United States or Norfolk Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Θεός το έδωσε κι ό, τι δίνει ο θεός, καλό καμωμένο. Η ζωή θέλει κουράγιο, αυτή η πολυβασανισμένη ζωή. Και γυρίζει άξαφνα με την τρεμάμενη φωνή του μέσα στην κλάψα και στον πόνο της φαμελιάς του και λέει χαμογελώντας πικρά: — Ε! κουράγιο, βρε παιδιά, κουράγιο. Μη σας πήρε όλους η λιγοψυχιά. Έχει ο Θεός και για μας τους φτωχούς!...

Δεν έσωνε ως τόσο μήτ' αυτή η αναποδιά να το σβύση το φως της χαροκαμένης ψυχής του, κ' η χαρά του, ισκιωμένη θα πήτε από βαθιά συλλογή, φεγγοβολούσε πάντα στο ήμερο πρόσωπό του και το χαρίτωνε με το συνηθισμένο του το χαμόγελο· και δεν είταν και μικρό πράμα να δουλεύη τώρα για το καλό της μικρής.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ Όχι, Κλεάνθη, μη μιλής πλέον γι' αυτό· ας αφήσωμε κάθε σκέψι γάμου. Ύστερα από τη στέρησι του πατέρα μου δε θέλω να μπω πλέον στον κόσμο, ποτέ πλέον. Δέξου, πατέρα μου, την υπόσχεσί μου και άφησέ με να σε φιλήσω για να σου δείξω την αγάπη μου. ΑΡΓΓΑΝ Έλα, μη φοβάσαι· δεν είμαι πεθαμένος. Είσαι αίμα μου, είσαι αληθινή μου κόρη και είμαι ενθουσιασμένος που γνώρισα τον καλό σου χαρακτήρα.

ΧΟΡΟΣ Αρκούν, αρκούν όσα είπαμε... τώρα που δέρν’ η συμφορά τη χώρα καλό είναι εδώ που ετέλειωσε να μείνη ο λόγος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Βλέπεις πού φθάνεις; Δίκαιον ενώ σε ξέρω, για μένανε δε νοιάζεσαι και μου σπαράζεις την καρδιά. ΧΟΡΟΣ Άναξ, πολλές φορές σου το είπα, ότι τρελλός θε νά ’μουνα αν εσένα δεν αγαπούσα, που τρικυμισμένην εύρες και τη επράυνες την πόλιν.

Γιατί δεν είν' αθρώποι αυτοί οι Θωμαδιανοί, απήντησεν ο Μανώλης με ανατίναγμα αγανακτήσεως. Ένα καλό λόγο δεν έχω ακουσμένο απού το στόμα τως και σα με δούνε να μπω στο σπίτι τως διαολίζουνται.

Έμεινε το λοιπόν ο Γρηγόριος πνεματικός πατέρας της φουρτουνιασμένης εκείνης κοινωνίας. Και πρέπει να ειπωθή προς τιμή τουαγκαλά καθώς ξέρουμε του είτανε φυσικόπως άλλη βία ατός του δε μεταχειρίστηκε για να καθησυχάση τα ταραγμένα εκείνα πλήθη παρά τη δύναμη του λόγου και της αγγελικής του αγαθωσύνης, πασκίζοντας με το καλό να μεταπείθη τον κάθε αλλόδοξο.

Μα η Κερά Ελέγκω δεν ήξερε καμώματα. Ζωή σε λόγου σας!-χαιρέτησε καθώς μπήκε μέσα η Χαρζανοπουλίνα· και βλέποντας τη Λιόλια που δίπλωνε τα ρουχαλάκια της, γιάλισαν τα μάτια της και είπε: Και για που τόβαλε το καλό το κορίτσι; Βλέπω και μαζεύεις τα ρουχαλάκια σου! Την παίρνω σπίτι μαζί μου. . τώρα πια τι δουλειά έχει εδώ! αποκρίθηκε πικαρισμένη, η θεια Ελέγκω, χωρίς να γυρίση να κυττάξη. Αμή βέβαια! καλά κάνεις!

Συ, τι λέγεις; ΠΟΛΩΝΙΟΣ Θα ωφελήση· πλην εγώ πιστεύω ακόμη ότι το πάθος του εγεννήθηκε από αγάπην 'πού απάντησε ψυχρήν καρδιά. — Τώρα, Οφηλία, να μας ειπής δεν είναι ανάγκη ό,τ' είπ' ο Αμλέτος, τ' ακούσαμ' όλα. — Κύριέ μου, κάμε ως θέλεις, αλλ', αν καλό το κρίνεις, άμα τελειώση το δράμα, η σεβαστή μητέρα του ας καλέση κατά μόνας αυτόν ν' ακούση τον καϋμόν του.

Έλα να πάρουμε τον καλό δρόμο της εξοχής μας και να τραβήξουμε μακριά, αλάργα, πέρα από την πόλη όπως τότες. Δεν είμαστε παιδιά πια, μα δεν είμαστε και γέροι. Συ θα φορέσης το μοβ εκείνο φορεματάκι σου, το ψάθινο πλατύγυρο καπέλλο σου, τα μικρουλάκια λουστρίνια σου, τη βυσινιά, μπελερίνα σου, τα μαύρα σου γαντάκια, νούμερο έξ.

Αι, θα μας ειπή, μήπως άραγε είπε ο ξένος από την Ηλείαν ότι και διά τον Αχιλλέα ακόμη είναι ωραίον να ταφή τελευταίος από τους προγόνους του, και εις τον πάππον αυτού Αιακόν, και εις τους άλλους όσοι εγεννήθησαν από θεούς, και εις τους ιδίους τους θεούς; Ιππίας. Τι είναι τούτο; Σε καλό μας! Πόσον ασεβώς καταντούν, Σωκράτη μου, αι ερωτήσεις αυτού του ανθρώπου! Σωκράτης.