Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Αυτήν την αμοιβήν ελάβομεν παρά σου διά την χάριν την οποίαν σου εκάμαμεν να σου αφήσωμεν ανοικτόν των ανθώνα εκείνον και να μη σ' εμποδίσωμεν να κόψης άνθη και αφού έκαμες άφθονον προμήθειαν ν' απέλθης. Διά τούτο είνε δίκαιον να τιμωρηθής διά θανάτου.
Αλλ' όταν δεν είχον εργασίαν εν τη κώμη, τότε όλην την ημέραν διήρχοντο εν τη εξοχή μετά της μητρός των, ως αγαθού φρουρού, την δ' εσπέραν θαμπά-θαμπά επανήρχοντο φαιδραί, δροσεραί, με την πλουσίαν ξανθήν κόμην των αόρατον υπό την λευκήν ελαφράν μανδήλαν, πλήρεις αγροτικής ευωδίας και καλλονής ως άνθη του βουνού, τα οποία δρέπει τις εις την κορυφήν αποτόμου πέτρας.
Το κάλλος υπήρξε πάντοτε η ασφαλεστέρα παγίς του ανθρωπίνου πνεύματος, ταυτοχρόνως δε και το ταχύτερον όχημα, όπερ έσυρεν αυτό διά δρόμου καταπληκτικού επί της οδού της προόδου. Το κακόν είνε μία άβυσσος απύθμενος, εις τα χείλη της οποίας φύονται τα μεθυστικότερα και περικαλλέστερα άνθη. Καλλονή άνευ πνεύματος, θέλγει διαβαίνουσα· πνεύμα άνευ καλλονής, θέλγει παραμένον.
Αύρα γλυκειά στους πράσινους βυθούς αργοσαλεύει, στα ρείκη αρχίζει το σκοπό σιγά ο κορυδαλός, μα όσο στο φως υψώνεται κι όσο ψηλά αλαργεύει, το λάλημά του χύνεται ολόηχος κάτω αυλός. Και δες: με τις παλιές χαρές η νέα μέρα αρχίζει· στη χλόη νέα άνθη, νέοι βλαστοί στο γέρικο κορμό, και γύρω τους μυριόφτερος κόσμος ξυπνά, σκορπίζει και το τραγούδι της ζωής βουίζει το θερμό.
Έτσι για την αγάπη του Βασιληά Μάρκου, με την πονηρία και με τη δύναμι, ο Τριστάνος επραγματοποίησε την αίτησι της Βασίλισσας με τα χρυσά μαλλιά. Όταν επλησίασε ο καιρός να παραδώση την Ιζόλδη στους ιππότες της Κορνουάλης, η μητέρα της εμάζεψε χόρτα, άνθη και ρίζες, τα ανακάτεψε μέσα σε κρασί, και ετοίμασε ένα δυνατό ποτό.
Τα ψαράκια με τα γυαλιστά των πτερούγια ήλθαν γύρω της και την συνώδευσαν, έπειτα επροσκάλεσε εκείνα τα ελαφρά έντομα, όσα μοιάζουν ότι είνε καμωμένα από τούλι κεντητό, και διάφορα άλλα ζωύφια με ζωηρούς χρωματισμούς ήλθαν και έστησαν τους χορούς των επάνω από τα άνθη και επάνω από ήσυχα ποταμάκια· και πώς υπήκουον την Νεράιδα!
— Πού να βρεθή το πετμέζι, γυιε μου; είπεν η Φραγκογιαννού. Μεθαύριο να μαυρίσουν τα σταφύλια στ' αμπέλι, να τα τρυγήσουμε, να κόψουμε τα ξεκούδουνα απ' τα κλήματα, να κάμουμε πολύ-πολύ πετμέζι, να φάη το καλό παιδί. Πώς σε λένε; — Γιώργη τόνε λέμε, θεια, είπε το μεγαλείτερον κοράσιον. — Εσένα; — Δαφνώ. — Κ' εσένα; ηρώτησεν η Γιαννού το μικρότερον κοράσιον. — Ανθή. — Να ζήσετε!
Τότε ο βαστάζος έλαβε θάρρος και εχαιρέτησεν όλους τους κύκλω της τραπέζης καθημένους· και αφού εξεφάντωσαν αρκετά τόσον με τα ποικίλα και νοστιμότατα φαγητά και πιοτά και με το εναρμόνιον λάλημα μουσικών οργάνων, όσον και με το μελωδικόν λάλημα κάθε είδους πουλιών, τα οποία εφύλαττεν ο πλούσιος Σεβάχ εις ένα τερπνότατον περιβόλι στολισμένον με τα πλέον ωραιότερα δένδρα και χόρτα, των οποίων η πρασινάδα και τα ευωδέστατα άνθη συντροφιασμένα με τους ευμορφωτάτους και γλυκείς καρπούς, απετέλουν ένα επίγειον παράδεισον ποτισμένον με διάφορα κρυσταλλοειδή νερά, εις την μέσην του οποίου ήτον η μεγαλοπρεπής και ωραιοτάτη Λόντζα, που εσυνήθιζεν ο Σεβάχ θαλασσινός να κάμνη τα συμπόσιά του και εις αυτό το περιβόλι εφαίνετο η αγχίνοια της φύσεως και τέχνης, οποία δύναται να κατασκευάση θαυμάσια.
Καθώς δε η φυσική ευφορία και η καλλιέργεια του κήπου μου παρήγαγον αυτά τα ποικίλα άνθη, τα θάλλοντα δένδρα, και τα ωραία προϊόντα, τοιουτοτρόπως και η εκ φύσεως αγαθή ψυχή του Αλεξάνδρου, εκπαιδευθείσα υπό του παιδαγωγού και του διδασκάλου του, παρήγαγε τας ευεργετικάς, τας εναρέτους, τας φιλάνθρωπους πράξεις, αίτινες καθωραΐζουν τον βίον αυτού.
Έπειτα μου έδωσε το χέρι κ' είπε: — Είμαι τόσο χαρούμενη, που είμαι πάλι σπίτι. Δεν μπορούσα ναπαντήσω τίποτε. Κοίταξα μόνο τους μαζεμένους μπροστά μου κ' ήξερα πως είχα εδώ την ευτυχία, που λίγες βδομάδες προτήτερα μόλις τολμούσα να την ελπίζω. Την άνοιξη, που ήρθε τώρα, τη θυμούμαι σα μια θάλασσα από άνθη, που γέμισε κάθε άδειο μέρος του σπιτιού μας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν