Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Περπατούμε βαρύκαρδοι και συλλογισμένοι μέσα στο μεγάλο το δρόμο που πηγαινόρχουνται χιλιάδες και χιλιάδες. Ο δρόμος είναι γεμάτος, κι ως τόσο θαρρείς πως βρίσκεσαι σ' ερημιά. Κοίταξέ την αυτή την ξανθομαλλού με το φανταχτερό το καπέλλο. Σταματά τ' αμαξάκι της κοντά στην καρότσα του μαυριδερού αυτουνού τσελεμπή, που τη βλέπει και πάει να τα χάση.

Κι αφού εστρατολόγησαν τρεις χιλιάδες σκουτάριους και πεντακόσους καβαλαρέους, εστείλανε στεριάς το στρατηγό Ίππασο, επειδή εφοβόντανε τη θάλασσα χειμώνα καιρό.

« Εγώ προςτα μεσάνυχτα, » Πριν νάβγη το φεγγάρι, »'Μπαίνωτη μέση του στρατού, » Πούτανε τρεις χιλιάδες, » Γυρίζω το στρατόπεδο » Για ναύρω τους Πασσάδες, » Με μόνο, μόνο το σπαθί »'Σ το χέρι, 'σα λεοντάρι. «'Βρίσκω 'ςτή μέση τη σκηνή. » Τη λαμπροστολισμένη. » Σηκόν' ολόρθον τον Πασσά. » Τον σφάζω.

Δεν τον ελέγαν Κωσταντή, Σένα δε λεν Χρυσάιδω; — Στην Ξενιτειά δουλεύουνε χιλιάδες Κωσταντήδες, Πε μου κάνα σημάδι του κι' απέ να σε πιστέψω. — Είταν ψηλός, είταν λιγνός, είταν και παλληκάρι, Είχε τα μάτια σαν ελιές, τα φρύδια σα γαϊτάνια Είχε φωνή σαν τ' αηδονιού, όταν ετραγουδούσε.. Στο θάνατό του βρέθηκα, κι' εκεί που ξεμαχούσεν Ένα φιλάκι μούδωκε, και μου είπε να στο δώσω. — Ξένε μου σύρε στο καλό μαζύ με το φιλί του... Κάλλια να ιδώ το αίμα μου να τρέχη σαν ποτάμι, Παρά τα μαγουλάκια μου να τα φιλήση ξένος. — Δος μου, Χρυσάιδω, το φιλί, για' είμαι ο Κωσταντής σου.

Είνε εκατόν κομμάτια· με τα εικοσιτέσσαρα κάμνουν επτά χιλιάδες τετρακόσια φράγκα περισσότερον αφ' ό,τι οφείλω. — Και τα έξοδα; τα έξοδα! προσέθηκε ρικνή τις και κιτρίνη μορφή, κτήμα δικαστικού κλητήρος, ως εσυμπέρανα. — Κρατήσατε και τα έξοδα, όσα είνε, είπεν ο Θοδωράκης, και επιστρέψατέ μου το υπόλοιπον.

Ο Βλαχαγγέλης πολεμά κι ο Χρήστος Βαλαώρας Δεν είναι μια, δεν είναι δυο, δεν είναι τρεις ή δέκα Μόν' είν' χιλιάδες δεκατρείς, χιλιάδες δεκαπέντε. Τζαφέρμπεης εχούγιαξε κι' ο Αγγέλης πηλογιέται...

Κύριε; πόσα θεατρικά έργα έχετε στη Γαλλία; είπε ο Αγαθούλης στον αββά. — Πέντε έως έξι χιλιάδες. — Είναι πολλά; είπε ο Αγαθούλης. Πόσα απ' αυτά είνε καλά; — Δεκαπέντε έως δεκάξι; απάντησε ο άλλος. — Πολλά! είπε ο Μαρτίνος. Του Αγαθούλη του άρεσε πολύ μια ηθοποιός, που έπαιζε τη βασίλισσα Ελισσάβετ, σε μια πολύ περολογική τραγωδία, που την παρασταίνουν κάποτε.

Τους έπιασε φόβος και τρόμος, κι ως τόσο από το χέρι τους τίποτις δεν έβγαινε, παρά στεκόντανε μισοπνιγμένοι από το ζούληγμα και σφαζόντανε σαν ταρνιά. Χύμιζαν καταπάνω τους οι Γότθοι, και χτυπούσανε με κοντάρια, πελεκούσανε με σπαθιά. Και μόλις αφού ως σαράντα χιλιάδες έπεσαν, μπόρεσαν οι άλαλοι και σάλεψαν κι ακολούθησαν το ιππικό τους.

Μαζεύει τους παλιούς του συντρόφους, και με σώμα από τρακόσους καβαλλάρηδες βγαίνει κι ανταμώνει τους βαρβάρους σε τόπο στενό κι άβολο για μεγάλους στρατούς, και τόσο τους στενοχώρεσε, που το βάλανε στο πόδι κ' οι εφτά χιλιάδες. Γύρισε στην Πόλη ο Βελισάριος με καινούριες κι ακόμα πιο δοξασμένες δάφνες στεφανωμένος.

Η Κατηγέ εσυνθλίβονταν εις την δυστυχίαν του γέροντος, μην ημπορώντας να κάμη άλλο περισσότερον εις ελάφρωσίν του. Εις αυτό το διάστημα το καράβι εταξίδευε με τα πανιά φουσκωμένα, και εις δέκα πέντε ημέρες έκαμαν περισσότερον από δύο χιλιάδες μίλια.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν