Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Εκείνος όμως ίσως μας νομίζει γελοίους, όταν μας ερωτήσουν διά το όνομά σου και απαντήσωμεν με συλλαβισμόν αυτού, διότι ναι μεν κρίνομεν και λέγομεν ορθώς όσα λέγομεν, νομίζομεν όμως ότι τάχα είμεθα γραμματικοί και κατέχομεν και λέγομεν γραμματικώς τον ορισμόν του ονόματος του Θεαιτήτου.

Είπε η θεά, και τράπεζαν γεμάτην αμβροσίαν του θέτει, και άμα κόκκινο νέκταρ του συγκερνάει. κ' έτρωγ' εκείνος κ' έπινεν, ο μέγας αργοφόνος• και δύναμιν εις την τροφήν άμα η καρδιά του επήρε, 95 τότ' επροσφώνησεν αυτήν, απάντησέ της κ' είπε•

ΑΣΤ. Και πού ς' το διάολο είν' αυτό το Κύσαμο; ΚΡΗΣ. Έπα δα στην Κρήτη. ΑΣΤ. Και δε λες π' ούσαι Κρητικός ν' άμπ' ο διάολος μέσα σου; και ποιος μουρέ σε χτύπησε; ΚΡΗΣ. Ένας λιάπης. ΑΣΤ. Και π' ούν' εκείνος ο λιάπης; ΚΡΗΣ. Δεν τον κατέχω το σκυλάπιστο· πούρησε. ΑΣΤ. Και πού μουρέ, πού σε βάρεσε; ΚΡΗΣ. Στη χέρα δεδίμ, ω φέρετε με δα τον ξαγορευτή να με ξαγουρέψη να ξεμυστέψω

Ερασίστρατος Νομίζω μεν εγώ, εκείνος εις τον οποίον υπάρχει αγρός. Σωκράτης Λοιπόν κατά τον ίδιον λόγον και αν κατά τύχην είς τινα υπάρχουσι φορέματα ή στρώματα, ή άλλα περισσοτέρου λόγου άξια ή όσα εις τον ξένον Σικελιώτην, ούτος είναι πλουσιώτερος. Εάν δε κανείς ήθελε σοι δώσει να προτιμήσης μεταξύ τούτων των δύο, ποίον των δύο θα προετίμας;

Μεγάλη χύτρα με νερόν εθερμαίνετο εις την εστίαν. Ητοιμάσθη καθαρά λεκάνη. Ο παπάς εφόρεσε τ' άμφια, και άρχισε τας ευχάς των κατηχουμένων. Η συντέκνισσα επήρεν εις τους βραχίονάς της το νεογνόν, ανίδεον, μελαψόν, και θλιβερώς ασθμαίνον, κ' εστάθη πλησίον του παπά. Μετ' ολίγον εκείνος της είπε να στραφή προς δυσμάς. — «Απετάξω τω Σατανά

Μην εξετάζης, φιλτάτη· φίλοι παλαιοί, υποχρεώσεις· απήντα εκείνος μέ τινα στενοχωρίαν.

Ησθάνοντο ενώπιον της σιωπής εκείνης ως εάν αυτοί ήσαν οι ένοχοι και Εκείνος ο δικαστής. Και επειδή παν φαρμακερόν βέλος των έπιπτεν άπρακτον εις τους πόδας, ως να εθραύετο κατά της αδαμαντίνης ασπίδος της αθωότητός Του, ήρχισαν να φοβώνται μήπως, μεθ' όλα ταύτα, η δίψα των διά το αίμα του μείνη άσβεστος, και η σκευωρία των ανατραπή.

Εκείνος που μου πρωτοανάφερε το όνομα του Βιζυηνού είταν ο φίλος μου ο καημένος, ο συμμαθητής μου κι ο σύντροφος.

Όλα τα στοιχειά και τα τέρατα τινάχτηκαν από τον ύπνο και χόρευαν μες στο σκοτάδι, παίρνοντάς τον στο κατόπι και περιτριγυρίζοντάς τον. Και να τον πάλι να περιμένει, αλλά ο Τζατσίντο είχε κι εκείνος πάρει τη μορφή ενός τέρατος, λες και τα πνεύματα της νύχτας τον είχαν πάρει μαζί τους στο μυστηριώδες βασίλειό τους κι εκείνος γύριζε από εκεί φρικτά παραμορφωμένος. Καλύτερα να μη γύριζε ποτέ.

Είπε, και αυτοίτην προσταγήν υπάκουσαν κ' επήγαν·τον θάλαμο τον εύρηκαν χωρίς να τους νοήση· εκείνος ζητούσ' άρματατο βάθος του θαλάμου, 180 και αυτοίτα πλάγια στάθηκαν της θύρας κ' εκαρτέρουν, και ως πάτησ' ο γιδοβοσκός Μελάνθιος το κατώφλι,— καιτο 'να χέρ' είχε λαμπρό περίκρανο, πλατείαν εις τ' άλλο ασπίδα παλαιάν, και μουχλαραχνιασμένην, οπ' ο Λαέρτης ήρωας φορούσ' ότ' ήτο αγόρι, 185 ριμμένην τώρα, και η ραφαίς λυθήκαν των λουριών της,— επάνω τ' ώρμησαν οι δυο και απ' τα μαλλιά τον σύραν μέσα, και χάμαι βρόντησαν τον κατατρομασμένον. χέρια και πόδια του 'δεσαν αντάμ', αφού με τρόπον σκληρόν τα οπισθογύρισαν, ως ο Λαερτιάδης 190 επρόσταξ' ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας και, αφού σχοινί του πέρασαν, 'ς την κορυφή του στύλου τον ανεβάσαν υψηλά τα πατερά να εγγίξη. και του 'πες με περίγελον, ω Εύμαιε χοιροτρόφε· «Τώρ', ως σου πρέπει, μαλακά, Μελάνθιε, πλαγιασμένος 195 θα ολονυκτήσης έξυπνος, και δεν θα σε ξαφνίση ερχόμεν' η χρυσόθρονη του όρθρου θυγατέρα απ' ταις ροαίς του Ωκεανού, την ώρα 'που συ φέρνεις τα ερίφια μες τα δώματα να φάγουν οι μνηστήρες».

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν