Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025
Ήτανε δειλός, αλλά τόση είναι η δύναμις της αγάπης, ώστε κάθε πρωί παραμόνευε για να σκοτώση το θερίο. Μολαταύτα σαν άκουγε από πολύ μακρυά το μουγκρητό του, ο ήρωας έφευγε. Εκείνη την ημέρα, ακολουθούμενος από τους τέσσερες συντρόφους του, ετόλμησε να γυρίση πίσω. Ηύρε τον δράκοντα σκοτωμένο, το νεκρό άλογο, την σπασμένη ασπίδα, και σκέφτηκε ότι ο νικητής θα πέθανε κι' όλα κάπου.
Το Τελώνιον εις κάθε δέκα ημέρας μίαν φοράν έρχεται, κοιμάται μίαν μόνον νύκτα μαζί μου, τις δε επίλοιπες εννέα ημέρες ευρίσκομαι μοναχή· και επέρασαν τρεις ημέρες αφ' ότου ήλθεν· λείπονται επτά έως που να γυρίση πάλιν.
— Δεν κάνεις το σταυρό σου, επανελάμβανε συχνά, να πανδρευθής τώρα που σε γυρεύουν; Ταχειά σα σουφρώσης, ποιος θα γυρίση να σε κυττάξη; Αλλ' η νεάνις είχε τον σκοπόν της. Απίθανον μεν και σκοτεινόν, όνειρον σχεδόν, πλην είχε πάντοτε ένα σκοπόν, ένα όνειρον. Κάθε άνθρωπος έχει το όνειρόν του.
«Μάννα, έλα βάλε μου κρασί γλυκό μες τα λαγήνια, το νόστιμον, έξω απ' αυτό, 'που συ φυλάς για κείνον 350 τον άμοιρον, ότι θαρρείς πως κάποθ' ίσως θα 'λθη ο διογενής ο Οδυσσηάς, τον θάνατον αν φύγη. και γέμισέ μου δώδεκα, και άμ' όλα σφάλισέ τα, και αλεύρια 'ς τα καλόρραφτα δερμάτια να μου χύσης, να γείνουν μέτρα είκοσι μυλαλεσμένο αστάχυ. 355 και γνώριζέ τα μόνη σου• και όλα μαζή να τα 'χης, ότι θε να 'λθω αποσπερής να τα σηκώσω, οπόταν θε ν' αναιβή 'ς τ' ανώγια της ν' αναπαυθή η μητέρα. ότι θα πάω 'ς την Σπάρτη εγώ και 'ς την αμμώδη Πύλο, ο αγαπητός πατέρας μου ν' ακούσω αν θα γυρίση». 360
Έμεινε τότες η θεια κ' η ανιψιά μαρμαρωμένες, κοιτώντας η μια την άλληνα. — Τρέχα να δης, αλήθεια είνε ή ψέματα, λέει η Ασήμω της θειας της προσεχτικά, σαν πολεμιστής που ακούγει προδοσία και στέλνει υποταχτικό του να δη τι τρέχει. Βγαίνει η γριά με το ραβδί της, τρομαγμένη και κακώς έχοντας. Δεν άργησε να γυρίση.
Αν πάρης τα φλωριά δε θα πάρης τη συμβουλή, κι' αν πάρης τη συμβουλή δε θα πάρης τα φλωριά. Διάλεξε ένα από τα δύο. Αυτός μ' όλη την επιθυμία, πούχε, να πάρη τα φλωριά του και να γυρίση το γληγορώτερο στον τόπο του και στο σπίτι του, και να ιδή τη γυναίκα του, που δεν ήξερε τι γένονταν εφτά χρόνια ακέρια, θυμήθηκε την τρίτη συμβουλή του πατρός του, και προτίμησε τη συμβουλή από τα εκατό φλωριά.
Έρριξα μια πεντάρα στο δίσκο του, γιατί η χαρά κ’ η βοή του κόσμου μούφερνε μια παράξενη θλίψη στην ψυχή και ζητούσα να πάρω μιαν αχτίδα χαράς απ' τη δυστυχία του ζητιάνου. Ο ζητιάνος με κύτταξε με αδιαφορία, χωρίς να μ' ευχαριστήση καθόλου, κ' η ελεημοσύνη μου φάνηκε πως του πείραξε τα νεύρα. Εγώ τον ερώτησα: — Τι κυττάζεις εκεί; Χωρίς να γυρίση να με ιδή, μου είπε: — Κυττάζω το δρομαλάκι.
Ο Ορμώζ δεν ημπορούσε πλέον να υποφέρη περισσότερον εκείνο το αξιοδάκρυτον θέαμα· εσηκώθη από το θρονί διά να γυρίση προς τον Βεδρεδίν και καθώς εξεμάκρυνεν από την γυναίκα του, αυτή εξανάρχονταν εις την πρώτην της όψιν και ευμορφάδα· η θεωρία της εξανάλαβε την λαμπρότητα που είχε, και εις ένα λόγον είδαν που ναξαναγεννηθούν όλες της οι νοστιμάδες, το οποίον επροξένησεν εις τους θεωρούντας τον θαυμασμόν, που ευκόλως ημπορεί να στοχασθή κανένας.
Βγάζει το σπαθί και ορκίζεται ακόμη μια φορά πως ή θα τους σκοτώση ή θα σκοτωθή. Κάνει νόημα στο δασοφύλακα να γυρίση πίσω, και μόνος, κραδαίνοντας το γυμνό σπαθί, μπαίνει μέσ' την καλύβα. Α! τι πένθος αν χτυπήση... Αλλά βλέπει ότι τα χείλη τους δεν αγγίζουν.
Χρηστοβασίλης δυναμώνει τη λαχτάρα του καθενός μας για τον τόπο του, κι' ό,τι αισθάνεται ο ίδιος για το αγαπημένο του χωριό κάνει να το αιστάνεται και για το χωριό του ο κάθε του αναγνώστης, και ένα που ξέχασε την πατρίδα τον και ζούσε χρόνια πολλά στη Ρουμανία τον έκανε να τη θυμηθή και να γυρίση πίσω, μ' ένα του διήγημα στη «Φωνή της Ηπείρου» με τον «Ξενιτεμένο» δηλ. που τον έχουμε και σ' αυτή τη συλλογή
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν