United States or South Africa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Συλλογιζόμουνα τα σκληρά λόγια : «Κατηραμένη η γη ένεκα σού». Το αίστημα εκείνου που είχα και κείνου που έβλεπα μου είταν τόσο δυνατό, ώστε φοβόμουνα να μιλήσω, για να μην προδώσω τη συγκίνησή μου με δάκρυα. Και προσπαθούσα να κρατήσω κιόλας τους συλλογισμούς μου να μην πάρουν τη μορφή του λόγου, για να μη φανώ αιστηματικός στη γυναίκα μου. Τέλος πήρα τη Γραφή και την έβαλα στην άκρη.

Βλέπουμε όμως αμέσως πως κ' οι δυο αυτοί λόγοι είναι λόγοι που μήτε θεολογικούς καλά καλά. δεν μπορείς να τους πης· είναι λόγοι στηλωμένοι απάνω σε μια παράδοση, σ' ένα αίστημα. Καμιά, μήτε ιστορική μήτε θεολογική αξία δεν έχουν. Ιστορική και θεολογική αξία έχει ο κανόνας της Χαλκηδόνας, κι αυτός καθώς είδαμε είταν πολύ καθαρός.

Στο λόγιό τους απαντούσε με άλλο λόγιο γεμάτο ειρωνεία, όπως τώρα ο Δημητράκης. Για τούτο η μάννα του έμενε πάντα δίβουλη. Κατιτί βαθύτερο από το μητρικό αίστημα την έκανε να τον δικαιώνη. Δεν τολμούσε όμως να συμφωνήση μαζί του. Τρόμος την έπιανε και να το συλλογιστή. — Δεν ξέρω, παιδί μου, έλεγε· μα ο αδερφός σου δεν έχει την ίδια γνώμη. Ο αδερφός σου θέλει να κυττάς τα μαθήματά σου.

Για να τους ευχαριστήση μάλιστα εκόλλησε το Ευ στο επίθετό του. Και για να τους θαμπώση περισσότερο έδωκε στον πρωτότοκό του έν' από τα ονόματα που συνείθιζαν οι πρόγονοί του! Αφού το ρούχο κάνει τον άνθρωπο, ορίστε και το ρούχο· σκέφτηκε. Πήρε και μια κάσσα γεμάτη με βιβλία και την άδειασε απάνω του. Ήταν τα βιβλία που έτρεφαν συχνά το νου και το αίστημα των παλαιών Ευμορφόπουλων.

Είχε τόση δύναμη και το αίστημά της κι αυτή η ίδια όταν έλεγε τα λόγια αυτά, ώστε με σύγχυσε. Άφωνος την πήρα στην αγκαλιά μου και τη φίλησα με το αίστημα πως φιλούσα για πρώτη φορά την αρρεβωνιαστικιά μου. Και γνώριζα μαζί της πως η γις δεν έκρυβε μεγαλήτερη ευδαιμονία. Ο Σβεν βρήκε σύντροφο να παίζη κι αυτό είταν κατιτί σημαντικό στη μικρή ζωή του.

Δρόμους ξεχωριστούς πήραν οι στοχασμοί μας, μα συναπαντηθήκαν πάλι και δεμένοι σα μ' ένα παράξενο μυστικό αίστημα, που ήθελε να προκαλέση τη μοίρα, καθόμαστε πλάγι πλάγι, ενώ μπροστά μας περνούσαν οι τοποθεσίες αραδιαστές, φωτισμένες από τον ξάστερο ανοιξιάτικο ήλιο, περιβρεγμένες από τα γαλανόλαμπο νερό, που ένας αλαφρός άνεμος το έκανε να τρεμουλιάζη. Η αντίστασή μου είχε χαθεί τώρα ολότελα.

Μια τέτοια θύμηση είναι γεμάτη νοσταλγική μελαγχολία, που μοιάζει με τόνειρο της κόρης, που περιμένει τον ιππότη ναρθή μια μέρα και να σκύψη να της ψιθυρίση ταξίματα υπερβολικής ευτυχίας. Η μελαγχολία αυτή μοιάζει με το αίστημα του νέου, που ακούει στις φλέβες του τα μηνύματα θριάμβων που προσμένει.

Μήπως το γνωρίζω τουλάχιστο μονάχα στη δική μου; Μήπως γνωρίζω πως είναι πραγματικότητα μονάχα εκείνο, που φτάνω με το λογικό μου; Είναι αποκλεισμένο να υπάρχη μια πραγματικότητα, που δεν μπορεί να τη φτάση κανείς μόνο με το αίστημα ή, — γιατί όχικαι με τη φαντασία ακόμα; Μου φαίνεται, πως θα είτανε το ίδιο σα να κολόβωνα τον εαυτό μου αν ταπείνωνα το αίστημά μου και τη φαντασία μου τόσο, ώστε να πω πως υπάρχουνε μονάχα για να είναι υποταγμένα στο λογικό.

Το βέβαιο είναι όμως πως ο μικρός Σβεν ανακάλυψε μια μέρα μιαν εικόνα κρεμασμένη στην κάμαρα της μαμάς κι αφού την κοίταξε μερικές στιγμές, την κατέβασε και την παρατηρούσε σιωπηλός, σα να έβλεπε εκεί κάτι νέο, που το λογικό του δεν το ένοιωθε. Δεν είτανε καμιά εικόνα σύμφωνη με το σημερινό αίστημα. Έχει πολύ λίγη τέχνη και διηγείται μιαν ιστορία.

Να υπήρχε τάχα μέσα και σε κείνον, αν και δεν μπορούσε να το εκφράση, κάτι σαν προαίστηση πως δεν είτανε γι' αυτόν τον κόσμο; Να τον έδενε τάχα και κείνον αυτή η προαίστηση περσότερο με τη μητέρα του, που έκρυβε κάτω από την ευτυχία της το ίδιο αίστημα; Ποιος μπορεί να δώση μιαν απάντηση σ' αυτό; Ή ποιος μπορεί να δοκιμάση να τη δώση; Κανείς. Μόνο η σιωπή σαλεύει απάνω από ανθοφορτωμένους τάφους.