Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Πλην εκείνοι ησθάνθησαν το βάρος και ήρχισαν να τραβούν. Ο Στάθης ανέπεμψεν ένθερμον, εσχάτην προσευχήν αγωνίας, εκρατήθη με τρεμούσας χείρας από το σχοινίον, και αφέθη εις το κενόν. Εταλαντεύετο σφοδρώς. Ο άνεμος είχε δυναμώσει. Εκτύπησε δύο ή τρεις φοράς την κεφαλήν, τους ώμους και τους πόδας εις τον βράχον. Όταν έφθασεν εις το ύψος του βράχου, είχε ξεπιάσει ήδη τας χείρας από το σχοινίον.
Όλοι έσπευσαν τότε να την συλλυπηθούν «εις το μαύρο δυστύχημα». Όσαι πρότερον φθονούσαι την εκακολόγουν, ησθάνθησαν ήδη πρώται την λύπην. Βέβαια, ο φθόνος πάντοτε λυπείται πρώτος εις τας δυστυχίας! Την πρώτην ημέραν ήτο άφωνος, άγρυπνος και άγευστος. Τα όμματά της, εκείνα τα ωραία, ξηρά. Η γραία εφοβείτο περί της υγείας της: «Το άμοιρο!» έλεγε.
Αλλ' οι συμπόται βλέποντες τας δυο εκείνας λευκάς μορφάς ομοίας προς δυο θαυμάσια αγάλματα, ησθάνθησαν ότι εχάνετο εν τω προσώπω αυτών ο τελευταίος στολισμός της Ρωμαϊκής κοινωνίας, το κάλλος και η ποίησίς της. Αλλά και η βασιλεία του Νέρωνος δεν ήτο πεπρωμένον να διαρκέση επί πολύ.
Ήτο φοβερόν πράγμα να αισθάνηταί τις, όπως τινές των επιζώντων και των αυτοπτών, και ούτοι ουχί Χριστιανοί ησθάνθησαν, ότι η πόλις ήτο αξία της καταστροφής, την οποίαν υπέστη, διότι είχε παραγάγει γενεάν ανθρώπων, οίτινες υπήρξαν οι αίτιοι, των συμφορών της· και ό,τι «ούτε άλλη πόλις υπέστη ποτέ τοιαύτα δεινά, ούτε άλλος αιών εγέννησέ ποτε γενεάν γονιμωτέραν εν ανομία και πονηρία, ή όσον ήτο αύτη από καταβολής κόσμου».
Προσέβαλον το φρούριον, έλαβον τα πλοία κενά και επιπεσόντες απροσδοκήτως επί της λοιπής Σαλαμίνος ελεηλάτουν αυτήν. Εν τούτοις πυρά υψώθησαν αναγγέλλοντα εις τας Αθήνας τον ερχομόν των εχθρών. Καθ' όλον το διάστημα του παρόντος πολέμου δεν ησθάνθησαν μεγαλυτέραν κατάπληξιν.
Δεν είχε πλέον το καλάθι της, αλλά είχε γεμίσει τους κόλπους της από διάφορα μικροσκοπικά χόρτα, τα οποία είχε συλλέξει την ημέραν κάτω εις τα ρέμματα των κοιλάδων. Τα δύο μικρά κοράσια της ασθενούς εκάθισαν σιμά εις τα γόνατα της Φραγκογιαννούς, γλυφίδικα και ζητούντα θωπείας. Η Γιαννού εθώπευσε τα σιαγόνια των και τους λαιμούς των, τόσον δυνατά, ώστε ησθάνθησαν πόνον, και το έν εφώναξε· — Μάνα!
Οι Ιουδαίοι ησθάνθησαν την δριμύτητα του σκώμματος το οποίον ενέτριβεν επ' αυτούς ο Πιλάτος.
Αλλ' εις τα τοιαύτα γελάσματα, ω Ερμή, τα οποία συμβαίνουν εις τα συμπόσια, δεν πρέπει νομίζω κανείς ναποδίδη σημασίαν, και αν συμβή τι μεταξύ συμποσιαζόντων, πρέπει να το νομίζουν αστειότητα και ν' αφίνουν τον θυμόν, τον οποίον τυχόν ησθάνθησαν, εις το συμπόσιον• να κρατούν όμως έχθραν και να μνησικακούν και να διατηρούν παλαιάν οργήν, τούτο ούτε εις θεούς ούτε εις βασιλείς αρμόζει.
Ανάψαντες λοιπόν πολλά πυρά ανεχώρησαν διά νυκτός· αλλ' ησθάνθησαν την ταραχήν εκείνην, η οποία είναι σύνηθες αποτέλεσμα του πανικού φόβου, πού καταλαμβάνει όλους τους στρατούς, προ πάντων τους μεγίστους, όταν οδοιπορούν νύκτα διά χώρας εχθρικής και όταν ο εχθρός είναι πλησίον.
Αλλ' εύρον ενώπιον των, υπέρ τα περιτειχίσματα, τον πεζόν στρατόν παραταγμένον εις πολύ βάθος, διότι ο χώρος ήτο στενός. Έτυχε δε κατά το διάστημα τούτο να επισυμβούν βρονταί μετά βροχής, ως συνήθως συμβαίνει κατά την προσέγγισιν του φθινοπώρου. Τούτου ένεκα οι Αθηναίοι ησθάνθησαν ακόμη μεγαλυτέραν αθυμίαν και ενόμισαν, ότι όλα ταύτα εγένοντο διά τον ιδικόν των όλεθρον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν