Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
Έλα λοιπόν γρήγορα, φίλτατε Μάχτο, και σε περιμένω νύκτα και ημέραν...... Τοιαύτην επιστολήν εσχεδίαζεν η Αϊμά. Πριν ή αποκοιμηθή, ανηγέρθη επί μίαν στιγμήν και έσβυσε τον λύχνον. Είχε συνειθίσει ήδη εις το σκότος. Είπε καθ' εαυτήν ότι δεν ηδύνατο να ίδη όνειρα, αν άφηνε τον λύχνον ανημμένον. Τέλος έκλεισε τους οφθαλμούς και εταλαντεύετο μεταξύ ύπνου και εγρηγόρσεως.
Έστρεψε πέριξ το βλέμμα, αλλ' όλα του εφαίνοντο σκοτεινά, θολωμένα· το βαρέλι επήδα εμπρός του, ως πεδικλωμένος ίππος, τα κρύσταλλα, υψηλά και υπόλευκα εφαίνοντο θεώρατα φάσματα, χορεύοντα πέριξ του καρσιλαμάν· το έδαφος εσείετο, η μαύρη του σπηλαίου οροφή εστρέφετο ως ανεμίδι. . . Άπλωσε τας χείρας διά να στηριχθή· η κεφαλή του έπεσε βαρεία επί του στήθους και το πελώριον σώμα του εταλαντεύετο εμπρός και οπίσω, ως κυπάρισσος την οποίαν δέρνουν όλοι αι άνεμοι εκ συμφώνου.
Η βαρκούλα επάτει επί της ξηράς και εταλαντεύετο επί της θαλάσσης, με την πρώραν χωμένην εις την άμμον, με την πρύμνην σαλευομένην από το κύμα, βαρκούλα ελαφρά, κομψή, οξύπρωρος, χωρούσα τέσσαρας ή πέντε ανθρώπους.
Δεν εφρόντιζεν αν την ίδουν πλέον, καθόλου δεν εφρόντιζεν· αυτή ήθελε να ίδη. — Δεν ένε· είπεν αίφνης, χαμηλοφώνως. Κ' επανέπεσεν οπίσω επί των ποδών της. Έμεινε δ' εκεί, ελαφρώς πελιδνή την όψιν και πεισμωμένη, το βλέμμα κρατούσα προσηλωμένον επί ενός στάχυος, του οποίου η κεφαλή εταλαντεύετο εις το φύσημα του ανέμου.
Ο Καραϊσκάκης, ο οποίος αφ' ενός μέρους επεθύμει να διαμείνη εις Άγραφα, αφ' ετέρου δε δεν ετόλμα να υπάγη εις το μέρος των εχθρών, υποπτεύων και εκδίκησιν διά τα παρελθόντα και απλώς κίνδυνον διά τας συνεχείς πολιτικάς μεταβολάς των τουρκικών πραγμάτων και διά την απιστίαν των Τούρκων, ικανόν καιρόν εταλαντεύετο.
Πλην εκείνοι ησθάνθησαν το βάρος και ήρχισαν να τραβούν. Ο Στάθης ανέπεμψεν ένθερμον, εσχάτην προσευχήν αγωνίας, εκρατήθη με τρεμούσας χείρας από το σχοινίον, και αφέθη εις το κενόν. Εταλαντεύετο σφοδρώς. Ο άνεμος είχε δυναμώσει. Εκτύπησε δύο ή τρεις φοράς την κεφαλήν, τους ώμους και τους πόδας εις τον βράχον. Όταν έφθασεν εις το ύψος του βράχου, είχε ξεπιάσει ήδη τας χείρας από το σχοινίον.
Ενώ εταλαντεύετο ο Κουντουριώτης, διότι από μεν τους εν Μεσολογγίω εμάνθανεν ότι ο Καραϊσκάκης ήτον προδότης, από δε τον Κολέττην εβεβαιόνετο ότι η κατηγορία είχε την πηγήν της από την φατρίαν, ο Γεώργιος Αινιάν νεωστί τότε ελθών από Μεσολόγγιον, κατέπεισε τον Κουντουριώτην να μην αποδεχθή τα ζητήματα αυτών, κυρίως όμως το του Καραϊσκάκη, λέγων ότι ο εις Άγραφα πηγαιμός αυτού ήθελε ταράξει μεγάλως τα πράγματα της Δυτικής Ελλάδος και ήθελε καταστήσει όλως διόλου ανίσχυρον την εκεί διοίκησιν, εάν ήθελον ακυρωθή τα παρ' αυτής περί Καραϊσκάκη αποφασισθέντα και πραχθέντα.
Μαθών ούτος ταύτα πράγματι μεν εταλαντεύετο μεταξύ των δύο τούτων γνωμών, επεσκόπει και έμενεν απορών, διά των λόγων δε εκήρυττεν αναφανδόν ότι δεν θα απήγε τον στρατόν, διότι ήξευρεν ότι οι Αθηναίοι δεν θα επεδοκίμαζαν την αναχώρησίν, εάν δεν επεψηφίζετο αύτη υπό του δήμου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν