Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Ήταν αυτός ένας άνθρωπος καθώς εφαίνονταν έως σαράντα χρονών ηλικίας· είχε την θεωρίαν πολλά θηριώδη· χοντρό το κεφάλι, τα μαλλιά κοντά και κατσαρά, και το στόμα του κατά πολλά μέγα, με τα δόντια μακρυά και μυτερά ωσάν των σκύλλων, τα χέριά του ήταν νευρώδη, οι παλάμες του πλατειές με νύχια μακρά και μυτερά, οι οφθαλμοί του επαρομοίαζαν ωσάν της τίγριδος, και είχε μίαν μύτην πλακωτήν με δύο ρουθούνια πολλά ανοιχτά· η φυσιογνωμία του δεν μας άρεσεν, επειδή είχε μίαν θεωρίαν άξιαν διά να μετατρέψη εις μετανόησιν την ευσπλαγχνίαν, που μας είχε παρακινήσει.

Όσο για μας, αν δεν απομακρύνης μια για πάντα τον ανηψιό σου, θα τραβηχτούμε στης βαρωνείες μες παίρνοντας και τους γείτονες μας μακρυά από την αυλή σου, γιατί δεν μπορούμε ν' ανεχτούμε να μένη περισσότερο εδώ. Βασιληά, διάλεξε μεταξύ των δυο! — Άρχοντες, μια φορά επίστεψα στα βρωμερά λόγια που λέγατε για τον Τριστάνο, και μετάνοιωσα.

Έπειτα διηγήθη το ανέκδοτον ενός βοσκού, ο οποίος δεν ήθελε και αυτός κατ' ουδένα λόγον να πλησιάση άλλους ανθρώπους. Ούτε για να μεταλάβη δεν έστεργε να καταιβή στο χωριό. Μια μέρα που τον είδε από μακρυά ο παπάς, τουφώναξε ότι έπρεπε να καταιβή να κοινωνήση, αλλοιώτικα θα πήγαινε η ψυχή του στα τάρταρα.

Το λάθος μου ήταν πως αγάπησα πολύ. Κ' οι άντρες που τους αγαπήσαμε, όταν επέρασε το καπρίτσιο τους, μας βλέπουν σα λεπρές και κρατούν τις γυναίκες τους, κρατούν τις κόρες τους, μακρυά απ' το μόλυσμα . . . Έχουνε δίκιο. ΦΛΕΡΗΣΓιατί με ειρωνεύεσαι, Λέλα; Είσαι κακή ... ΛΕΛΑΌχι δεν ειρωνεύομαι εσένα.

Μήπως μπορεί να μείνη κανείς ο ίδιος: ΦΛΕΡΗΣΕγώ δεν εξέχασα τίποτε όμως. Έλα, Βέρα! Η θλίψη δε σου ταιριάζει. Γίνου εύθυμη και γελαστή όπως τότε. Άφισέ με να σε ντύσω με τα σταχτιά κοντά φορέματα του σχολείου. Να σου απλώσω τη μακρυά σου κοτσίδα στις ώμορφες πλάτες. Να σου καρφώσω τα μεγάλα, χλωμά τριαντάφυλλα στο στήθος, που είχα κόψει, μόνος μου απ' τη τριανταφυλλιά του κήπου σου.

Ωχ, εκείνος ο καιρός δεν είνε μακρυά του είπα, επειδή, και κατά το παρόν γίνονται όλα αυτά τα ανομήματα. Εκατάλαβα ότι τα υστερινά μου λόγια του επροξενούσαν χαράν.

Κει κάτω, στην καλύβα, ο Τριστάνος και η Βασίλισσα κοιμώντανε σφιχτά αγκαλιασμένοι. Ξαφνικά, ο Γκορνεβάλης άκουσε το θόρυβο κοπαδιού σκυλιών: με μεγάλη ορμή τα λαγωνικά κυνηγούσαν ένα ελάφι, που είχε ριχτεί στη χαράδρα. Μακρυά, στην πεδιάδα, φάνηκε ένας κυνηγός. Ο Γκορνεβάλης τον εγνώρισε: ήτανε ο Γκενελόν, ο άνθρωπος που περισσότερο απ' όλους μισούσε ο Τριστάνος.

Των θεών μαντείες τι εγείνατε; Τον άνθρωπον όπου ο Οιδίπους να μη σκοτώση εξόριστος από τας Θήβας ζούσε μακρυά του, πέθανεν απ’ το γραφτό του κι όχι απ’ το χέρι του παιδιού, καθώς μαντεύαν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ω αγαπημένη κεφαλή της γυναικός μου, Ιοκάστη, τι με κάλεσες έξω για να ’βγω; ΙΟΚΑΣΤΗ Τον άνδρα τούτον άκουσε και καλά σκέψου, πως ανεμοσκορπίσθηκαν όλ’ οι χρησμοί.

— Τ' ομολογώ, είπε ο Κακαμπός· αλλά μας μένουνε ακόμα δυο πρόβατα με περισσότερους θησαυρούς απ' όσους θα μπορούσε ν' αποχτήση ποτές ο βασιλιάς της Ισπανίας και διακρίνω πολύ μακρυά μια πολιτεία και θαρρώ, πως είναι η Σουρινάμ, που ανήκει στους Ολλανδούς. Είμαστε στο τέλος των ταλαιπωριών μας και στην αρχή της ευτυχίας μας.

Κάθεται η νηά κι' ακαρτερεί 'ςτ' ακρογιαλιού τα βράχια. Τα μακρυά της τα μαλλιά τα κυματίζει ο αγέρας, Και σπούνε μέσ' 'ςτά πόδια της τα κύματα με βόγγο. Ώραις τηράει το πέλαγο, ώραις τηράει μπροστά της, Νέφια και κύματα μαζί συχνορωτάει με πόνο, Αν είδαν κάπου νάρχεται τ' αγαπημένου η βάρκα. Τα σύγνεφα μένουν βουβά, τα κύματα βογγούνε, Κι' αναστενάζουνε βαρειά βαρειά της νηάς τα στήθηα.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν