United States or Turks and Caicos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αγαπητή Καρολίνα, αφήστε μου ακόμη λίγο καιρό σε ησυχία, όλα θα διορθωθούν! — Ένα πράγμα μόνον σας ζητώ, Βέρθερε: να μην έλθετε πρώτα από τη βραδειά των Χριστουγέννων.! — Πριν να προφθάση ν' απαντήση εμπήκε στην κάμαρα ο Αλβέρτος. Είπαν το «καλησπέρα» με ψυχρότητα και άρχησαν να περιπατούν μαζί στο δωμάτιο με αμηχανία.

Έλα εδώ, Δώρα. Οι παραπάνω, ΔΩΡΑ Καλησπέρα σας κύριε. Μπαμπά μου. ΜΙΣΤΡΑΣΕίδες πως σ' επρόδωκα, κοκκώνα μου; Θα μ' έχης μια φούρκα, μάτια μου. ΦΛΕΡΗΣΤι τρόπος είναι αυτός; Ω; πότε θάσαι αγρίμι; Δώσε το χέρι σου στους κυρίους. Δε γνωρίζεσαι με τον κ. Νίκο; Ω! βέβαια . . .

Κύτταξε να της βρης κανένα άγγελο με κρέας και κόκκαλα. Ο έρωτας των άυλων φέρνει υστερισμούς. ΦΛΕΡΗΣΑυτό έλειψε. Να φροντίζουμε από τώρα για γαμπρό! Σαν έρθη η ώρα της θα φροντίσω. Δεν είναι καιρός ακόμα. Σιωπή! Θαρρώ πως έρχεται.... Οι παραπάνω, ΝΙΚΟΣ ΜΙΣΤΡΑΣ Καλησπέρα, θείε μου. Σας γυρεύω μια ώρα. Α! καλησπέρα σας, κύριε Φλέρη. ΜΙΣΤΡΑΣΕδώ είμαι, μάτια μου. Τα λέω με το φίλο μου...

Καλησπέρα σας, κύριε Σουσαμάκη, υπολαμβάνει διακόπτουσα η κυρία Ευφροσύνη, εισερχομένη και αυτή θριαμβευτικώς εις την αίθουσαν και ισταμένη πλησίον του λαμπτήρος, όπως σπινθηρίζωσιν κάλλιον οι αδάμαντές της. Πώς είσθε; η κυρία είνε καλά; είμεθα έτοιμοι, βλέπετε . . .

Τρέχα να μη σου τα κάμω χρυσάφι τα μπούτια σου. Τρέχα, καψούλικο, τώρα που τόχουμε το φεγγάρι. Κουνήσου, ανάθεμά σε, ψοφήμι. Καλησπέρα, αφεντικό. — Στάσου, τσαναμπέτικο, στάσου! — Πώς σου φαίνεται το φεγγάρι, αφεντικό; Θα τόχουμε ώσπου να φέξη ή θα μας μαζέψη σύννεφα πάλε; — Στάσου που να σε πάρ' η κατάρα! Στεφ. Καλησπέρα, Κεριάκο. Μη φοβάσαι για τον καιρό. Κι α θέλη ο Θεός; Κερ.

Θα στείλω να φωνάξω το γιατρό. Οι παραπάνω, ΜΠΑΡΜΠ-ΑΡΓΥΡΗΣ Δεν είναι πια ζωή αυτή. Βαρέθηκα με τα σωστά μου .. . ΛΕΛΑΝα ο Μπάρμπ-Αργύρης. Θα τον παρακαλέσω να πάη για το γιατρό.... Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ. Καλησπέρα σας. Καλησπέρα κυρία μου. Μήπως είδατε την κυρία Δώρα αποδώ; ΛΕΛΑΌχι Μ-Αργύρη δε φάνηκε. Ίσως είναι στη κάμαρά της. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Ο πατέρας της ανησυχεί που δεν κατέβηκε ακόμα κάτω.

«Ποτέ δεν αποθαρρύνομαιεφώναξε. «Μία επίσκεψις εις τον Μύλον! καλησπέρα εις τον μυλωθρόν, καλησπέρα εις την Μπαμπέττα. Δεν πέφτει κανείς, εάν δεν το σκεφθή. Πρέπει τέλος πάντων να με ιδή η Μπαμπέττα μια φορά. Θέλω να γίνω άνδρας της!» Ο Ρούντυ εγέλα, είχε φαιδράς διαθέσεις και εβάδισε προς τον Μύλον. Ήξευρε τι ήθελε: ήθελε να έχη την Μπαμπέτταν.

Το μάτι του δε δάκρυσε ποτές Σκουντουφλιασμένος, τρεις μέρες τώρα στην αγκωνή, με το τσιμπούκι στο στόμα, μήπως άνοιξε καθόλου ταχείλι του να βγάλη λόγο; Αγκαλά, και ζώντας η μακαρίτισσα, μήπως της είπε ποτέ μια γλυκειά κουβέντα; Αυτό ήτανε το παράπονο της μακαρίτισσας. «Καλημέρα, καλησπέρα» κι' όξω, στον καφενέ ή στο ψάρεμα, αυτή ήτανε η ζωή του, κυρ-αστυνόμε μου...