Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025
Ενόμισαν ότι τέλος τον συνέλαβαν εις δίλημμα. Εγνώριζον την θείαν ευσπλαχνίαν Του, δι' ης ηγάπησεν όπου άλλοι εμίσουν, και παρηγόρησεν όπου άλλοι κατεφρόνουν· και εγνώριζον πως η ευσπλαγχνία εκείνη είχεν εφελκύσει προς Αυτόν τον θαυμασμόν πολλών, την παριπαθή αφοσίωσιν όχι ολίγων.
Ούτω λοιπόν η θειά-Ζωίτσα μετά τον θάνατον του συζύγου της ευρέθη άνευ κινητής περιουσίας, με την ασήμαντον προίκα της, τας δύο θυγατέρας, και τας βαρβάρους ενοχλήσεις του δανειστού, ένεκα των οποίων πολλάκις ηναγκάσθη, με όλην την πεποίθησιν ην είχεν εις το δίκαιόν της, να καταφύγη εις την συμβουλήν του μόνου δικολάβου της κώμης, φέρουσα και μίαν παχείαν όρνιθα, ίνα ερωτήση αν πραγματικώς η προιξ δεν κατάσχεται.
Αλλά μετά μίαν στιγμήν, ανέπεσεν επί των ποδών της, συνεστάλη υπό τον σταυρόν και ήρχισε να γρυλλίζη, ως εάν η καρδία της η θηριώδης είχεν οίκτον προς το ανθρώπινον εκείνο ερείπιον. Οι υπηρέται του ιπποδρόμου ηρέθιζον την άρκτον διά των κραυγών των. Ο λαός έμενεν άφωνος. Εν τούτοις ο Χίλων ύψωσε βραδέως την κεφαλήν και περιέφερε τα βλέμματά του επί των θεατών.
Αυτός έστεκεν εις υψηλόν θρόνον καμωμένον εις μορφήν Δράκου, εγκοσμημένον με πολύτιμες πέτρες, και είχεν ολόγυρα του θρόνου του πολλούς φύλακας με τα σπαθιά γυμνά εις τα χέρια· ο οποίος βλέποντάς τον Καλάφ έστειλεν ένα του φύλακα διά να τον εξετάξη το τι είνε ο ερχομός του εκεί.
Οι δύο ερασταί είχον τελειώσει την αντιγραφήν της τελευταίας επιστολής του Αποστόλου, ο δε ήλιος, ον ο Γαλιλαίος δεν είχεν ακόμη καταδικάσει εις ακινησίαν, επέραινε την καθημερινήν αυτού περιστροφήν.
Και πιθανόν να ησθάνθησαν ότι το παιδίον ήτο σοφώτερον των διδασκάλων και υπερόχως μεγαλείτερον αλλά μέχρι τούδε το είχον γνωρίσει μόνον ως σιωπηλόν, γλυκύν, ευπειθή Υιόν, και ίσως η αδιάκοπος συνάφεια του καθημερινού βίου είχεν εξαλείψει την συναίσθησιν της θείας καταγωγής του.
Είτα ορφανή πατρός απομείνασα υπηρέτει ουχί επ' αμοιβή αλλ' ούτως, εκ φυσικής κλίσεως και συμπαθείας του ομοίου προς το όμοιον, εις τον γειτονικόν της πλούσιον οίκον αρχαίου πλοιάρχου, όστις, αφεντάνθρωπος εις όλα, είχεν αριστοκρατικήν τάξιν εν τη οικογενεία του.
Και επειδή δεν της είχεν απευθύνει ακόμη τον λόγον, ηγέρθη και υπεκλίθη ενώπιόν της και είπε τα έπη με τα οποία ο Οδυσσεύς εχαιρέτησε την Ναυσικάν, «Γονούμαί σε . . . θεά ή θνηνή . . . Ει δε συ έσει θνητών επιχθονίων, τρισμάκαρές τοι πατήρ και πότνια μήτηρ, τρισμάκαρες δε και κασίγνητοι . . .» Και αυτή η Πομπονία ησθάνθη την ευφυά φιλοφροσύνην του ματαιοδόξου εκείνου.
Οι δύο κατά το Βατούμ· οι άλλοι δίπλα στ' ανοιχτά ουρανοθέμελα. Κ' εμπρός μας ο Καύκασος πελώριος, σκυθρωπός έδειχνε τα χαλαρόφραχτα περιγιάλια του δόντια αστόμωτα. Ο ουρανός ψηλά συγνεφοσκεπασμένος, βαρύς· κάτω η θάλασσα μαυριδερή μ' ένα ελαφρό τρέμουλο από άκρη σε άκρη, σαν να είχεν ανατριχίλα. Πρώτη φορά που έβλεπα φοβισμένη τη φιλενάδα μου.
Και εγώ ήμην παιδιόθεν μεμνηστευμένος, αλλ' είχα χηρεύσει προτού νυμφευθώ, αποθανούσης προ ετών της μνηστής μου, η δ' ανεμοζάλη της Επαναστάσεως είχεν επέλθει πριν ή ο πατήρ μου προφθάση να συνάψη νέον δι' εμέ αρραβώνα. Τοιαύτα ήσαν της Χίου τα έθιμα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν