Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Η άνοιξη του Νούορο χαμογέλασε τότε στον κακόμοιρο τον Έφις, καθισμένο στην είσοδο της εκκλησίας. Μεγάλες κίτρινες νεραγκούλες, υγρές σαν καμωμένες από δροσιά, έλαμπαν στα ασημένια λιβάδια και τα πρώτα αστέρια που εμφανίστηκαν με το πέσιμο της νύχτας χαμογελούσαν στα λουλούδια. Ο ουρανός και η γη έμοιαζαν με δυο καθρέφτες που αντανακλούσαν ο ένας μέσα στον άλλο.

Έκρουον έξωθεν την θύραν, εις την οποίαν είχε βάλει τον σύρτην έσωθεν η Αφέντρα, καθώς συνήθιζεν, όταν ήτο εις τον νερόμυλον μόνη με τα παιδάκια της. Η Αφέντρα με κίνημα χαράς εσηκώθη, έλαβε τον λύχνον, κατέβη τας τεσσάρας βαθμίδας της ξυλίνης κλίμακος, δι' ης ανήρχετο τις από το έδαφος του μύλου εις τον θάλαμον, κ' επήγε ν' ανοίξη την εξωτερικήν θύραν. Τα παιδία σκιρτώντα έτρεξαν κατόπιν της.

Πρωί, λίαν πρωί, μόλις χαράξη και ανοίξη η εξώθυρα του οίκου, θα ιδήτε, αν έχετε διάθεσιν και είσθε πρωινός, προβάλλουσαν της θύρας νυσταλέαν τινά και άνιπτον ανδρίαν ή ναξίαν μέγαιραν, κρατούσαν εις την ευτραφή και σπαργώσαν αυτής αγκάλην ευμέγεθες εκ λευκοσιδήρου δοχείον. Το οκτάγωνον αυτό κιβώτιον περιείχεν άλλοτε πετρέλαιον.

Κ' έχει αποκάτω του τη μεγάλη και παλιά καταβόθρα της λίμνης τη Βοϊνίκοβα, όπου χάνονται τα νερά που τόνε κινούν. Την άνοιξη όμως και το καλοκαίρι μονάχα δουλεύει, κι αλέθει τα γεννήματα των γύρωθε χωριών του κάμπου, γιατί το χινόπωρο και το χειμώνα από τες πολλές βροχές κι από τα χιονόνερα που λυόνουν στα βουνά και κατεβαίνουν στους κάμπους πλημμυρίζ' η λίμνη και τον αποσκεπάζει ολότελα.

Αφού δε προδιέθεσε τα πνεύματα και ητοίμασε τα πάντα, ο Άρπαγος, επιθυμών να ανακοινώση τα σχέδιά του εις τον Κύρον όστις διέτριβεν εις την Περσίαν και μη έχων κανέν άλλο μέσον καθότι όλαι αι οδοί εφυλάσσοντο, επενόησε το ακόλουθον· σχίσας επιδεξίως την κοιλίαν λαγωού χωρίς να τον βλάψη μήτε να τον εκμαδίση, εισήγαγεν επιστολήν εν τη οποία έγραψεν ό,τι ήθελεν· έπειτα έρραψε πάλιν το δέρμα, έδωκε δίκτυα εις τον πιστότατον των υπηρετών του, ως να τον έπεμπεν εις το κυνήγιον, και τον απέστειλεν εις την Περσίαν παραγγείλας αυτόν διά ζώσης να εγχειρίση τον λαγωόν εις τον Κύρον και να τω είπη να τον ανοίξη διά της ιδίας του χειρός, χωρίς να ήναι άλλος κανείς παρών.

Τι με ήθελε! δεν το καταλαμβάνεις; Ήθελε να του βάλω χρήματα . . . ν' ανοίξη καφενείον. — Μη χειρότερα. Δανεικά τα ήθελε; — Α, μπα! Ήθελε να με κάμη σύντροφον.

Τι σκληρόν χέρι εφώναξα όλος τεταραγμένος από σπλάγχνος, ποίος βάρβαρος ημπόρεσε να τελέση τέτοιον ανόμημα εις τούτην την ευγενικήν κυράν· ας ανοίξη η γη να καταπιή ένα τέτοιον φονέα.

Αν δοκιμάση ν' αναγνώση, στερείται μετ' ολίγον της ικανότητος να κρατή τους οφθαλμούς ανοικτούς, αλλ' ευθύς άμα σβύση το κηρίον, τον αναγκάζει να τους ανοίξη και πάλιν η ανικανότης να κοιμηθή. Η τοιαύτη μεταξύ νυσταγμού και αϋπνίας πάλη και τα αλλεπάλληλα αψίματα και σβυσίματα του κηρίου παρατείνονται πολλάκις μέχρι της πρωίας ή της εξαντλήσεως της θήκης των πυρείων.

Βλ. την ζωηρότητα μεθ' ης περιγράφει «την ανησυχίαν, την ζήλειαν, τας στερήσεις και τ' άλλα βάσανα του έρωτος» εν τη «Ψυχολογία Συριανού συζύγου». Πρβ. αυτόθι και τα εξής: «Τας πύλας της υπερτάτης ηδυπαθείας δεν δύναται να μας ανοίξη ούτε σεμνή παρθένος, ούτε φιλόστοργος σύζυγος, ούτε υπεραγαπώσα ημάς ερωμένη, αλλά μόνον γυνή φιλάρεσκος, ιδιότροπος και ουχί καθ' ημέραν καλή».

Αλλ' ο καπετάν-Φώκας, ολομόναχος πάντοτε, εν τη πρύμνη, προσπαθών κατόπιν ν' ανοίξη δευτέραν φιάλην κονιάκ, κατακόκκινος και μισοζαλισμένος, παρά την θερμάστραν, ην προλαβών προσήναψεν ο καμαρώτος, έθραυσε τον λαιμόν αυτής και εχύθη το πλείστον του ποτού επί των αναμμένων ξύλων. Πάραυτα φλόγες πρασινογάλαζοι τον εκύκλωσαν έντρομον να τον καύσουν.

Λέξη Της Ημέρας

προστρέχανε

Άλλοι Ψάχνουν