Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Αρά γε κ' εσύ Χλόη τα ίδια υποφέρνεις; άρα γε θυμάσαι τον κάμπο τούτο και τις Νύμφες αυτές κ' εμένα; ή σε παρηγορούν τα πρόβατα και τα γίδια, που σκλαβωθήκανε μαζί σου; Κ' εκεί που έλεγεν αυτά, από τα δάκρυα κι από τη λύπη τον παίρνει ύπνος βαθύς· και του παρουσιάζουνται οι τρεις Νύμφες, γυναίκες αψηλές κι όμορφες, μισόγυμνες και ξυπόλυτες, με ξέπλεκα μαλλιά και παρόμοιες με τ' αγάλματα.

Αυτά 'παν• τότε απάντησα με την καρδιά θλιμμένη• «μ' έβλαψαν σύντροφοι κακοί και ολέθριος ύπνος άμα• αλλ' έχετε την δύναμι και σώσετέ με, ω φίλοι».

Αλλά και μεθ' όλα ταύτα δεν αποφεύγω τας μεμψιμοιρίας, και πολλάκις εν ώ οι άλλοι θεοί και οι άνθρωποι κοιμώνται καθ' όλην την νύκτα, δι' εμέ τον Δία δεν υπάρχει νήδυμος ύπνος.

Κι' όταν κατέβαινε γλυκά ο ύπνος από τάστρα και του γλυκοσφαλούσε τα μάτια, έκανε το σταυρό του κι' αποχαιρετούσε τον φίλο του: «Πολλά είπαμε, Στρατή. Ώρα για ύπνο, καληνύχτα». Έπαιρνε μια βαθειάν αναπνοή κ' έχανε τον κόσμο. Τα κυματάκια τον νανουρίζανε με τα φιλιά τους: «Καληνύχτα, Στρατή, καληνύχτα....»

Φίλησε τα δάκρυά της και της χάιδεψε το χλωμό πρόσωπο. — Γιατί δεν κοιμάσαι, όμορφη χήρα; Σούφερα ένα γλυκό όνειρο... — Ο ύπνος έφυγε από τα βλέφαρά μου και τόνειρό μου το βλέπω μ' ανοικτά τα μάτια... Η όμορφη χήρα συλλογιζότανε τον καλό της, που την άφησε κ' έφυγε τόσο βιαστικά, λέγοντάς της πως θα ξαναγυρίση και δεν ξαναγύρισε.

«Ωιμέ, και τι θα πάθω, τι μου μέλλεταιτο τέλος; 465 κ' εάν την άγρια νυκτιά περάσωτο ποτάμι, η πάχνη μήπως η κακή και η μαλακή δροσία μ' απονεκρώσουν την ψυχή, 'που 'ναι μισοσβυμμένη• και αύρα ψυχρή το χάραμμα απ' το ποτάμι πνέει. και αν πάλι εις ράχιν αναιβώ, καιτον κατάσκιο λόγγο 470 αναπαυθώ μες τα πυκνά δενδρούλια, αν ξεκρυώσω, και ξεκουράσω, και γλυκός ο ύπνος με νικήση, θεριά φοβούμαι μη μ' ευρούν και με κατασπαράξουν».

Ο ύπνος, πούναι της ψυχής κρυφό περιβολάκι Με χίλια μύρια βότανα για να γιατρεύη πόνους, Είχε γλυκάνη την καρδιά του Ομέρπασα Βριόνη Και τούχε σβύση τη χολή, την άγρια την αψάδα 'Σ τ' ανδρειωμένα σωθικά.

Τέλος, μετά ώραν, η γραία, καίτοι εφαίνετο απόφασιν έχουσα να μη κοιμηθή, της ήλθεν ο προδότης ο ύπνος, — ίσως δι' αυτό τούτο, ότι εκύτταζε λίαν επιμόνως την ύποπτον γυναίκα και απεκοιμήθη επάνω εις το τρίτον λάλημα του πετεινού. Το βρέφος εκλαυθμήριζεν ακόμη. Η μάμμη δεν ηγρύπνει πλέον διά ν' απαγγέλλη το μονότονον «Κοι, κοι, κοι

Αλλά πρέπει να εξετάσωμεν κατά ποίαν σημασίαν και κατά τίνα τρόπον συμβαίνει το πάθος τούτο εις αυτήν. Και αληθώς δεν συμβαίνει εις άλλο μέρος ζώων ο ύπνος και εις άλλο το ενύπνιον, αλλά και τα δύο υπάρχουσιν εις το αυτό μέρος.

Αλλά πού ύπνος; Το καφενείον εγέμισεν εντός ολίγου Τηνίων ευθυμούντων, και είχομεν όλην την νύκτα μουσικήν, άσματα και ευωχίαν. Μετά πόσης αδημονίας διήλθα την άγρυπνον νύκτα εκείνην ! Τους έβλεπα και τους ήκουα από την σκοτεινήν μου γωνίαν, και η φαιδρότης των μου έφερε δάκρυα, ο δε ήχος των οργάνων μου ενθύμιζεν οιμωγάς και θρήνους.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν