Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Τοιαύτα ήρχισε να διηγήται εις τον Λάμπρον, όστις τα εγνώριζε καλλίτερ' απ' αυτόν, ο μπάρμπα-Διοματάρης, παρενθέτων ενίοτε εις την σειράν της διηγήσεως έν «καθώς έμαθα, καθώς μου είπαν». Τα πλείστα όμως προς συμπλήρωσιν της εικόνος τα προσέθηκε διακόπτων τον γέροντα αλιέα ο Λάμπρος αυτός, όστις δεν έπαυεν, εις το τέλος εκάστης περιόδου του απλοϊκού αφηγητού, να κατανεύη διά της κεφαλής επιδοκιμάζων και προσδοκών αίσιον δι' αυτόν το αποτέλεσμα.

Είναι μάλιστα λίαν χρηστοί άνθρωποι, τους οποίους αγαπώ και εκτιμώ, ώστε και αν με αναγνωρίσουν δεν θα με φονεύσουν. — Μη δοκιμάζης να τους δελεάσης διά κολακειών προώρων, απήντησεν ο Βινίκιος. Η οδός τω εφαίνετο μακρά. Τέλος κάτι ήρχισε να λάμπη μακρόθεν, ως πυραί καταυλισμού ή δάδες. Ο Βινίκιος έσκυψε προς τον Χίλωνα και τον ηρώτησεν, εάν εκεί ήτο το Οστριανόν.

Ο νέος έλαβε την τόλμην να την παρακαλέση·Πώς το έλεγες εκείνο το τραγούδι, που τραγουδείς κάποτε; — Ποιο τραγούδι; — Το τραγούδι... που λέει για πανιά, για τιμόνι... και για τα πέρα βουνά, εψέλλισεν ο νέος. Και πάραυτα ήρχισε μετά τρυφεράς μεσοφωνίας, μετά ψιθύρου παθητικού τόνου να υποτερετίζη: Πότε θα κάμωμε πανιά, να κάτσω στο τιμόνι, να ιδώ τα πέρα τα βουνά, να μου διαβούν οι πόνοι!

Αλλά τώρα, με αγωνίαν επιθυμών να εκτελέση την δοθείσαν προς την γυναίκα του υπόσχεσιν, παρίστατο αμαθής και αθαλάσσωτος, και από τον απειρότερον ναύτην πλέον άπειρος. Και αφού πλέον ενύκτωσε και απηλπίσθη να εξέλθη από της τρεις Μπούκαις, ήρχισε το κονιάκ, κάτω πάντοτε, κλεισμένος, ολομόναχος, εξερεθίζων έτι μάλλον τον θυμόν του, με το δριμύ ποτόν.

Ναι, άρχον. — Η καταδίωξις ήρχισε προ πολλού; — Σπείραι τινες ανεχώρησαν διά την Τρανστιβέρην προ μεσημβρίας, είπεν ο εκατόνταρχος απερχόμενος. — Ο Καίσαρ σου γράφει, αυθέντα, «ελθέ εάν επιθυμής», είπεν η Ευνίκη. Θα υπάγης; — Έχω πολλήν διάθεσιν και αισθάνομαι την επιθυμίαν να ακούσω τους στίχους εκείνους, απήντησεν ο Πετρώνιος. Λοιπόν θα υπάγω, αφού μάλιστα ο Βινίκιος δεν θα δυνηθή να υπάγη.

Τις οίδε τι έλεγον προς αλλήλους. Εκ πάντων των κατοίκων της καλύβης μόνος ο Μάχτος ήρχισε να συλλαμβάνη υποψίαν τινά. Αλλ' ουδαμού εύρε να στηρίξη ταύτην. Συνεφώνησε με την συνείδησίν του να μεταχειρισθή προς τούτο παν μέσον, διότι ησθάνετο εαυτόν πολύ δυστυχή. Περιέμενε δε ανυπομόνως πρόσφορον στιγμήν να βάλη εις πράξιν τα μέσα, άτινα είχε, τουτέστι την ατομικήν του ενέργειαν.

Ο βοσκός εστάθη επί του όχθου της γης, εφ' ου ευρίσκετο, υψηλός, ευθυτενής, με αγριόξανθον την τραχείαν στοιβωτήν κόμην, εστάθη ακουμβών επί της ράβδου του της μακράς και ήρχισε να σκέπτηται, και υποψίαι και φόβοι τον εκυρίευσαν.

Μη φοβάσαι τίποτε, παπά μου· έχω ορισμόν απ' τον Αχμέτ Πασά. Αλλοιώς, θα θυμώση ο Πασάς μ' εμένα, και με σας τους παπάδες, πως δεν του έκαμα τον λόγον του. Την ώραν που έβγαιναν η Κουμπίνα κ' η Λελούδα από τον Άγιον Προκόπιον, όπου είχον ανάψει τα κανδήλια, είχε σουρουπώσει πλέον, και σκότος ήρχισε ν' απλώνεται εις όλην την κρημνάδα αυτήν.

Ήρχισε λοιπόν κωδωνοκρουσία εις την Τήνον και συνέρρεον ωπλισμένοι οι κάτοικοι, έσυρα δε κ' εγώ μετά των λοιπών έν παλαιόν κανόνιον, το οποίον εστήσαμεν επί λόφου προέχοντος, του Πασά Ακρωτήρι λεγομένου. Αλλά σφαίρας δεν είχομεν και εκαίομεν πυρίτιδα μόνην, απειλούντες δήθεν ή προκαλούντες τους Τούρκους.

Η καπετάνισσα κατ' αρχάς, ακούουσα ταύτα, ήρχισε να φοβήται και αυτή. Διότι περί το μεσονύκτιον την εξύπνα άλλοτε μεν φωνή αλώπεκος, άλλοτε λύκου ωρυγή, και άλλοτε χρεμετισμός ίππου. Και, όταν μίαν νύκτα ήθελε ν' αντλήση ύδωρ από την στέρναν, βροχή λίθων παρ' ολίγον να θραύση την κεφαλήν της.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν