Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο κομμένη από χαρτί, και εφορούσεν έν ωραίον τούλινον φόρεμα με μίαν μεταξωτήν ζώνην γαλάζιαν, και εις την μέσην της ζώνης είχεν έν λαμπρόν τριαντάφυλλον χάρτινον, μεγαλείτερον από την κεφαλήν της.

Η Ζερβουδοπούλα δεν είχεν έλθη εις τον χορόν, προφανώς διά ν' αποφύγη την συνάντησίν του. Τούτο του έδιδε μίαν επί πλέον αφορμήν να σκέπτεται ότι η αντίστασίς της ήτο αδύνατον να κατανικηθή άλλως ή διά της βίας, διά της απαγωγής. Αλλά τώρα, ότε είχεν αρχίση να μη εξέρχεται, η απαγωγή εφαίνετο δύσκολος.

Ματαία λοιπόν εφαίνετο η αντίστασίς μου κατά του πεπρωμένου και πολύ προτιμότερον να στέρξω τα πράγματα όπως ήσαν. Πρέπει δε και να ομολογήσω ότι είχεν ολιγοστεύση κατά πολύ εις διάστημα μιας μόνης ώρας η αντιπάθειά μου κατά του ρωμαντισμού.

Αλλά προ ολίγου έτι ο γύρος των Κυκλάδων εγίνετο κατά δεκαπενθημερίαν, η δε εβδομαδιαία των ατμοπλοίων προσέγγισις εις τας νήσους ήτο πρόσφατον τότε γεγονός, ώστε η σκέψις ότι δεν θα είμαι δεσμευμένος επί δεκαπέντε ημέρας αποκαθίστα ελαφρότερον τον επταήμερον περιορισμόν. Άλλως δε ο καιρός τότε είχεν, ή εφαίνετο έχων, ολιγωτέραν αξίαν ή σήμερον.

Π. Αραβαντινού. Ταύτας εθεώρησα χάριν της συντομίας περιττόν να σημειώσω ενταύθα. Δεν είχεν εισέτι εξέλθη η φλοξ της επαναστάσεως ότε ο Βεζύρης των Ιωαννίνων έστρεψε την οργήν του κατά του Σουλίου, του οποίου τον στρατόν απετέλουν ολίγοι, αλλ' ανδρείοι στρατιώται. Τα πολεμεφόδια τότε τοις έλλειψαν, ύδωρ δεν είχον, τροφάς δεν είχον· ιδού θέσις της εσχάτης απελπισίας.

Και άλλους μεν απέτρεπεν ή προέτρεπεν, όπως έκρινε καλλίτερον και πιθανώτερον, εις άλλους δε προέλεγε θεραπείας και συνεβούλευε δίαιτας, διότι, όπως εις την αρχήν είπα, εγνώριζε πολλά και χρήσιμα φάρμακα. Συνίστα δε προ πάντων τας κυτμίδας, όνομα ανακουφιστικού τινος φαρμάκου το οποίον είχεν ονομάσει αυτός και το οποίον κατεσκευάζετο από αίγειον λίπος.

Ενώ δε ίσταντο έντρομοι και διστάζοντες εκεί, Αυτός και πάλιν τους ηρώτησε, «Τίνα ζητείτεΠάλιν εκείνοι απήντησαν, «Ιησούν τον Ναζωραίον». «Είπον υμίν, απεκρίθη, ότι Εγώ ειμι· ει ουν Εμέ ζητείτε, άφετε τούτους υπάγειν». Διότι Αυτός είχεν ειπεί εν τη προσευχή Του, «Ους δέδωκάς Μοι εφύλαξα, και ουδείς εξ αυτών απώλετο».

Τελειώνοντας τούτους τους λόγους βγάζει ένα δακτυλίδι που είχεν εις το δάκτυλόν του· και ο βασιλεύς ευθύς τον είδε πώς δεν ήτον άλλο, παρά ένας άσχημος γέρων.

Το κελλίον όπου είχεν εισέλθη ο μπάρμπα-Κωνσταντός ήτο το έν εκ των δύο όσα εκράτει ο ηγούμενος, το οποίον εχρησίμευεν άμα ως προθάλαμος, ως μαγειρείον και ως πρόχειρον «αρχονταρίκι». Μόλις είχεν αποκοιμηθή ο γηραιός πάρεδρος, και εισήλθεν ο υποτακτικός Γαβριήλ, με άσπρον κιουλάρι, με ζωστικόν πάνινον ξεθωριασμένον και χωρίς ράσον, κρατών λυχνίαν με την αριστεράν, καυσόξυλα και χαμόκλαδα με την δεξιάν.

Έκυψε και αυτός, είδε, και πριν καν εννοήσωσιν οι άλλοι τι συνέβαινε, πριν ή συνέλθη ο ένοχος εκ της καταπλήξεως, έγεινεν ανάρπαστος από το θρανίον του και εβροντοκοπήθη εις το πάτωμα της παραδόσεως ως αν ήτο τόπι ελαστικόν. Ο διδάσκαλός μας είχεν αθλητικόν ανάστημα ως αχθοφόρου και χείρας μεγάλας ως των εικόνων του παντοκράτορος.