Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Είπεν ο δήμαρχος· ο Κεριάκος είν' αρρεβωνιασμένος καιρό τώρα, με την κόρη του Κοντοπάνη κ' εσείς τον επήρατε, τον εμεθύσετε για να τονε παντρέψετε με το ζόρι! — Ψώματα! εφώναξε ο Μαρούπας. — Πιο ήσυχα, γέρω, είπε τότε ο ειρηνοδίκης· η αλήθεια θα φανή ευθύς και καθένας θα βρη το δίκηο του. Και επλησίασε τον γαμπρό.

Πολλές φορές είπα πως θάβγαιν' η ψυχή μου, ώστε να φτάξω. Και πιάσε να δης πως καίομαι. Άπλωσε ταδυνατισμένο χέρι της και τώπιασα. — Πως καις, αλήθεια! Πέρασαν κάμποσα λεπτά για να βρη τη δύναμη να μου μιλήση πάλι. — Για πε μου, Γιώργο, αν αποθάνω, θα με κλάψης; — Αν αποθάνης; Μα γιάειντα θαποθάνης; Εγώ δε θέλω ναποθάνης...είπα με παιδιάτικη θλίψι, σα, νάμουν έτοιμος να κλάψω. Δε θέλω, γιατί....

Ο σκύλος πήγαινε πάντα κοντά του κι όταν πλησίαζε κανένας ξένος, παρακολουθούσε το φέρσιμό του με δύσπιστα μάτια, έτοιμος να μπη στη μέση, αν το απαιτούσε η περίσταση. Ο Σβεν κι ο σκύλος τραβούσαν κιόλα το δικό τους δρόμο και συχνά σηκώνανε το σπίτι σ' ένα πόδι, όταν δεν μπορούσε να τους βρη κανείς.

— Ο πνευματικός κόσμος είνε δικός σας· σας το είπα και άλλοτε· ο πνευματικός κόσμος είνε αναφαίρετο κτήμα σας· τον βεβαίωσε ο Περαχώρας κάνοντας το ίδιο. Ο Αριστόδημος παρηγορήθηκε. Έτρεξε πριν από κειούς στ' άλογα· έσφιξε τα χαλινάρια, εδοκίμασε τα σκαλόλουρα, τις σέλλες· τρόπο ήθελε να βρη για να δείξη την ευγνωμοσύνη του.

Όνομα. — Βαπτιστικόν της; Η Γύφτισσα εκίνησε τους ώμους. — Και τι κάμνει εκεί; επανέλαβεν ο ξένος. — Τι κάμνει; — Ναι. — Δουλεύει. — Τι δουλεύει; — Τον κήπον της. — Και πού κατοικεί; — Πού κατοικεί; — Ναι. — Εδώ. — Πού; — Εις το σπίτι μου. — Την έχεις εις το σπίτι σου; — Βέβαια. — Διατί; — Διατί; — Ναι. — Μα πού θέλεις να την έχω; — Δεν έχει αυτή σπίτι; — Αυτή σπίτι; — Ναι. — Πού να το βρη;

Γιατί θα το διάταζα; Για ποιο έγκλημα; Δεν ήταν η αγαπημένη μου σύντροφος, η γλυκειά, η πιστή, η ωραία; Το ξέρατε κακούργοι. Την είχα στείλη να βρη σωτήρια βότανα. Και σας την εμπιστεύτηκα για να την προστατέψετε στο δρόμο, θα πω ότι την εσκοτώσατε, και θα σας κάψουνε απάνου στα κάρβουνα. — Βασίλισσα, μάθετε λοιπόν ότι ζη και ότι θα σας την ξαναφέρουμε σώα και απείραγη».

Την ξενητιά αυτή που θα περάσουν χρόνια και χρόνια και θα της τον κρατά ακόμα, που θα περάσουν χρόνια και θα διαβούν και θα πετάξουν τα κάλλη της, και θάρθη να την βρη αυτή γριά κι άσκημη, μ' αδειανή καρδιά και με γεμάτο το κομπόδεμα εκείνος.

Κι' άλλος τον έλεγε Άι Γιώργη κι άλλος Άι Δημήτρη, άλλος αρχαίον έλληνα κι' άλλος στρατιώτη παλιό της Φραγκιάς και της Φλάντρας. Αφού διάβασα την επιγραφή της εγώ, την εξανακύτταξα μια φορά πάλι καλλύτερα την εικόνα και ρώτησα τον καφετζή τον Αζώηρο, πού την είχε βρη.

Ακούς τουλόγου σου δουλειές απού τσι κάνει ο κουζούλακας; Και δεν είνε μόνον η ντροπή ένας νειός λογοστεμμένος να πειράζη άλλες, αλλά θα βρη και τον μπελά του· κάποιος θα βρεθή να τόνε σκοτώση, γιατί κιανείς δε δέχεται να του πειράζουν την αδερφή γή τη θυγατέρα του. — Ο Χριστός με το παιδί μου!.. είπεν η Σαϊτονικολίνα.

Τον συγκινούσε τόσο, όταν συλλογιζότανε την τύχη της μικρής κοκκινόσκουφης, είχε τόσο φόβο από τον τρομερό λύκο και θύμωνε τόσο μαζί του. Ήθελε να γίνη μεγάλος και να πάη να τον βρη να τον σκοτώση. Έπειτα παίζανε με τη μαμά. Παίζανε πως ο Σβεν έγινε μεγάλος και ταξίδεψε και πως η μαμά καθότανε μόνη και τον περίμενε.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν