Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Τώρα που ήρθαν και οι θείες σου, θα παγώσει», είπε η Νατόλια, παίρνοντας την καφετιέρα από το κάνιστρο. «Έτσι, θα πιω κι εγώ λίγο.» «Οι θείες μου! Ξύλο που τους χρειάζεται! Κι σ’ εσένα μαζί μ’ αυτές! Εάν αδειάσουν όλο το σακούλι με τις αμαρτίες τους, σίγουρα θα βρεις νεκρό το αφεντικό σου από συγκοπή μέσα στο εξομολογητήριο….» «Τι γλώσσα! Φαίνεται πως σ’ έχει δαγκώσει η οχιά.

Ο παπα-Πασκάλε ήταν μέσα στο εξομολογητήριό του και δεν είχε σκοπό να βγει από εκεί, παρ’ όλο που η Νατόλια τον περίμενε με καφέ και βουτήματα μέσα σ’ ένα κάνιστρο στο σκευοφυλάκιο. Βλέποντας να καταφθάνουν οι δυο αδελφές για να εξομολογηθούν, η υπηρέτρια έκανε μια χειρονομία απογοήτευσης και σκέφτηκε ότι θα ήταν καλύτερα να πάει να ζεστάνει τον καφέ στης φίλης της, της Γκριζέντα.

Να την λοιπόν που βγαίνει πίσω από το ιερό, με το κάνιστρο στο κεφάλι και κατεβαίνει το σοκάκι ανάμεσα σε συστάδες από βάτα που λάμπουν από τις σταγόνες της δροσιάς. Από την πόρτα της γριάς Ποτόι φαινόταν η Γκριζέντα σκυμμένη πάνω στη φωτιά της εστίας να ετοιμάζει τον καφέ της γιαγιάς που ήταν άρρωστη στο κρεβάτι. «Αδυνατίζεις κάθε μέρα και πιο πολύ», είπε η Νατόλια μπαίνοντας.

Αφίνω τώρα το βωμό, και πρέπει να πεθάνω. Σφάχτε με, αλλά τίποτα δεν κάνετε με τούτο• εγώ το κάνιστρο κρατώ και τούτα τα κρυμμένα. ΙΩΝ Κ' αυτό δεν είναι πονηριά, με λόγια να με μπλέξη; ΚΡΕΟΥΣΑ Όχι! 'ς εσέναν' εύρηκα αγαπημένο φίλο. ΙΩΝ Φίλος σου εγώ, που θέλησες να με κρυφοσκοτώσης; ΚΡΕΟΥΣΑ Γυιός μου, αν είν' ο γυιός γλυκύς γι' αυτούς που τον γεννάνε.

ΙΩΝ Εκείνος είνε καθαρός που τους εχθρούς σκοτώνει. ΠΥΘΙΑ Να μη το κάμης, κι' άκουσε εκείνο που σου λέγω. ΙΩΝ Λέγε! γιατί ό,τι ειπής εσύ θάνε καλά ειπωμένα. ΠΥΘΙΑ Βλέπεις αυτό το κάνιστρο που έχω στη μασχάλη; ΙΩΝ Βλέπω ένα κάνιστρο παληό με ρούχα τυλιγμένο. ΠΥΘΙΑ Σε τούτο σε παρέλαβα που ήσουν μωρό ακόμα. ΙΩΝ Τι λες; ο λόγος που άκουσα είνε για μένα νέος.

Αλλά κ' εκείν' η δύστυχη που μ' έχει γεννημένον, το ίδιο πάλι έπαθε που 'χασε του παιδιού της κάθε χαρά. Και τώρα εγώ το κάνιστρο ετούτο θα πάγω αφιέρωμα εις το θεό ν' αφήσω, να μη γυρεύω πράματα, που ούτ' εγώ δεν θέλω. Εκείνη που με γέννησε, αν ίσως είνε δούλα, χειρότερο είνε να τη βρω, παρά να σιωπήσω. Ώ Φοίβε! αφιέρωμα ταφίνω στο ναό σου.

Λίγα πράγματα όμως έχω να εξιστορήσω.» «Εξιστόρησε αυτά τα λίγα…» «Ωραία, ναι, θα σας πω…» Η Νοέμι έστρωνε σιωπηλή το τραπέζι. Να, το ίδιο κάνιστρο μαυρισμένο από τον καιρό, λειασμένο από τη χρήση∙ να το ίδιο ψωμί και το ίδιο προσφάγι. Ο Έφις έτρωγε κι εξιστορούσε, με λόγια μπερδεμένα, που τα σκέπαζε το δειλό ψέμα.

ΙΩΝ Παύσε να πλέχης πονηριές! εγώ θα σε τσακώσω. ΚΡΕΟΥΣΑ Παιδί μου, τώρα έφθασααυτό που επιθυμούσα. Είν' αδειανό το κάνιστρο, ή πράματα έχει μέσα; ΚΡΕΟΥΣΑ Τα σπάργανα, που σ' άφησα μια μέρα τυλιγμένον. ΚΡΕΟΥΣΑ Αν ίσως και δεν σου τα ειπώ, ε τότε ας πεθάνω. IΩΝ Λέγε, είνε παράξενο το θάρρος όπου δείχνεις. ΚΡΕΟΥΣΑ Κύτταξε αυτό που ύφανα στα χρόνια που ήμουν κόρη.

Αυτά 'πε, και αυτής κοίμισε τους θρήνους και τα μάτια στέγνωσε• κείνη ελούσθηκε κ' εφόρεσε καθάρια, 'ς τ' ανώι με ταις γυναίκαις της ανέβη και ουλοχύταις 760 έθεσεν εις το κάνιστρο, και ευχόνταν της Αθήνης•

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν