Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Κλαίει μες την κάμαρά της. Δεν θέλει να κατεβή. ΦΛΕΡΗΣ — Αρχίσαμε τα ίδια; Θα την κάνω εγώ να της περάσουν αυτά τα κλάματα. Αυτά μας λείπανε τώρα. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Εγώ πάω. ΜΙΣΤΡΑΣ — Δεν άρχισε, πάει να πη, ακόμα η απαγγελία. Γιατρέ σε ζητούνε στο 11. ΦΛΕΡΗΣ — Τι απαγγελία, αδερφέ; Δε βλέπεις πάλι; ΜΙΣΤΡΑΣ — Τι τρέχει; ΦΛΕΡΗΣ — Τα ίδια της συχωρεμένης.
Και όταν εξεσκέπασαν το πρόσωπόν των και έβγαλαν τους φερετζέδες, ήσαν οι δέκα γυναίκες, και οι άλλοι δέκα αράπηδες, και καθένας εκρατούσε από το χέρι την αγαπητικήν του· και τότε η βασίλισσα εκτύπησε τα χέρια και εφώναξε· Μασούδ, Μασούδ, και ιδού κατέβη από ένα δένδρον ένας άλλος αράπης και έτρεξεν εις την βασίλισσαν και την αγκάλιασεν, ως αγαπητικός της.
Ο Μανώλης εξέτεινε προς αναγνώρισιν τα χέρια του· έπειτα περιβαλών με τους βραχίονάς του την κοιμωμένην, την εσήκωσεν ομού με τα σκεπάσματα, κατέβη τας βαθμίδας του σοφά και διηυθύνθη προς την θύραν. Μετ' ολίγας στιγμάς ευρίσκετο εις τον δρόμον και έφυγε με το φορτίον του και με την μεγαλειτέραν δυνατήν ταχύτητα των παραπαιόντων ποδών του.
Λοιπόν και διά τα άλλα όργανα ο ίδιος δεν είναι ο τρόπος της κατασκευής; Δηλαδή πρέπει να εύρη τις ποίον είναι το εκ φύσεως πλασμένον όργανον διά το καθέν και να το αποτυπώση εις εκείνην την ύλην από την οποίαν κατασκευάζει αυτό το έργον, όχι όπως του κατέβη αλλ' όπως το απαιτεί η φύσις του πράγματος.
Η δεύτερη μανία τον έφερε στην Ελλάδα για να βάλη σε δρόμο την πρώτη. Και το χερότερο, που Έλληνες τον πρωτοπαρακινήσανε να κατεβή στην Ελλάδα, να παραβγή στους Αγώνες, και να μαζέψη με τα δικά του χέρια τα στεφάνια που τούστελναν ως τότες από τα μακριά.
Την αυγήν εξύπνησεν όλη η οικογένεια, και το παιδάκι, έβαλε τον χωλόν στρατιώτην εις το παράθυρον. Τρομερόν πέσιμον! Η περικεφαλαία και το όπλον του εχώθησαν μεταξύ των πετρών του δρόμου, το δε ποδάρι του μόλις εφαίνετο. Το παιδάκι κατέβη με την υπηρέτριαν διά να τον εύρουν, αλλά δεν ημπόρεσαν να τον ανακαλύψουν, μολονότι τον επάτησαν σχεδόν. Αν εφώναζεν ο ανόητος: «Εδώ είμαι!» θα τον εύρισκαν.
Είτα κατέβη τον δρομίσκον προς τους αγρούς, κρατούσα μακρόν κάλαμον ανά χείρας, διά του οποίου περιόριζε τα γαλιά να μη διασπείρονται και διά φωνής σιγηλής και διαυγούς ανακράζουσα εις ήχον τραγουδιού: — Πόκοι, πόκοι· το γαλί, γαλί, γαλιά!. . . πόκοι, πόκοι· το γαλί, γαλί, γαλιά!. . .
ΦΛΕΡΗΣ — Κάτσε εκεί και ησύχασε. Δεν μου λες γιατρέ, τι έπαθε η θεατρίνα; ΜΙΣΤΡΑΣ — Τίποτε σπουδαίο. Είχε ένα παροξυσμό από την ισχυαλγία της και της έκαμα μια ένεσι από μορφίνη. Σε λίγα λεπτά υποθέτω πως θα είναι σε θέση να κατεβή. Η μορφίνα, μάτια μου, είναι το δεξί μας χέρι εμάς των τσαρλατάνων. Οι παραπάνω, ΒΕΡΑ.
Εγώ θα σας αφήσω και τρέχω τώρα γρήγορα στο σπίτι να γλιστρήσω, προτού με πάρη ο άνδρας μου γυρίζοντας χαμπάρι, να βάλω στο κρεββάτι του τα ρούχα πούχα πάρη. ΧΟΡΟΣ Έγεινε ό,τι μας είπες• τώρα σαν καλή δασκάλα έχεις χρέος, Στρατηγέ μας, για να μας διδάξης κι' άλλα. κι' ό,τι θα σου κατεβή έτοιμ' είν' η κάθε μια μας να το κάνη σαν στραβή.
Τέλος εκουράσθη, ενύσταξε, κατεκλίθη και απεκοιμήθη. Είδε καθ' ύπνους, ότι αι Αθήναι είχον μεταβληθή εις Φλωρεντίαν, και μετά μικρόν ότι ωμοίαζον τας Βρυξέλλας. Κατεγίνετο δε ήδη να τας μεταμορφώση εις Παρισίους, ότε εξύπνησεν. Ενεδύθη ταχύς και κατέβη να πίη τον καφέν του εις έν καφενείον, κατά την παλαιάν νεανικήν του συνήθειαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν