Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Τελικά η θεία Νοέμι συνήλθε και με απομάκρυνε με το χέρι της, ενώ έλεγε: καλύτερα να είχα πεθάνει πριν έρθει αυτή η μέρα. Εγώ τη ρωτούσα: γιατί; γιατί; θεία Νοέμι, γιατί; Κι εκείνη με το ένα χέρι με απομάκρυνε και με το άλλο έκρυβε τα μάτια. Τι βάσανο! Γιατί ήρθα, Έφις; Γιατί;» Ο υπηρέτης δεν ήξερε τι να πει.

Όταν ανέτειλε την άλλην ημέραν ο ήλιος, η εύθυμος διάθεσίς του ήτο πολύ μεγάλη, η οποία ποτέ ακόμη δεν είχε σβύσει. — Η Μπαμπέττα είναι εις το Ιντερλάκεν, ταξείδιον πολλών ημερών από εδώ, έλεγε καθ' εαυτόν. Η προς τα εκεί οδός είναι μακρά, εάν κανείς πορευθή την ευρείαν λεωφόρον αλλά δεν είναι τόσον μακράν εάν κανείς αναιβή το βουνόν εγκαρσίως και ίσα ίσα αυτός είναι ο δρόμος διά κυνηγόν αιγάγρων.

Η Γιουγκφράου υψούτο εκεί εν μεγαλοπρεπεία και λαμπρότητι περιβαλλομένη από τον δασώδη πράσινον στέφανον των εγγύς ορέων. Πάντες εσταμάτησαν και εθεώντο το κάλλος της φύσεως. Και ο Ρούντυ και η Μπαμπέττα ησθάνοντο και αυτοί την από ταύτης μαγείαν. — Πουθενά δεν είναι ωραιότερα από εδώ; έλεγεν η Μπαμπέττα. — Πουθενά! έλεγε ο Ρούντυ και εκύτταζε την Μπαμπέτταν.

Ο είς των χωροφυλάκων ύβρισε τον βοσκόν. — Ψέμματα λες! εγώ την είδα!. . , Ούτος επέμενεν ότι είχεν ιδεί τον ήσκιον, τον «διακαμόν» ή το «διάνεμα», καθώς έλεγε, της γραίας ν' αναρριχάται ως γάττα εις το ύψος του κρημνού. Ο άλλος δεν είχεν ιδεί ούτε ισχυρίζετο τίποτε. Ο πρώτος, με τα τσαρούχια του εδοκίμασε ν' αναρριχηθή εις τον βράχον.

Σαν άκουσε της λυγερής τα λόγια η προξενήτρα, Γυρίζει πίσω σκυθρωπή στ’ αρχοντικό του Γιάννου Κι’ ανάμεσα σε δυο ζυγιές λαλούμενα τον βρίσκει, Χαρούμενον και γελαστόν, σιασμένον κι’ αλλαγμένον, Που τραγουδούσε κι’ έλεγε τραγούδια της αγάπης, Κι’ άμα την είδε σκυθρωπή να φανιστή μπροστά του, Κατάλαβε πώς έρχονταν χωρίς την αρραβώνα Της Μάρως της πεντάμορφης, της πολυζηλεμένης, Και καταγής σωριάστηκε, σα λαβωμένο αλάφι.

Ενώ όμως ήτο έτοιμος να θυμώση και να είπη παστρικά εις τον Τερερέν, ότι όλα αυτά τα έλεγε διότι ήθελε να του πάρη την ενορίαν, αλλ' ότι έπρεπε να το βγάλη από το νου του, διότι ο δεσπότης δεν εχειροτόνει άνθρωπον ο όποιος εδιάβαζε την Σολομωνικήν, του επήλθε μία λαμπρά ιδέα και διά της σοφιστικής απεστόμωσε τον σοφιστήν: — Δεν πας να ξης προβιές; του είπε.

Τι είπανε, κανείς δεν μπορούσε να μάθη· γιατί το χωριανόπαιδο, δασκαλεμμένο από τον πατέρα του, που το είχε το δεξί του χέρι, δεν έλεγε ποτέ τίποτα, Η διδασκαλίες του πατέρα του και του παππά Συνεσίου δεν επήγαιναν του κάκου. Σαν εβράδειασε, επήραν οι καλόγεροι το ξερόφαγό τους, το καρβελάκι το μαύρο και τα νερόβραστα φασόλια και ετραβήχθηκε καθέναςτην τρύπα του.

Ανεμνήσθησαν μετά τρόμου τας περιαδομένας προφητείας, περί αναστάσεώς Του, το σημείον Ιωνά του Προφήτου, όπερ Εκείνος έλεγε μόνον θα εδίδετο αυτοίς, την μεγάλην έκφρασιν περί καταλύσεως του Ναού, τον οποίον εις τρεις ημέρας θα ήγειρε.

Τον ηκολούθουν εις όλα και εις την εργασίαν του αυτήν, τω συνέβη δε πολλάκις να κύπτη επί ώραν προ συνταγής αφηρημένος, χωρίς να δύναται να φέρη αυτήν εις πέρας, προς μεγάλην απορίαν της γραίας υπηρετρίας του, αγνοούσης που ν' αποδώση την αλλοφροσύνην του αυτήν. Χριστέ και Παναγιά! Τι έπαθε τ' αφεντικό μου· έλεγε πότε πότε.

Και κείνη θέλει σ' όλα να μάθη την αρχή, την πρώτη αιτία. Είταν ένας καιρός που ο μόνος της σκοπός στάθηκε να μαζέβη ύλη. Έλεγε, παραδείματος χάρη, που η γαλλική λέξη vie, ζωή, βγήκε από τη λατινική vita. Έπεσε το τ, το α έγινε ε· τέλος έπεσε κι αφτό το ε, γιατί σήμερα κανείς πια δεν το προφέρνει. Όλα αφτά είναι σωστά. Μα θέλουμε άλλα.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν