Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Και το δρομαλάκι έμενε πάντα έρημο, χωρίς δένδρα, χωρίς σκιές, χωρίς διαβάτες. Ο Πέτρος κ' η Μαρία ήτανε δυο αδερφάκια αγαπημένα. Ποτέ δυο πλάσματα στον κόσμο δε σταθήκανε τόσο ταιριαστά και τόσον όμορφα ενωμένα. Ούτε μάννα με το παιδί της, ούτε καλός με την καλή του, ούτε περιστεράκι με το ταίρι του.
Ένα πρωί ανοιξιάτικο, που η πλάση αλάκερη πεντοβολούσε απ' τις μυρωδιές, μέσα σ' ένα δροσάτο φως, τα περιβόλια κ' οι ακρογιαλιές δεν είδανε τον Πέτρο και τη Μαρία. Ο Πέτρος ήτανε βαρυά πεσμένος στο στρώμα.
Ξέρετε τι τέλος λάβανε ο Κροίσος, ο Αστυάγης, ο Δαρείος, ο Διονύσιος των Συρακουσών, ο Πύρρος, ο Περσέας, ο Αννίβας, ο Ιουγούρθας, ο Αριόβιστος, ο Καίσαρας, ο Πομπήιος, ο Νέρωνας, ο Όθωνας, ο Βιτέλλιος, ο Δομιτανός, ο Ριχάρδος II της Αγγλίας, ο Εδουάρδος II, ο Ερρίκος VI, ο Ριχάρδος III, η Μαρία Στούαρτ, ο Κάρολος I, οι τρεις Ερρίκοι της Γαλλίας, ο αυτοκράτορας Ερρίκος IV; Ξέρετε....
Είχε δίκηο το παιδί αυτό να ξελογιασθή. Μ α ρ ί α. Και το εσυγχωρήσατε. Και το βραχιόλι αυτό είναι ο αρραβώνας της αγάπης σας. Τι ωραίο βραχιόλι! Και πώς αγαπώ την πέτρα αυτή, που είναι σαν να ζη, σαν να αισθάνεται, σαν να παθαίνεται μαζή μας. Είναι ο ναός μιας θρησκείας, που είναι η θρησκεία μου! Η θρησκεία της ωραιότητος. Κ ώ σ τ α ς. Η Μαρία, μητέρα, ως καλλιτέχνις λατρεύει τα ωραία πράγματα.
Η Μαρία δεν το ενόμιζε τούτο αρκετόν διά ν' αλείψη του Χριστού τους πόδας· ο Ιούδας ενόμισε το τρίτον του ποσού τούτου ικανήν αμοιβήν όπως πωλήση την ζωήν Εκείνου. Η μικρά αύτη νύξις περί του «δοθήναι πτωχοίς» είνε λίαν διδακτική.
Να ακόμη, ανάμεσα στις δυο καλύβες, στη γωνία της αυλής το πέτρινο κάθισμα ακουμπισμένο στον τοίχο όπου η θεια-Ποτόι είχε δει την ντόνα Μαρία Κριστίνα περιτριγυρισμένη σαν Βαρόνη από όλες τις γυναίκες των υποταχτικών που πήγαιναν να προσκυνήσουν στην εκκλησία.
Ευχαριστώ, κυρία! κατώρθωσε μόλις να αρθρώση εκ συγκινήσεως και ηδονής η μικρά Μαρία, και εξήλθε δι' ασταθούς αλλά γοργού βήματος της αιθούσης. Ιδού εγώ και πάλιν μεταλλάξασα κάτοχον.
Με το ταπεινόν τούτο ανάθημα η Μαρία παρουσιάσθη εις τον ιερέα. Ταυτοχρόνως ο Ιησούς, επειδή ήτο πρωτότοκος, παρέστη κατά τον νόμον του Μωυσέως προ του Θεού και απηλλάγη της νενομισμένης υπηρεσίας εν τω Ναώ, αντί της καταβολής πέντε σεκέλ, ήτοι 20 περίπου φράγκων.
Ένα-δυο αγριολούλουδα απόμειναν ολόγυρα σταπορριχμένο χώμα που ξανασκέπασε τον ανοιγμένο λάκκο. . και τρεμοπαλεύανε στον άνεμο. . . Να δης, Κυρά γειτόνισσα, που πριν τους έξη μήνες, θάχουμε καινούργια παντρολογήματα-είπε η Ευρυδίκη στη Χαρζανοπουλίνα, καθώς περνούσε η συνοδεία απ’ τη γέφυρα του Νεκροταφείου-βράδυ πια από δυο-τρεις μαζί, σκόρπιοι εδώ κ' εκεί. . . Και πως το λες αυτό Κερά μου ; Μη σου πέρασε η ιδέα πως θα σου κάνουμε χαλάστρα ; Εγώ τις κόρες μου δεν τις έχω για τον τυχών. . κι ούτε ψοφούμε γι' άντρα σαν κάποιες άλλες, λυσσασμένες. . Είπα εγώ τίποτα; άλλο πάλι τούτο ! γι' άλλο πράμα πήγαινα να σου μιλήσω: μα όποιος έχει τη μύγα μυγιάζεται ! Αυτό που σου λέω 'γώ! κ' εμείς άχερα δεν τρώμε ! Εγώ, Κερά μου, σε βλέπω και σ’ ακούγω κι ας κάνης την όσια Μαρία -και μη θαρρής πως δε μαθεύουνται. . Σα βάζη κανείς τη μύτη του παντού μυρίζεται και τις πομπές του- . . μόνο να κυττάξης να τα τριτώσης γλήγορα, γιατί όσο περνάει η μπογιά σου. . . Μαμά ! έλα πάμε σπίτι, γιατί δεν τις ανέχομαι τις προστυχάντσες φώναζε η Μπιμπίκα που είχε τα νεύρα πολύ «λεπτότατα». . . . . Και τραβήξανε, μάννα και κόρες, μπροστά με φούργια σαν τρεις ξυλόκοττες ερεθισμένες. . . Τι έπαθαν αυτές οι κανκάγιες και ξεφωνίζουνε-γύρισε κ' είπε ο μάστορας του Νίκου που πήγαινε μπροστά μαζί του και τούλεγε για κάτι μαόνια που τα περίμενε τούτη τη βδομάδα ναρθούν από το Τριέστι. . . Γυρίσανε στο σπίτι η θεια Ελέγκω με τη Λιόλια και με μια γειτόνισσα, τη γυναίκα του Κυρ Γιώργη του Καψοκέφαλου, του παπλωματά.
Μας εκαλημέρισε με ευπροσηγορίαν, εις την οποίαν ουδέν διεκρίνετο ίχνος των χθεσινών επεισοδίων, και κτυπήσας τας παλάμας εφώναξε, «Μαρία, Μαρία». Η γραία υπηρέτρια μας έφερε τον καφέν. — Πώς είναι η Κυρία Σοφία; ηρώτησα. — Πολύ καλά, ευχαριστώ, απεκρίθη ο Κ. Μελέτης μειδιών. Απόδειξις δε, ότι εξήλθε πρωί πρωί με την θυγατέρα μου. Επήγαν να περάσουν την Κυριακήν των εις το Μοναστήρι των γυναικών.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν