Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 7 Ιουλίου 2025
Τώρα η Βασίλισσα τόσο είχε αδυνατίσει, που το δαχτυλίδι εβγήκε χωρίς την παραμικρή προσπάθεια. Στη θέσι του ο Βασιληάς έβαλε το δαχτυλίδι που του είχε χαρίσει άλλοτε η Βασίλισσα.
— Τι θα γείνω, είπεν, όταν μου μιλήση ο βασιληάς και καταλάβη από τα πρώτα μου λόγια ότι είμαι μια χωριάτισσα του βουνού που δεν ξέρει τίποτε από κόσμο; — Μη σε νοιάζει, αποκρίθηκε τ' αηδόνι. Αυτή η φιλενάδα μου η Κουρούνα, που βλέπεις κοντά μου, φωλιάζει από εκατόν είκοσι χρόνια εις την στέγη του παλατιού και ξεύρει όλα του τα φανερά και τα μυστικά. Την έφερα επίτηδες για να σε κατηχήση.
Αυτός ο νεοκοσμίτης είχε καταφέρει ύστερα από πολλές μελέταις και δοκιμές, να κλείση ταις ηλιακές αχτίδες μέσα εις μπουκαλάκια, που μοιάζανε μικρά αχλάδια, τόσον όμως φωτερά που ο βασιληάς και όλοι οι αυλικοί εθαμπώθηκαν και ανοιγόκλειαν τα μάτια, ωσάν νυχτερίδες που επλάκωσεν ο πρωινός ήλιος, πριν προφθάσουν να χωθούν εις τη σπηλιά τους.
ΚΡΕΟΥΣΑ Γέρο, που του πατέρα μου ήσουν' παιδαγωγός του Ερεχθέως μια φορά, που ήταν στο φως ακόμα, σύρε στον τόπο του θεού που δίνει τους χρησμούς του, να πάρης ευχαρίστησι και συ μαζύ μ' εμένα, αν τύχη και ο βασιληάς Λοξίας αποκρίθη με το χρησμό του, πως παιδιού μητέρα θα γενώ.
Ο βασιληάς, για να τους έχη κοντά της η αγαπημένη του γυναίκα, εζήτησε να τους εύρη καμμιά δημοσία θέσι εις την πρωτεύουσά του. Βλέποντας πόσον ήτο η γρηά φρόνιμη, οικονόμα, νοικοκυρά, λιγόφαγη και εις όλα τακτική την έκαμεν υπουργίναν επί των Οικονομικών. Ο γέρος όμως ήταν πλέον δυσκολοβόλευτος. Δεν ήξευρεν ο άνθρωπος ούτε να γράφη ούτε να διαβάζη.
Όταν ο Βασιληάς Μάρκος έμαθε το θάνατο των αγαπημένων, πέρασε τη θάλασσα, και σαν ήρθε στη Βρεττάνη, είπε κ' έφτιασαν και στόλισαν δυο φέρετρα το ένα με αχάτη για την Ιζόλδη, το άλλο με βύριλλο για τον Τριστάνο. Πήρε στο καράβι του για τη Βρεττάνη τ' αγαπημένα τους σώματα. Κοντά σ' ένα ξωκκλήσι, δεξιά και αριστερά από το ιερό, τους έθαψε σε δυο μνήματα.
Με τα τραγούδια τα πολλά, με τα βαρειά τουφέκια. Σαν να εσηκώθη ο βασιληάς κ' εσύναξε τ' ασκέρια Κι' όλον τον κόσμο εκάλεσε να πάη να πολεμήση; — Ο Φλώρος κάνει τη χαρά, παντρεύει τον υγιό του, Τον γυιό του τον μονάκριβο, τον μοσκαναθρεμμένο, Κι' όλον τον κόσμο εκάλεσε κι' όλο τ' αρχοντολόγι.
Άλλοτε, όταν ήταν κατάκοιτος στην καλύβη μπρος στα κύματα και όλοι έφευγαν μακρυά από τη βρώμα των φρικτών πληγών του, τρεις άνθρωποι μολαταύτα τον παράστεκαν: ο Γκορνεβάλης, ο Ντινάς ντε Λιντάν, και ο Βασιληάς Μάρκος. Τώρα ο Ντινάς ντε Λιντάν και ο Γκορνεβάλης μένανε πάλι στο προσκέφαλό του.
Κάτω από το μεγάλο πεύκο, ο Τριστάνος, στηριγμένος στο μαρμάρινο χείλος της λίμνης, θρηνούσε: — Ας με λυπηθή ο Θεός κι' ας επανορθώση τη μεγάλη αδικία που μου κάνει ο αγαπητός μου κύριος! Όταν πέρασε το φράχτη του κήπου, ο Βασιληάς είπε γελώντας: — Ωραίε ανηψιέ, ευλογημένη νάναι αυτή η ώρα. Να, το μακρυνό ταξίδι που ετοίμαζες γι' αύριο πρωί, τελείωσε κι' όλα.
Μολαταύτα, για να μη βασιλεύη πεια από δω και πέρα στης χώρες της Ιρλανδίας και της Κορνουάλλης το μίσος αλλά η αγάπη, μάθετε ότι ο Βασιληάς Μάρκος, ο αγαπητός μου κύριος, θα την πάρη γυναίκα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν