Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Και ο Έφις ένιωθε να τον πλησιάζει ο θάνατος, σιγά σιγά, σαν ν’ ανέβαινε σιωπηλός το μονοπάτι συνοδευόμενος από μια ακολουθία περιπλανώμενων πνευμάτων, από τον ήχο του κόπανου κάτω στο ποτάμι των πάνας, από το ελαφρό φτερούγισμα των αθώων ψυχών που είχαν μεταβληθεί σε φύλλα, σε λουλούδια… Μια νύχτα βρισκόταν σε νάρκη μέσα στην καλύβα όταν ξύπνησε απότομα σαν να τον τράνταξε κάποιος.

Κάτι τι αθώρητο της βάραινε σα μολύβι το κεφάλι της, της ξέραινε το λάρυγγα, το στόμα, της έσφιγγε την καρδιά, βόμβος σα μελισσιού φτερούγισμα τριγυρνούσε στ' αυτιά της, κ' ένιωθε πως δεν είχε τη δύναμη να γυρίση, να κουνηθή, να σαλέψη τόσο κι απόμεινε εκεί σαν καρφωμένη, σα ναρκωμένη, φοβισμένη, θαρρώντας πως ένα γύρισμα των ματιών της μονάχα, θα της έφερνε μεγάλο κακό, θα κατακρεμνίζουνταν κάτω απ' το κρεββάτι σ' αμέτρητο γκρεμό, σ' απέραντο χάος.

Είτανε σα να με παραφύλαγε μέσα μου μια κακή προαίστηση, μια ακατανίκητη μελαγχολία και μ' εμπόδιζε νακολουθήσω το φτερούγισμα των αιστημάτων της.

Κι όλα αυτά γιατί μου ήρθε στο νου ένας αριθμός, που σε ομαλές περίστασες θα περνούσε απαρατήρητος. 25 του Θεριστή Οι μέρες περνούν ενώ γυρίζω και συλλογίζουμαι πως έπρεπε ναρχίσω να εργάζουμαι. Μα οι πεταλούδες της ποίησης πετούνε μόνο ανήσυχες γύρω σε κάτι, που είναι καμένο κ' έρημο. Κάποτε έχω την εντύπωση πως μπορούσα νακολουθήσω το φτερούγισμά τους.

Περαστικά πουλιά, που ταξείδευαν σ' άλλες χώρες, φεύγοντας την ψύχρα του χινόπωρου, περνούσαν κοπαδιαστά, του ψήλου, έσκιζαν τον αέρα μ' ένα γοργό, ξερό φτερούγισμα, όπως κάνη το μετάξι που σχίζεται, και χάνουνταν πίσω απ' τις κορφές άλλων βράχων, κι άλλων βουνών.

Πώς να βαρεθούμε. Δουλεύουμαι στη γη, που μας γελά με τα άνθια της και μιλούμε με τ' αστέρια, που φωτίζουν της ψυχές μας. Μ α ρ ί α. Μιλείτε με τ° αστέρια; Τ σ ι γ γ ά ν α. Πώς! Αν δεν μιλάγαμε θα ξέραμε της τύχες των κοριτσιών και θα γνωρίζαμε τα γιατροσόφια που γιατρεύουν της πονεμένες ψυχές. Ακούεται έξω σαν ένα φτερούγισμα πουλιού και κλάψιμο σκύλλου.

τα ρέπια, στα χαλάσματα, η κουκουβάγια σκούζει· Μέσα σε αυλάκι, σε βαρκό, λαλεί η νεροχελώνα Τ' αηδόνι κρύβεται βαθειά στ' αγκαθερά τα βάτα Και την αγάπη τραγουδάει με τον γλυκό σκοπό του Κ' η νυχτερίδα η μάγισσα, με το φτερούγισμά της Το γλήγορο και το τρελλό, σχίζει τα σκότα απάνου Και με τα ολόχαρα παιδιά του ζευγολάτη παίζει.

Έτσι καθόμαστε κει μέσα όσο που έπαψε η αναπνοή,..ξαναήρθε...έγινε πιο κρατητή, δυνάμωσε...κ' έπαψε. Τότε ησυχάσανε όλα. Βασίλεψε η σιγή του θανάτου. Σκυμένοι και κλαίοντας ακολουθήσαμε το φτερούγισμα της ψυχής, που έφευγε. Του κρατούσαμε κ' οι δύο τα χέρια και μεμιάς ταφήσαμε να πέσουν παγωμένα απάνω στο σκέπασμα. Έπειτα βγήκε η γυναίκα μου από την κάμαρα και πήγε να ησυχάση.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν