Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Και εις το καράβι ως φθάσαμε κάτωτο περιγιάλι, πρώτα εις την θεία θάλασσα σύραμε το καράβι, έπειτα μέσα εστήσαμε κατάρτι και πανία, κ' εφέραμε τα πρόβατα• κατόπι εμπήκαμ' όλοι, δάκρυα χύνοντας θερμά, 'ς την λύπη βυθισμένοι• 5 και οπίσω απ' το μαυρόπλωρο καράβι έστειλε πρύμον, 'που φούσκον' όλα τα πανιά, φίλον λαμπρόν, η Κίρκη, δεινή θεά, καλόκομη, όπ' έχει ανθρώπου γλώσσα. και τ' άρμεν' αφού σιάσαμε, καθόμασθε, και ωδήγα το πλοίο μας ο άνεμος ομού και ο κυβερνήτης, 10 και μ' ολοτέντωτα πανιά αρμένιζ' ολημέρα. και ο ήλιος ως βασίλευε και ισκιάζαν όλ' οι δρόμοι, 'ς τον βαθύν ήλθ' Ωκεανόν, όπ' άκρ' είναι του κόσμου. η πόλις είναι και ο λαός εκεί των Κιμμερίων• νέφος πυκνό και σκοτεινόν ολούθε τους σκεπάζει, 15 ουδέ ποτέ κυττάζει αυτούς ο ακτινοβόλος Ήλιος, 'ς τον αστροφόρον ουρανόν ούτ' όταν αναιβαίνη, ούτ' όταν κλίνη προς την γην από τα ουράνια μέρη• αλλά τους άμοιρους θνητούς μαύρη πλακόνει νύκτα.

Κ' εγώ με λόγια μαλακάεκείνους απαντούσα• «το πλοίο πρώτ' ας σύρουμετην γη, και τ' άρμεν' όλατα σπήλαια μέσ' ας θέσουμε, και ομού τα υπάρχοντά μας, κ' εσείς μαζή μου να 'λθετε μ' ασπούδα ετοιμασθήτε, 425της Κίρκης τ' άγια δώματα να ιδήτε τους συντρόφους, οπ' άκοπα φαγοποτούν, ότι έχουν αφθονία».

Κι' ο αφέντης που σ' ορίζει, Αφορμής και σε γνωρίζει, Σαν οκνόν και ακαμάτη, Σε ραβδίζει από κομμάτι· Όθεν είσαι αναγκασμένος, Σα σε ταύτα μαθημένος, Να περνάς σε ησυχία Δίχως άλλη σου υποψία. Αν τα πρόβατα παντέχουν Κάννα κίντυνο δεν τρέχουν, Μη θαρρείς απ' αγνωμιά τους Δε νογάν τη συφορά τους. Μόνε οι αθρώποι τα κουρεύουν, Τα αρμέν, τα σημαδεύουν.

το πλοίο τότ' εκίνησα και των συντρόφων είπα να λύσουν τα πρυμόσχοινα και ν' αναιβούν κ' εκείνοι 145 εμπήκαν και αραδιάσθηκαν με τάξιταις σανίδαις, και την λευκή την θάλασσα με τα κουπιά βροντούσαν. και οπίσω απ' το μαυρόπλωρο καράβι έστειλε πρύμον, 'που εφούσκον' όλα τα πανιά, φίλον λαμπρόν, η Κίρκη, δεινή θεά, καλόκομη, όπ' έχει ανθρώπου γλώσσα. 150 και τ' άρμεν' αφού σιάσαμε, καθόμασθε εις το πλοίο, και τ' ωδηγούσ' ο άνεμος ομού και ο κυβερνήτης. τότ' είπα με περίλυπην καρδιάν εις τους συντρόφους• καλό δεν είναι, αγαπητοί, ένας ή δύο μόνοι να ηξεύρουν τ' άγια ρήματα 'που η Κίρκη μου 'πε η θεία• 155 αλλά τα λέγω και εις εσάς, όπως γνωρίζοντάς τα πεθάνουμε ή ξεφύγουμε την μοίρα του θανάτου. και πρώτα μου παράγγειλε να φύγω των Σειρήνων την θεομίλητη φωνή και τ' ανθηρό λιβάδι• μου 'πε ν' ακούσω την φωνή μόνος εγώ• σεις τώρα 160 μ' άλυτα δέστε με δεσμάτου καραβιού την ρίζα ορθόν, και σφίξτε των σχοινιών ταις άκραιςτον κορμό του. και αν να με λύσετε ζητώ θερμά και σας προστάζω, σεις με πλειότερα δεσμά στενοχωρήσετέ με».

Είπε και από τα χέρι του το χάλκινο κοντάρι πήρε και δίπλα το 'θεσεν εις το κυρτό καράβι• εις το καράβι ανέβη αυτός κ' εκάθισετην πρύμνη, κ' έβαλε τον Θεοκλύμενο σιμά του να καθίση. 285 ωστόσο τα πρυμόσχοινα οι σύντροφοι του ελύσαν• τους πρόσταζε ο Τηλέμαχος να πιάσουν τ' άρμεν' όλα, χωρίς ν' αργήσουν, και άκουσαν την προσταγήν του εκείνοι. κ' εσήκωσαν κ' εστύλωσαντο κοίλο μεσοδόκι κατάρτι το ελάτινο, κ' έδεσαν με τα ξάρτια, 290 κ' έσυραν με πλεκτά λουριά τα κάτασπρα πανία. πρύμον τότε τους έστειλεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• και απ' τον αιθέρα ορμητικός ο άνεμος βροντούσε, γοργά την πικρή θάλασσα να σχίση το καράβι. τους Κρουνούς και την ένυδρη Χαλκίδα προσπεράσαν• 295 κ' έπεφτ' ο ήλιος κ' ίσκιοναν οι δρόμοι, ότε το πλοίο με του Διός τον άνεμο προς ταις Φεαίς ωρμούσε, και προς την θείαν Ήλιδα, όπ' οι Επειοί δεσπόζουν. εκείθε προς τα δοντερά νησιά το 'στρεψ' εκείνος, κ' ερώτα ο νους του αν την ζωή θα σώσ' ή θα τον πιάσουν. 300

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν