United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ ... Είναι ημέρα πένθους, που η καλή βασίλισσα στον Άδη κατεβαίνει. Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Σώπασε! Με τα λόγια σου μου σφίγγεις την ψυχή μου. Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Όταν οι άνθρωποι οι καλοί τέτοια κακά τραβούνε, εκείνος που έτυχε καλός να γεννηθή, λυπάται.

ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Στεναγμοί ακούσθηκαν και θρήνοι; Ακούσατε καμμιά φωνή σπαρακτική να βγαίνη ή να χτυπούν τα χέρια των εις το παλάτι μέσα, όπως συμβαίνει πάντοτε, όταν κανείς πεθαίνη; Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Ούτ' ένας δούλος φαίνεται στη θύρα του. Ω, είθε να εφαινόσουν, συ, ω Παιάν, αλλού να μεταστρέψης της συμφοράς τα κύματα. Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Μα αν είχε πια πεθάνει, γιατί αυτή η σιωπή;

Α' ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Πάμε στη Βουλή, ώ άνδρες. Σμίκρυνε, Χαριτωμένη, και συ Δράκοι, ξεκινάτε κι' ό,τι πρέπει μη ξεχνάτε, μήπως και σας φύγη λόγος, που στο πράμα δεν συμφέρει• κι' όταν πάρη ο καθένας και το σύμβολο στο χέρι και καθίσουμε στης έδρες σοβαρά και στην αράδα, θα ψηφίσου' ό,τι θέλει κάθε μια μας φιλενάδα— ώ τι λάθος, πω, πω, πω! φίλος, ήθελα να ειπώ!

ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Κύττα το παλληκάρι αυτό που είν' ανεβασμένο στο άλογο το φτερωτό• και κόβει τη ζωή της Χίμαιρας της τρίσωμης, πούχε φωτιά γι' αναπνοή. Το μάτι μου γυρνώ όπου κι' αν τύχη• κύτταξε και τη μάχη των Γιγάντων ζωγραφιστή στα πέτρινα τα τείχη. ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Ω φιλενάδες, κι' από δω κυττάτε!

Η Γερουσία της πόλεως απαγορεύει την ταφήν του εχθρού της πατρίδος Πολυνείκους° κατά της αποφάσεως όμως ταύτης εξεγείρεται και διαμαρτύρεται η ευσεβής φιλαδελφεία της Αντιγόνης, με την οποίαν συντάσσεται και μέρος του χορού, ενώ το έτερο ημιχόριον, συμμεριζόμενον την απόφασιν της πόλεως, συνοδεύει τον νεκρόν του Ετεοκλέους όστις μεταφέρεται προς μεγαλοπρεπή ταφήν.

ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Νά, κύττα την εικόν' αυτή, όπου την Ύδρα τη Λερναία σκοτώνει του Διός ο γυιός μ' ένα χρυσό δρεπάνι, — κύτταξε, φίλη, κύτταξε! Ναι, βλέπω και κοντάαυτόν είν ένας άλλος που κρατεί ένα δαδί αναμμένο. Δεν έχουν τον Ιόλαο ζωγραφισμένο απάνω στο πανί, αυτόν που αγωνίσθηκε μαζύ με του Διός το γυιό;

ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Τον βλέπω, να, τον Μίμαντα τον καίει με τη φωτιά• κι' ο Βάκχος άλλον γίγαντα με το ραβδί το ειρηνικό κτυπά, που είνε γύρω πλεγμένο με κισσό. ΙΩΝ Ω ξένες, δεν μπορείτε. ΧΟΡΟΣ Μπορούμ' αυτό που θέλουμε να μάθουμ' από σένα; ΙΩΝ Πες τι λοιπόν, τι θέλετε. ΧΟΡΟΣ Νά, είνε αλήθεια τάχα το πως του Φοίβου ο ναός είναι στον ομφαλό της γης; ΙΩΝ Είνε στεφάνια μέσα του και γύρωθε Γοργόνες.

ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Νά, βλέπεις τη θεά την Αθηνά που τον Εγκέλαδο χτυπάει και την πλεχτή ασπίδα πάλλει με της γοργόνας το κεφάλι; ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Ναι, βλέπω την Παλλάδα την θεά μου. ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Και πως; δεν βλέπεις και τον κεραυνό πούχει φωτιά κι' από τα δυο τα μέρη, και του Διός από τον ουρανό το τρομερό τον ρίχνει χέρι;

Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Του κάκου• στα πιο μακρυνά όλης της γης μας μέρη, εις της Λυκίας τα Πάταρα, που είναι το μαντείον του Απόλλωνος, ή στης σκληρές κι' άνυδρες Αμμωνιάδες, στο άλλο μαντείον του θεού, αν την γυναίκα στείλης, αδύνατον απ' το γραφτό της Μοίρας να γλυτώση γιατί η ζωή της σώθηκε κ' η ώρα πλησιάζει, που θε ναρθή ο θάνατος γοργά να τηνε πάρη.

Στη θύρα εμπρός δεν βλέπω νάχουν νερό απ' την πηγή, που πλύνουνε τα χέρια, όταν πεθαίνη άνθρωπος στο σπίτι. Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Την πλεξίδα, δεν βλέπω εις την είσοδο να είναι κρεμασμένη, που δείχνει πως εσκέπασε το πένθος ένα σπίτι, ουδέ γυναίκες άκουσα τα στήθια να χτυπούνε. Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Και όμως η ημέρα αυτή είναι ημέρα πένθους. Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Τι θέλεις με αυτό να πης;