Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Είτανε χτήμα μου, και δεν μπορούσε κανένας να μου τα πάρη. Μα οι Καλόγεροι είναι παράξενοι κάποτες, και δεν ήθελα ν' αρχίσω λογομαχητά μαζί τους, ανίσως και τους περνούσε υποψία πως κάτι αξίζουν αυτά τα χαρτιά. Καβαλίκεψα λοιπόν τάλογο, κ' έφυγα. Σαν ήρθα στην Αθήνα, και τα ξαναδιάβασα, και μοναχός μου, και με τους φίλους μου, αποφάσισα να τα δώσω και στο Κοινό.
Εκεί απάνω, ξεφύτρωσαν κι ως πεντακόσοι καλόγεροι από τη Νιτρία, που δίχως άλλο βάλανε χέρι κι αυτοί, αφού ένας τους πετροβόλησε κιόλας τον Έπαρχο. Μέσα σ' αυτή την οχλοβοή πρέπει να βρήκε η Υπατία το τέλος της.
Απ' τη μικρούλα πόρτα της Μονής, το λιβάνι, που οι καλόγεροι σκόρπισαν άφθονο στους νοτερούς θόλους της σπηλιάς, ξατμίζουνταν στην αυλή, κι η μυρουδιά του, περίχυνε τ' άγριο εκείνο στένωμα από απαλότη και γαλήνη.
Και το πιο θλιβερώτερο, όσοι καλόγεροι φωλιάζανε σε κείνους τους τόπους, σταθήκανε δεξί του χέρι στην καταστροφή της ειδωλολατρικής Ελλάδας, που αυτή μονάχα έμνησκε ακόμα απείραγη, και λάτρευε τους αρχαίους Θεούς της και φύλαγε τους ναούς και τα ιερά της, καθώς είδαμε στου Θεοδοσίου την ιστορία. Ίσια λοιπό στη Βοιωτία οι ΒισιΓότθοι, και κείθε στην Αττική.
Εφρόντιζε να τρων καλά οι καλόγεροι, τους καλομιλούσε κ' εδεχότανε με τρόπο ευγενικό τον απ' έξω κόσμο. Η μάννα του τον βοηθούσε στην εσωτερική διοίκησι και όλα πήγαιναν καλά. Αυτά στας αρχάς, τον πρώτο καιρό· μετά ένα όμως χρόνο τα πράμματ' άλλαξαν.
Ήτανε μαζί μας τέσσερις νέοι από τη Μασσαλία, πέντε ναπολιτάνοι παπάδες, και δυο καλογέροι από την Κέρκυρα, που μας είπανε, πως παρόμοια επεισόδια συμβαίνουνε κάθε μέρα. Ο κύριος βαρώνος υποστήριζε, πως αδικήθηκε πολύ περισσότερο από μένα· εγώ υποστήριζα, πως ήτανε λιγώτερο κακό να ξαναβάλη κανείς ένα μπουκέττο στο στήθος μιας γυναίκας, παρά να βρεθή ολόγυμνος μ' ένα τσογλάνι.
Όλη το λοιπόν η προστυχιά της Πόλης, άντρες, γυναίκες, και κάμποσοι Αρειανοί καλόγεροι, ξεκινούνε μια μέρα από τη Μητρόπολη της Αγιά Σοφιάς, σπάνουν τις θύρες της Αγίας Αναστασίας, και ρημάζουν το παρακκλήσι με λιθάρια, με μαγκούρες και μαναμμένα δαδιά. Πήγε να πεθάνη από τη λύπη του ο δύστυχος ο Γρηγόριος.
Οι καλόγεροι αποσταμένοι, άλλοι από την ορθοστασία της ακολουθίας, άλλοι από τον κάματο της ημέρας που έρχουνταν ολοένα απ' τα χωράφια τους, δίπλοναν τα ποτηράκια. Και με το δίπλωμα, η κουβέντα δούλευε. Ο ηγούμενος στο πλάι μου, μου ιστορούσε τα θαύματα της Εικόνας, της Παναγίας της Μονής, που απ' τον καιρό της εικονομαχίας, έφυγε από τη Προύσσα κι ήρθε και κρύφτηκε σ' αυτούς τούς βράχους.
Οι παλιοί κολλήγοι του Ευμορφόπουλου σκόρπισαν από το χτήμα σαν του λαγού τα παιδιά. Ένας με τον άλλον πήραν όλοι τα μάτια του· Άλλοι πήγαν και ρογιάστηκαν σε γειτονικά χτήματα, άλλοι τράβηξαν πάρα πέρα, γυρεύοντας τύχη. Κ' έκαναν ό,τι δουλειά εύρισκαν άλλοι ζευγάδες, άλλοι βοσκοί, άλλοι ψιλικατζήδες, χαλκιάδες, και καλόγεροι ακόμα.
Άλλαξε δηλαδή ο παππά Συνέσιος τρόπους εις όλα και άρχησε η μουρμούρα, η οποία σιγά σιγά ηύξανε εωσού έγεινε αληθινή βοή, σαν τη βοή που φέρνει μεγάλη θαλασσοταραχή. Του ρίχτηκαν όλοι του παππά Συνέσιου, μικροί μεγάλοι, καλόγεροι και κοσμικοί. Τον έλεγαν φανερά ήρωα σε κάτι σκάνδαλ' ακατονόμαστα. — Καλέ είδες πράμματα; — Ο αλιτήριος, ο κακούργος! — Να παππάς μια φορά! Να κλειδώνεται . . . φτου!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν