Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
ΑΝΤΩΝ. Ω! ήταν βοή αρκετή να δειλιάση κ' ένα θερίο, να κάμη σεισμό· εμούγγριζε βέβαια ένα κοπάδι λιοντάρια. ΑΛΟΝΖ. Άκουσες αυτά, Γονζάλε;
Ο βοσκός, ο σύζυγος της λεχούς, και ο σύντροφός του, ο αδελφός εκείνης — οίτινες τώρα μόλις είχον έλθει με το κοπάδι από το πέραν Μέγα ρεύμα, όπου είχον οδηγήσει εις το υπήνεμον τα πρόβατα — τους επερίμεναν. — Έρχονται, έρχονται! — Είναι κι' ο παπάς μαζύ.
Μια στιγμή πριν έλθης, είδα ένα κοπάδι πέρδικες που επετούσαν κατά το Βορειά, δυο λαγούς που έτρεχαν αντικρυνά, ένα ζαρκάδι που έφευγε κατά την Ανατολή και ένα ζευγάρι φαζάνια κατά τη Δύσι. Έχεις λοιπόν να διαλέξης, μόνο δεν έχεις καιρό να χάσης αν θέλης να τα φθάσης.
Ο γέρω — Μπούμας ο περαματζής, μέσα στη μικρή του φελούκα, ακουμπισμένος στην κουπαστή, με το αρμίδι στα τρεμουλιαστά του χέρια, ακολουθούσε, με τα μεγάλα θαλασσιά μάτια του, ένα κοπάδι τρελλούς σπάρους, που τριγύριζαν γύρω στο δόλωμά του. Το μάτι του, παίζοντας ανάμεσα στερηάς και θάλασσας, πήρε τα παλικάρια που ροβολούσαν απ' το βουνό.
Ω διάολε! τι ανακατώνεται αυτός στα οικιακά του; Θες από τα πολλά παθήματα θες από την αδυναμία του ο Αριστόδημος κατάντησε να υποψιάζεται όλον τον κόσμο. Τους γειτόνους του, ακόμα και τους φίλους του, δεν τους φανταζότανε παρά ένα κοπάδι από λύκους, έτοιμους να χυθούν και να διαγουμίσουνε τον τόπο του. Όσο του έδιναν ήταν καλοί και τους αποθέωνε.
Και μη γνωρίζοντας ακόμα ποια αίρεση μελετούσε να παραδεχτή, έτρεχαν κοπάδι Αρειανοί, Ομοούσιοι, Ευνομιανοί κι άλλοι, ο καθένας πολεμώντας να προφτάξη και να τονέ φέρη από το μέρος του. Έδειξε ως τόσο ο Ιοβιανός κάποια φρόνηση και δεν κηρύχτηκε με κανένα κόμμα.
Είναι ο ραγιάς, ο δούλος, ο δεμένος, ο άμαχος, ανάμεσα του Τσερκέζου και του Κοζάκου, κοπάδι για τα χέρια και για τα μαχαίρια δυο μακελλάρηδων.
Μπροστά της βγαίνει ολημερίς 'ς τη βρύσι 'ς το κοπάδι Και με χιλιάδες λόγια του και με γλυκά τραγούδια Την ωμορφιά της παίνεσε κ' έδειχνε τον καϊμό του Κι' από τα λόγια τα πολλά κι' από τα γλυκά τραγούδια, Εξεπλανέθη η ανήξερη κ' η άπραγη καρδιά της... Ο Θύμιος στέλνει προξενιά.
Κι όταν άρχιζε το χυνόπωρο και το σταφύλι ήτανε στον καιρό του, κουρσάροι από την Τύρο με τρεχαντήρι Καρικό, για να μη φαίνουνται βάρβαροι, έπιασαν στην εξοχή αυτή· και βγαίνοντας με σπάθες και μισοθωράκια, διαγούμισαν όλα όσα βρήκαν εμπρός τους· κρασί μοσκάτο, στάρι μπόλικο, κερήθρες· άρπαξαν κι από το κοπάδι του Δόρκωνα μερικά βόιδια. Πιάνουν και το Δάφνη, που τριγυρνούσε κοντά στη θάλασσα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν