Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025
Η δε Γερακούλα διηγήθη τότε προς όλους το αστείον συμβάν του δειλού χωροφύλακος. «Χωροφύλακας, δασοφύλακας, να, ένας ξένος, δεν ξέρω» έλεγε. Αι δε νεάνιδες ανεκάγχασαν θορυβωδώς, ιδούσαι ότι το παρώνυμον, όπερ εμπαικτικώς απέδιδον εις αυτάς εν τη κώμη, εγένετο αφορμή να καταπλαγή ο ξένος. — Είπα να φωνάξω, εξηκολούθησεν η μήτηρ, αλλά φοβήθηκα, να σας πω. Ήτον ξένος. Πρώτη φορά τον είδα.
Οι δύο σύζυγοι αντήλλαξαν βλέμμα απορίας. — Μαπώς σούρθε πάλι αυτό; ηρώτησεν ο Σαϊτονικολής. — Ετσά θέλω, απήντησε με πείσμα ο Μανώλης. — Μα θάχης μια αφορμή. Δε μας τη λες; — Δεν έχω πράμμα, μόνο δε θέλω να τσοι κατέω μπλειο τσοι Θωμαδιανούς. Αυτό 'νε. — Τσοι Θωμαδιανούς και την Πηγή μαζή; — Μούδε την Πηγή θέλω, μούδε κιαμμιά. — Κιαμμιά!
Το πολύχρωμο φόρεμα του παληάτσου, η άλικη στολή του Καρδιναλίου και τα γαλλικά κρίνα τα κεντημένα 'πάνω ατά εγγλέζικα ρούχα, όλ' αυτά γίνονται αφορμή για αστεία και κοροϊδίες στο διάλογο. Ξέρομε τα ξόμπλια 'πάνω στα όπλα του Πρίγκηπος Διαδόχου της Γαλλίας και στο σπαθί της Pucelle, το λοφίο στην περικεφαλαία του Warwick και το χρώμα της μύτης του Bardolph.
Τότες μήτε για τα βιβλία του μιλώ στη ζωή μου, μήτε για τις ιδέες του. Έτσι τόπαθα με τον κ. Παράσχο. Άμα όμως βρεθή αφορμή, και να μην είδα τι έγραψε, θα γυρέψω να μάθω ποιος είναι ο τάδε και τι λέει. Έτσι ακολούθησε και σήμερα το πρωί στου Βικέλα. Ρώτηξα του νέου μου του ξαδέρφου να μου πη, ο κ. Παράσχος ποιος είναι και τι κάμνει. Είναι νόστιμο το ξαδερφάκι μου πολύ.
Έτσι είπε, κι' απ' τον πόλεμο κρατιούνται αφτοί, κι' αμέσως σωπαίνουν. Τότε ο Έχτορας και των διονών τους είπε 85 «Τρώες, ακουστέ με, κι' εσείς, Αργίτες παινεμένοι, τι λέει ο Πάρης π' αφορμή μάς στάθηκε διαμάχης.
ΑΜΛΕΤΟΣ Θα σας προφθάσω ευθύς· προπορευθήτε ολίγο. Ω! πώς κάθε αφορμή μ' ελέγχει και κεντάει την ναρκωμένην τόσο εκδίκησιν μου! Τι 'ναι ένας άνθρωπος αν έχη ευτυχίαν μόνην και ωφέλειαν της ζωής να τρώγη, να κοιμάται; Κτήνος και μόνον τούτο.
Τότες τον χαμοκοίταξε και τούπε ο Αχιλέας «Ωχού μου αδιαντροπρόσωπε, κορμί με δίχως πίστη, πώς λες θ' ακούσει πρόθυμα το λόγο σου κανείς μας 150 κι' ή σ' ανοιχτό πια πόλεμο θα τρέξει ή σε καρτέρι; Τι εγώ δεν ήρθα απ' αφορμή των ασπιστάδων Τρώων να πολεμήσω εδώ, γιατί δε μούφταιξαν εμένα· μήτ' άλογα μου μ' άρπαξαν ποτές τους μήτε βόδια, μήτ' έκαψάν μου τα σπαρτά και τα βαθιά περβόλια 155 κάτου στη Φτιά, γιατί πολλά στη μέση μας χωρίζουν, θες κορφοβούνια απλόσκιωτα θες θάλασσα αφρισμένη· Μον για δικό σου διάφορο, ξαδιάντροπε, εγώ βγήκα μαζί σου, για να βρεις εσύ, κακόσουρτε, απ' τους Τρώες κι' ο αδερφός σου ξεζημιά.
Δηλαδή δεν εδόθη άραγε από κάποιον μέρος αφορμή, διά να εννοήσωμεν το έν και το δύο, αφού έχομεν αυτήν την φυσικήν ικανότητα από ολόκληρον το σύμπαν να αντιληφθώμεν αυτό; Και όμως πολλά άλλα ζώα ούτε εις αυτό δεν τα εβοήθησε η φύσις των, δηλαδή να ημπορέσουν να μάθουν από τον πατέρα των αρίθμησιν, εις ημάς όμως αυτά ακριβώς ενεφύτευσε ο θεός, ώστε να είμεθα ικανοί, όταν μας τους δεικνύουν, να τους διακρίνωμεν, έπειτα μας τους έδειξε και τους δεικνύει τακτικά, και από όλα τα πράγματα τι ωραιότερον ημπορεί κανείς να ιδή με τους οφθαλμούς του παρά την γενεάν των ημερών; Έπειτα ημπορεί να έλθη εις το μέρος της νυκτός, ενώ έχει την όρασίν του, οπότε θα του φανή όλως το αντίθετον.
— Ας είνε, σα δε θες να πάω να τη δω μια βολά, θα πάω πολλές, της είπα, κιάμε να το πης και του Δεσπότη και του Μουντίρη και του Θεού μαγάρι. Από σήμερα θα πηαίνω κάθα μέρα. Κιας με πιάση και το χτικιό, για να μην έχης τότε αφορμή να μεμποδίζης. Αφού είδεν ότι οι φοβερισμοί δεν έφερναν αποτέλεσμα, άλλαξε γλώσσα: — Κάνε ό,τι θες.
Τέτοια αφορμή λοιπόν χαράς μαζί και λύπης έχομ’ εμείς· η πόλη μας νικά, μα οι δυό μας οι άρχοντες και στρατηγοί με δουλεμένο σίδερο σκυθικό τα κτήματά τους όλα μεράσανε, και θα ’χουν όση στην ταφή τους θα πάρουν χώρα, σύμφωνα με τις κατάρες κάνοντας κατοχή τις άθλιες του πατρός των. Σώθηκ’ η πόλη, μα των δυό της βασιλιάδων ήπιε το αίμα η γη τ’ αλληλοσκοτωμού των.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν