Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025
Κι ακαρτερούσε στη βάρκα κάτω. Να δειπνήσουμε κ' εμείς έξω· να βγη και το φεγγάρι πάνω στα βουνά· να κατέβουμε ενωρίς, να ξεβγούμε όπου ήξερε ο Καπτάν-Μιχάλης. ... Γιαλό, γιαλό το περιγιάλι εγλυστρούσαμε πάνω στο μαγεμένον του φεγγαριού καθρέφτη, κατά την ακροπελαγιά. Αργή, καμαρωμένη εκατέβαινε η βάρκα μας μες την ονειρεμένη σιγαλιά της νύχτας.
Και ο Έφις ξανάρχισε να κλαίει. Δεν ήξερε το γιατί, αλλά έκλαιγε. Του φαινόταν πως ήταν μόνος στον κόσμο, με σύντροφο το αηδόνι. Ένιωθε ακόμη τα κέρματα των νεαρών από το Νούορο να του χτυπούν το στήθος και ανασκιρτούσε ολόκληρος σαν να τον λιθοβολούσαν∙ ήταν όμως μια ανατριχίλα χαράς, ήταν η ηδονή του μαρτυρίου.
ΑΝΤΩΝ. Μπορούσε να λείψη; ΑΔΡΙΑΝ. Η κράση της πρέπει εξ ανάγκης να είναι ψιλή, γλυκειά, και τρυφερή. ΑΝΤΩΝ. Η κοπέλλα ήταν γλυκοτρυφεροζυμωμένη. ΣΕΒΑΣΤ. Ναίσκε, και ήξερε ψιλές κατεργαριές, καθώς η σοφία του το φανέρωσε. ΑΔΡΙΑΝ. Εδώ ταέρι πνέει κατά μας γλυκύτατα. ΣΕΒΑΣΤ. Ως νάχε πλεμόνια και σάπια. ΑΝΤΩΝ. Ή σαν να ήταν ευωδιασμένο από μία λίμνη. ΓΟΝΖ. Εδώ βρίσκεις κάθε πράμμα χρήσιμο για τη ζωή.
Και για τον καιρό που ζούσε, — είταν ο καιρός του Humboldt, του I. Grimm και του Bopp! — καλός γλωσσολόγος δεν είταν . Αν όμως και δεν ήξερε μέθοδο κ' επιστήμη, αν κ' οι ετυμολογίες του μας κάμνουν πού και πού να χαμογελούμε, ο νους του συχνά έβλεπε την αλήθεια, και χωρίς ίσως ο ίδιος να το διή καλά καλά, έβρισκε το σωστό.
Πέρασε στη στιγμή το πετραχήλι στο λαιμό κι' άρχισε τους ξορκισμούς, που τους ήξερε απ' έξω. Ο παπάς αυτός ήταν ξακουσμένος για το μνημονικό του, γιατί γνώριζε απ' έξω όλα τα βιβλία της εκκλησιάς: Βαγγέλιο, Απόστολο, Ψαλτήρι, Χτωήχι, Ρολόγι, Τριώδι, Πεντηκοστάρι και όλα τα γράμματα των γιορτών, πώχουν τα Μηναία.
Ο κόσμος πίσω μαζεμμένος τώρα, συντροφιές- συντροφιές, μιλούσανε ζωηρά και λογοφέρνανε, άλλοι φεύγανε με τα κεφάλια σκυφτά, κι' άλλοι τους σταματούσανε να μάθουνε το τι έγινε. Κανένας δεν ήξερε το πώς και τι. — Άλλο πράμμα πάλι τούτο! Έτσι, χωρίς λόγο κ' αιτία! Ο Μήτσος ο Προκίλης κι' ο Βαγγέλης ο Ζωσιμάς, τα δυο παιδιά που συντροφεύανε τον χτυπημένο, ήτανε παληοί του φίλοι και συντεχνίτες.
Εκείνη σήκωσε με έκπληξη τα μάτια και δεν πήρε το λουλούδι. «Μαντεύετε ποιος σας το στέλνει; Πάρτε το.» «Εσύ το έκοψες, εσύ να το κρατήσεις.» «Όχι, σοβαρά, πάρτε το ντόνα Νοέμι.» Κάθισε μπροστά της, καταγής, με σταυρωμένα τα πόδια σαν σκλάβος, κρατώντας τις πατούσες. Δεν ήξερε πώς ν’ αρχίσει, ήξερε όμως πως η κυρά μάντευε.
Τι η Ήρα φέβγει τρέχοντας οχ του βουνού την άκρη και στ' Άργος κουβαλιέται εφτύς, που τ' άρχοντα Στενέλου, 115 γιου του Περσέα, εκεί ήξερε τη λυγερή γυναίκα. Αφτή είχε αγόρι στη κοιλιά εφτά μετρώντας μήνες, κι' όξω στο φως τής τόβγαλε, κι' εφταμηνίτικο έτσι, και της Αλκμήνης σταματάει τη γέννα και τους πόνους.
Κι όταν ο μπαμπάς έφτανε τέλος κ' έμενε όξω στο διάδρομο για να τινάξη τον άμμο από τις γαλόσες του, ο Σβεν πλησίαζε τόσο σιγά και δε συλλογιζότανε πια να τον φοβίση, μα έστεκε μόνο εκεί και χαμογελούσε, σα να ήξερε καλά πως ο μπαμπάς δεν μπορούσε να τονέ δη δίχως να χαρή.
Και κάθε φορά που τύχαινε κάποιος ξένος, νεοφερμένος, που δεν ήξερε τον τόπο, εύρισκε αφορμή να βγάλη το άχτι του, ξαναλέγοντας τα βάσανά του. — Έτσι που λες, κύριε έφορα. Κρεμαστήκαμε μαθές από τα γένεια του Τρακοσάρη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν