρα του με τασπράδι, όπως έκανε η Βεργινία. . . . . το ξέρω 'γώ!

Να, εδώ είνε τα γράμματα, που γράφουν τη μοίρα μας, είπε δεικνύουσα τα ιερογλυφικά εκείνα σημεία της συναρμογής του μετώπου· εδώ είνε γραμμένο όλο το ριζικό μας. « Έπαθα, τάπαθα· τα μέλλω πάθω;» — Τι θα πη αυτό, μητέρα; ηρώτησεν η Ευθαλία. — Αυτό θα πη, κορίτσι μ', ξέρουμε τα όσα πάθαμε, μα δεν ξέρουμε τι μας μέλλει ακόμας.

Ο Ρούντυ ήτο μόνον ενός έτους, όταν έχασε τον πατέρα του, και τότε η μητέρα του επεθύμησε να επιστρέψη με το παιδί της εις την Ά ν ω Β έ ρ ν η ν, εις τους συγγενείς της· ο πατήρ της έμενεν ολίγας ώρας μακράν του Γκρίντελβαλντ· ήτο ξυλοκόπος και εκέρδιζε εδώ τόσα, με όσα ημπορούσε να ζη.

Το κοντόβραδο έρχεται εκεί προς τα παιδιά, τα οποία εν τω μεταξύ δεν είχαν κινηθή, μία νέα γυναίκα με ένα καλάθι εις τον βραχίονά της, και φωνάζει από μακράν: Φίλιππε, είσαι πολύ φρόνιμος. Με εχαιρέτησε, την ευχαρίστησα, εσηκώθηκα, επλησίασα και την ερώτησα αν ήτον η μητέρα των παιδιών.

Ιδέ τον σύμβουλον αυτόν της βασιλείας· ο κατεργάρης, 'ς την ζωήν του μωρολόγος, σοβαρός είναι, μυστικός, σπουδαιολόγος. Καιρός με σε να τελειώσω, Κύριέ μου. — Μητέρα μου, σου αφίνω πάλιν καλήν νύκτα. Δωμάτιον εις το ΚΑΣΤΕΛΙ Εισέρχονται ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΓΥΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ και ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ

Λέξη Της Ημέρας

ξας

Άλλοι Ψάχνουν