Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Είχεν ολόγυρά του πότε δεκαπέντε και πότε είκοσι χιλιάδες παλληκαράκια αρβανιτόπουλα, κ' ενίκαε πάντα κ' ςσκόρπαε κάθε βολά στρατέμματ' ακέρια από εκατό και διακόσες χιλιάδες οχτρούς. Είχε καταντήσει το σκιάχτρο κ' η φοβέρα των Σουλτάνων. Είχε βρη απόγωνο κι ίσκιο αποκάτου από την πάλλα του η χριστιανοσύνη.

Διψασμένο Περιστέρι Απετάει, και γύραις φέρει Πού να βρη, να πιή νερό· Αποκεί που συνηθάει, Κι' άντα θέλει ξεδιψάει, Έχει χάση τον τορό.

Κ' οι γιοι του αράδα τα μαντριά συχνογυρνούν και κρένουν. — Για γληγοράτε, ωρέ παιδιά, για στρώστε τα ψαλίδια, Τι πήγε ο ήλιος πέντε οργιές, θα να μας πάρη η νύχτα, Κ' είνε γιορτάσι η αυριανή, να μη μας βρητον κούρο.

Αλλά τα αντίποινα δεν εφαρμόζονται ούτε εις το διανεμητικόν δίκαιον, ούτε εις το διορθωτικόνμολονότι ως τοιούτον θεωρούν και το δίκαιον του Ραδαμάνθυος: Αν βρη κανείς ό,τι έκαμε, το δίκαιον απεδόθη.

Ο ήσυχος παρατηρητής θα βρη πίσω από ένα λεπτό παραπέτασμα κρυμένο το πορτραίτο της μητέρας, της πεθαμένης, της συμπαθητικής μαμάς, που πνίγηκε στην ατμόσφαιρα αυτή, που τίποτε καλό δεν μπορεί ν' αναπτυχτεί.

Εμένα, του παραπαππού μου του σχωρεμένου, του είχε πέσει μια φορά ένα κατσίκι, εκεί που πήγε ν' αρμυρήση κ' επνίγηκε μες τη λίμνη . . . Εζήτησε να βρη το ψοφίμι, μη φάνε τα ψάρια και θεριέψουν, και δεν το ηύρε, ούτε στον αφρό ούτε στον πάτο.

Κι ωσάν αγάπη λίγη πια εδώ να την κρατή, ποθεί μακριά να φύγη κι αυτά να πάη να βρη. Γλυκέ φίλε, συχνά δε φεύγει μέρα που ο καημός σου στο νου μου δεν περνά, έχεις γεμίσει τόσο τον αέρα που γύρω μας ανάσανες τερπνά, ώστε ο καιρός να μην μπορή να σβήση το γοργοπέρασμά σου ό τι έχει αφήσει.

Θα ξαναφέρω τη ζωή μου εκεί που παραστράτησε. Θα ξαναδέσω μια κλωστή που κόπηκε. Το τέλος της ζωής μου θέλω να το ξανακάνω ώμορφο, όπως ήταν η αρχή της. Σου τώπα πολλές φορές. Αυτό είναι τ' όνειρό μου. ΜΙΣΤΡΑΣΜε τα λόγια, μάτια μου, κάνει ανώγεια και κατώγεια κανένας. ΦΛΕΡΗΣΤα λόγια θα γίνουν πραγματικότητα αυτή τη φορά. Η Βέρα θα γίνη γυναίκα μου. Η Δώρα θα βρη τη φυσική της μητέρα.

Η Κώσταινα, επειδής είταν μοναχή της, δεν εδέχονταν ξένους χωρίς γνώρο, αλλ' ακολουθούσε με τ' αυτί το ποδοβολητό του μουλαριού «γκρουπ... γκρουπ... γκρουπ... » και το γλυκό λάλημα του κυπριού «τριγκ.. τριγκ.. τριγκ... » Ο αγνώριστος ξένος δέκα φορές έφερε το Χωριό άνω κάτω. Ξέταξε όλα τα σπίτια ένα-ένα, σα νάθελε να βρη καμμιά εξώθυρα γνώριμη, αλλά έχανε τον κόπο του του κάκου.

Του ενός από το καρβάνι είχε πέσει η σακκούλα του με ότι χρήματα είχε, και την είχε βρη ένας άλλος, από τους είκοσι συνταξειδιώτες, και του την έδωκε, κρατώντας τα μισά για βρετικά.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν