United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΡΑΦΤΗΣ Ωραία ερώτησις! Φέρετε όποιο ζωγράφο θέλετε να δούμε αν θα μπορέση με το πινέλο του να σας το φέρη πειο καλά στο σώμα σας. Έχω στο κατάστημα έναν εργάτη που για τέτοιου είδους φορέματα είνε η μεγαλυτέρα μεγαλοφυία του κόσμου. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Η περούκα και τα φτερά είνε καθώς πρέπει; ΡΑΦΤΗΣ Όλα είνε τέλεια. Το γνωρίζω πολύ καλά.

Τον εργάτη τον έβαψε πράσινον, την κάμαρή μας κόκκινη· το μαγεριό κατάμαυρο· τα κατάρτια κίτρινα. Έπειτα ήθελε να βάψη και το σκαφίδι. Ήταν γαλάζιο, φρεσκοβαμμένο. — Όχι γαλάζιο, λέγει· κάτασπρο είνε ομορφώτερο. — Μα το άσπρο λερώνει εύκολα. Έπειτα δεν έχει ανάγκη ακόμα. — Έχειδεν έχει θαν το βάψω. Δεν μπορώ να το βλέπω με τέτοιο χρώμα. Στο στομάχι μου κάθεται.

Κ' έτσι μ' αυτά και μ' αυτά έχτισε ο γέρο-Σκοινάς ανώγεια και κατώγεια, κ' εσκάρωσε σκάφες, κι' αρμάτωσε άρμενα. Και θαρρώ πως θα ξέχασε να δώση και του φτωχού εργάτη τα βρεθίκια πού του έταξε. Ο Νικολός ήτον στοχαστής πολύ, και είχεν εκλέξει καλώς την ώραν.

Δεν μπορεί να είναι αυτός…Τελικά ρώτησε λίγο απότομα: «Ποιος είναι;» «Φίλος», απάντησε μια ξένη φωνή. Η Νοέμι όμως δεν κατάφερνε να ανοίξει, τόσο πολύ έτρεμαν τα χέρια της. Ένας νέος άντρας που έμοιαζε με εργάτη, ψηλός και χλωμός, ντυμένος στα πράσινα, με κίτρινα σκονισμένα παπούτσια και μικρό μουστάκι στο χρώμα των παπουτσιών, στεκόταν μπροστά στην εξώπορτα στηριζόμενος σε ένα ποδήλατο.

Αφού είδε κι απόειδε, κατάφερε τέλος και τον πήραν εργάτη σ' ένα σιδερόδρομο, με δυο τρία φράγκα την ημέρα. Δεν είναι προκοπή αυτή! Ο ξενιτεμένος θυμάται το χωριό του και αποζητά το σπίτι του πατέρα του, της μάννας του το χάδι, το ψωμί το σπιτίσιο, το καλό κρασί του αμπελιού τους. Σα να μην τα χάρηκε αρκετά.

Επειδή όμως πιστεύει πως η πάλη αυτή θα πάει μπροστά με το να υποστηρίζονται τα ιδανικά του εργάτη, δηλαδή ο σοσιαλισμός, ― ξεγελιέται και γενικεύει και λέει τον εαυτό του σοσιαλιστή, και βγάζει το σοσιαλισμό κοινωνιολογία και πανάκεια των νέων κοινωνιών.

Το αν κάθομαι στην ησυχία μου ή όχι, εκείνοι που με γνωρίζουν μπορούν να κρίνουν. Ο σοσιαλισμός λοιπόν είναι το ιδανικό, η ψύχωση, η λαχτάρα του εργάτη σε μερικές εποχές της ζωής των κοινωνιών. Ο κ. Σκληρός γυρεύει την πάλη ανάμεσο στις τάξες, αυτό θεωρεί ιδανικό, και όχι το σοσιαλισμό.

Ο ποταμός όλο τρέχει κι όσο πάει φουσκώνει η ορμή του. Λες που για να περάση, σκάφτει τα χώματα και τρυπά τις πεδιάδες. Πληθαίνουν τα λαμπρά νερά, πληθαίνουν κ' οι αθρώποι. Παντού βλέπεις χωράφια και πάλε χωράφια. Δεν είναι τόπος χωρίς κάτοικο, αγρός χωρίς εργάτη.

ΑΜΛΕΤΟΣ Εις το σπαθί μου, 'ς το σπαθί μου. Ορκισθήτε. ΑΜΛΕΤΟΣ Α! Α! συ, παλληκάρι, τούτο λέγεις; Είσαι κει κάτω, τιμημέν' εργάτη ; — Ελάτε· ακούτε τον άνθρωπον αυτόντα κατωκέλλι· στέρξτε να ορκισθήτε. ΟΡΑΤΙΟΣ Τον όρκον, Κύριε, πρόβαλέ μας. ΑΜΛΕΤΟΣ Ό,τι έχετε ιδή, ποτέ να μην ειπήτε. θα ορκισθήτετο σπαθί μου.